Η Γερμανίδα καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ , δήλωσε από το Κίεβο όπου πραγματοποιεί επίσημη επίσκεψη ότι θα ταχθεί υπέρ της συνέχισης των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, καθώς δεν διαφαίνεται προς το παρόν πρόοδος όσον αφορά την εφαρμογή των Συμφωνιών του Μίνσκ
«Με βάση την κατάσταση που επικρατεί μέχρι τώρα, η Γερμανία θα ταχθεί και τον Δεκέμβριο υπέρ της συνέχισης των κυρώσεων κατά της Ρωσίας» δήλωσε η Γερμανίδα καγκελάριος επισημαίνοντας ότι «πάντα λέγαμε ότι οι κυρώσεις συνδέονται με μια ορισμένη κατάσταση και πως αν υπάρξει πρόοδος, τότε μπορούμε να συζητήσουμε την ελάφρυνση των κυρώσεων». «Δυστυχώς –συνέχισε– αυτή τη στιγμή η κατάσταση είναι τέτοια, που οι συμφωνίες του Μίνσκ δεν τηρούνται».
Η Γερμανίδα καγκελάριος, αναφερόμενη στις επικείμενες εκλογές της 11ης Νοεμβρίου, οι οποίες θα γίνουν στις αυτοανακηρυχθείσες δημοκρατίες του Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ στην Ανατολική Ουκρανία, δήλωσε κατά τη διάρκεια της κοινής συνέντευξης τύπου που έδωσε με τον Ουκρανό πρόεδρο Πέτρο Ποροσένκο, ότι η γερμανική κυβέρνηση τις αντιμετωπίζει αρνητικά.
«Αντιμετωπίζουμε πολύ αρνητικά τις εκλογές οι οποίες θα γίνουν στο Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ. Δεν ανταποκρίνονται στο πνεύμα των συμφωνιών του Μινσκ» δήλωσε η Μέρκελ.
Η απόφαση για την διεξαγωγή των εκλογών στην περιοχή της Ανατολικής Ουκρανίας ελήφθη μια εβδομάδα μετά την δολοφονία του ηγέτη της «Δημοκρατίας του Ντονέτσκ» Αλεξάντρ Ζαχάρτσενκο.
Η Μόσχα θωρεί τις εκλογές αυτές ως αναγκαίο μέτρο υπό αυτές τις συνθήκες. Όπως διευκρίνισε ο εκπρόσωπος της Ρωσίας στην ομάδα επαφών Μπορίς Γκριζλόφ, το σύνολο των μέτρων, το οποίο αναφέρεται στην συμφωνία του Μίνσκ, αφορά μόνο τις δημοτικές εκλογές στην περιοχή αυτή της Ανατολικής Ουκρανίας.
Οι προεδρικές και βουλευτικές εκλογές στο Νοτνετσκ και Λουγκάνσκ δεν είναι δημοτικές και συνεπώς τυπικά δεν έρχονται σε αντίθεση με τις συμφωνίες του Μίνσκ.
Η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα δήλωσε αργότερα ότι οι εκλογές της 11ης Νοεμβρίου στην Ανατολική Ουκρανία δεν έχουν σχέση με τις συμφωνίες του Μίνσκ, αλλά γίνονται αποκλειστικά για να καλυφθεί το κενό εξουσίας που υπάρχει.