Η νέα κυβέρνηση θα διαδεχθεί την κυβέρνηση εθνικής ενότητας της οποίας ηγείτο από τον Ιανουάριο 2021 ο Μάριο Ντράγκι, ο πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο οποίος κλήθηκε στο προσκεφάλι της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της ευρωζώνης που γονάτισε εξαιτίας της πανδημίας.
Ο Ντράγκι είχε διαπραγματευθεί με τις Βυρξέλλες τη χορήγηση σχεδόν 200 δισεκ. ευρώ σε οικονομικές αρωγές προς την Ιταλία με αντάλλαγμα βαθιές οικονομικές και θεσμικές μεταρρυθμίσεις, ένα μάννα που αντιπροσωπεύει τη μερίδα του λέοντος του ευρωπαϊκού σχεδίου ανάκαμψης.
Παρά τα διακυβεύματα, κόμματα που είχαν δεχθεί να συμμετάσχουν στην κυβέρνησή του (οι Αδελφοί της Ιταλίας είχαν μείνει στην αντιπολίτευση) κατέληξαν το καλοκαίρι να τον ρίξουν για καθαρά εκλογικούς λόγους, επιφέροντας την προκήρυξη πρόωρων βουλευτικών εκλογών.
Και ενώ ο «Σούπερ Μάριο», ο οποίος είχε παρουσιαστεί ως σωτήρας της ευρωζώνης κατά τη χρηματοοικονομική κρίση του 2008, εμφανιζόταν ως εγγύηση αξιοπιστίας στα μάτια των ευρωπαίων εταίρων του, η έλευση στην εξουσία της εθνικιστικής και ευρωσκεπτικιστικής άκρας δεξιάς προκαλεί φόβους για νέα περίοδο αστάθειας.
Πολύ περισσότερο που η Ιταλία έχει δημόσιο χρέος που ανέρχεται στο 150% του ΑΕΠ της, ο πληθωρισμός τρέχει στη χώρα με περισσότερο από 9% και οι λογαριασμοί του αερίου και του ηλεκτρικού δημιουργούν προβλήματα σε εκατομμύρια ανθρώπους.
Το Χρηματιστήριο του Μιλάνου βρισκόταν σε άνοδο σήμερα το πρωί, καθώς η νίκη της άκρας δεξιάς είχε σε μεγάλο βαθμό προβλεφθεί από τις αγορές. Την Παρασκευή το ιταλικό χρηματιστήριο είχε σημειώσει πτώση 3,36%, τη μεγαλύτερη μεταξύ των μεγάλων ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων.
Ένδειξη των επίμονων ανησυχιών των επενδυτών για το χρέος της Ιταλίας αποτελεί το γεγονός ότι το «σπρεντ», δηλαδή η διαφορά στο επιτόκιο ανάμεσα στο δεκαετές γερμανικό ομόλογο και το δεκαετές ομόλογο της Ιταλίας, ανέβηκε σήμερα στις 235 μονάδες, σημειώνοντας αύξηση κατά 6,68%.