Την πρόταση της Επιτρόπου Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών, Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και Ένωσης Κεφαλαιαγορών Μαρέιντ Μαγκίνες για απαγόρευση πληρωμών σε μετρητά άνω των 10.000 ευρώ, απορρίπτει εκ νέου ο Αυστριακός υπουργός Οικονομικών Γκέρνοτ Μπλιούμελ τονίζοντας χαρακτηριστικά: «Δεν θα δεχτούμε μια υφέρπουσα κατάργηση των μετρητών», τα οποία, ειδικά στην Αυστρία, εξακολουθούν να είναι το πιο σημαντικό και προτιμώμενο μέσο πληρωμών.

Για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέλει να απαγορεύσει τις υψηλές πληρωμές σε μετρητά, όπως ανακοίνωσε πρόσφατα σε συνέντευξή της η Επίτροπος, με τον σχετικό κανονισμό να πρόκειται να αποτελέσει μέρος μιας δέσμης νομοθετικών προτάσεων κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που προτίθεται να παρουσιάσει η Επιτροπή τον Ιούλιο.

Ο Γκέρνοτ Μπλιούμελ, παραπέμποντας σε στοιχεία της Αυστριακής Κεντρικής Τράπεζας, σύμφωνα με τα οποία το μερίδιο σε μετρητά στις συναλλαγές στην Αυστρία είναι 79% -και επομένως υπερβαίνει τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ που είναι περίπου 73%- τονίζει ότι «η καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες είναι φυσικά σημαντική, αλλά δεν πρέπει να είναι εις βάρος των έντιμων πολιτών».

«Κατά τη διάρκεια της κρίσης πολλοί πολίτες έχουν εκτιμήσει ιδιαίτερα την ασφάλεια των μετρητών, και αυτή η ελευθερία και η δυνατότητα επιλογής πρέπει να διατηρηθούν και στο μέλλον», σημειώνει σε δηλώσεις του ο Αυστριακός υπουργός Οικονομικών, ο οποίος προέρχεται από το Λαϊκό Κόμμα του καγκελάριου Σεμπάστιαν Κουρτς, το οποίο ηγείται του κυβερνητικού συνασπισμού με τους Πράσινους.

Σαφής απόρριψη για όρια στις πληρωμές με μετρητά υπάρχει και από την αυστριακή αντιπολίτευση, η οποία θεωρεί τέτοια όρια ως προκαταρκτικό στάδιο της κατάργησης των μετρητών και ως εκ τούτου ένα περαιτέρω βήμα προς τον διαφανή πολίτη.

Ταυτόχρονα επισημαίνει ότι το οργανωμένο έγκλημα δεν θα εντυπωσιαζόταν από αυτόν τον περιορισμό, και μάλιστα μερίδα της αντιπολίτευσης προβάλλει το αίτημα για συνταγματική κατοχύρωση του δικαιώματος διεκπεραίωσης πληρωμών με μετρητά.

Ευρεία αντίσταση κατά της προωθούμενης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιβολής ανώτατου ορίου (10.000 ευρώ) στη χρήση μετρητών στις συναλλαγές, προβάλλεται στην Αυστρία τόσο από τον ίδιο τον πληθυσμό -στη συντριπτική του πλειονότητα- όσο από τις οργανώσεις προστασίας καταναλωτών στο σύνολό τους.

Πρόσφατη μεγάλη έρευνα που πραγματοποίησε το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Βιέννης, για λογαριασμό της Αυστριακής Κεντρικής Τράπεζας και του διεθνώς γνωστού «Νομισματοκοπείου Αυστρίας», κατέγραφε ότι για τη συντριπτική πλειονότητα των συναλλαγών τους, σε ποσοστό 80%, οι Αυστριακοί εξακολουθούν και θα εξακολουθήσουν και στο μέλλον, να χρησιμοποιούν μετρητά.

Μάλιστα, αυτό ισχύει και για τις νεαρές ηλικίες, όπου το ποσοστό εκείνων που επιθυμούν να συνεχίσουν και στο μέλλον να χρησιμοποιούν μετρητά για τις συναλλαγές τους, κυμαίνεται επίσης μεταξύ 70% και 80%.

Με κάθε σαφήνεια, ο Μπερντ Λάουσεκερ από την Ένωση Ενημέρωσης Καταναλωτών απορρίπτει περιορισμούς στις πληρωμές με μετρητά, τονίζοντας πως «τα μετρητά είναι ένα κομμάτι της ελευθερίας», και πως η ανωνυμία τους, που τώρα απειλείται με υπονόμευση, εκτιμάται ιδιαίτερα από τον πληθυσμό.

Από την πλευρά της, η καθηγήτρια Οικονομικής Ψυχολογίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης, Μπερναντέτε Κάμλαϊτνερ, γνωρίζει, όπως αναφέρει σε πρόσφατες δηλώσεις της, γιατί υπάρχει αναταραχή όταν πρόκειται για μετρητά, καθώς, όπως επισημαίνει, «στο τέλος της ημέρας, τα χρήματα αντιπροσωπεύουν την ελευθερία».

«Όταν περιορίζω τους ανθρώπους στη χρήση των χρημάτων τους, περιορίζω την ελευθερία τους, και το βρίσκω ανησυχητικό όταν καταπολεμούνται τα μετρητά, γιατί αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι έχουν λιγότερο έλεγχο στα χρήματα».

Επιπλέον, κατά την άποψή της, αυτοί οι περιορισμοί αντιπροσωπεύουν απώλεια ιδιωτικής ζωής και ελέγχου, που θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν τον φόβο μιας κατάστασης επιτήρησης, και «πρόκειται για μία πραγματική απώλεια ελέγχου, γιατί είναι πιο εύκολο να παρακολουθείται κάποιος στις συναλλαγές του».

Όπως έχει γίνει γνωστό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο πλαίσιο της καταπολέμησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, θέλει να περιορίσει τη χρήση μετρητών, με το μέγιστο δυνατό ποσό για πληρωμές σε μετρητά να φέρεται επί του παρόντος πως θα είναι τα 10.000 ευρώ.

Πολιτικά, οι περιορισμοί σε μετρητά είναι «ένα καυτό ζήτημα στο οποίο κανείς δεν θέλει να κάψει τα δάχτυλά του», και, για παράδειγμα, πριν από δύο χρόνια το Λαϊκό Κόμμα το οποίο ηγούνταν και τότε της αυστριακής κυβέρνησης ήθελε να αναβαθμίσει σε συνταγματικό νόμο το δικαίωμα χρήσης μετρητών, ωστόσο, το σχετικό νομοσχέδιο δεν συγκέντρωσε τον Σεπτέμβριο του 2019 την απαραίτητη πλειοψηφία των δύο τρίτων.

Στο κυβερνητικό πρόγραμμα υπάρχει μεν η «δέσμευση για διατήρηση των μετρητών, αλλά μόνον στο πλαίσιο των ισχυόντων κανονισμών ως προς το ξέπλυμα χρήματος», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, διατύπωση, που, σύμφωνα με αναλυτές, θα μπορούσε να προσφέρει τη δυνατότητα στην ΕΕ να προχωρήσει στις προθέσεις της.

Ο Μπερντ Λάουσεκερ από την πανίσχυρη Ένωση Ενημέρωσης Καταναλωτών στην Αυστρία, αναφέρει ότι δεν είναι πεπεισμένος ότι τα ανώτερα όρια μετρητών είναι κατάλληλα για την καταπολέμηση του εγκλήματος και του ξεπλύματος χρήματος, που συχνά, όπως ο ίδιος επισημαίνει, γίνεται μέσω επιχειρήσεων, όπως καταστήματα, τα οποία εισπράττουν μικρά ποσά και άρα δεν επηρεάζονται από ένα όριο μετρητών.

Συνεπώς, όπως σημειώνει, στο ερώτημα ως προς εάν υπάρχει ισορροπία ανάμεσα σε οφέλη και μειονεκτήματα, από τέτοιες ρυθμίσεις, η απάντηση από μέρος του είναι σαφώς αρνητική.

Ο ίδιος, θεωρεί την εισαγωγή ενός ανώτατου ορίου 10.000 ευρώ ως ένα πρώτο βήμα, από το οποίο οι απλοί καταναλωτές δεν επηρεάζονται καθόλου στην καθημερινή ζωή, ωστόσο, όπως προειδοποιεί, κατόπιν το όριο θα μειώνεται συνεχώς μέχρι να επηρεάσει τους ανθρώπους, και αυτό, καθότι, σύμφωνα με τα σχέδια της Ευρωπαϊκή Επιτροπής, θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη-μέλη να εισάγουν ή να διατηρούν πολύ χαμηλότερα όρια (από τις 10.000 ευρώ).

Ο Μπερντ Λάουσεκερ παρατηρεί ότι στην Αυστρία ή τη Γερμανία δεν υπάρχουν επί του παρόντος ανώτατα όρια χρήσης μετρητών, όμως ισχύουν σε άλλες χώρες της ΕΕ, με τον σχετικό κανονισμό να είναι αυστηρότερος στην Ελλάδα, όπου το μέγιστο ποσό σε μετρητά που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσο πληρωμής είναι τα 500 ευρώ, ποσό που, όπως επισημαίνει ο ίδιος, «δεν αρκεί καν για την αγορά νέου υπολογιστή».

Ταυτόχρονα, ο ίδιος ασκεί κριτική στο γεγονός, όπως αναφέρει, ότι οι τράπεζες ή οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μέσω συναλλαγών χωρίς μετρητά, λαμβάνουν όλα τα δεδομένα και «με τον τρόπο αυτό παρέχεται και πάλι νομική υποστήριξη ώστε όλοι αυτοί να μπορούν να έχουν πρόσβαση σε τέτοια δεδομένα».