Τις τάσεις που διαμορφώθηκαν εν μέσω πανδημίας στον κλάδο του λιανικού εμπορίου κατέγραψε η Grant Thornton, αλλά και τις προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι επιχειρήσεις στη μετά Covid-19 εποχή.
Σύμφωνα με την ανάλυση της Grant Thornton για την επίδραση της πανδημίας στο λιανικό εμπόριο, τα περιοριστικά μέτρα δεν επηρέασαν όλες τις επιχειρήσεις του κλάδου με τον ίδιο τρόπο. Μάλιστα κατηγορίες όπως τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (supermarkets) και τα καταστήματα ειδών διατροφής παρουσίασαν ετήσια αύξηση τον Απρίλιο της τάξης του +8,6% και +3,3%, αντίστοιχα.
Στον αντίποδα, η κατηγορία της ένδυσης και υπόδησης δέχθηκε συντριπτικό πλήγμα καθώς ο κύκλος εργασιών στο συγκεκριμένο κλάδο μειώθηκε κατά 83%, ενώ σημαντική ήταν και η μείωση στις κατηγορίες Έπιπλα-Ηλεκτρικά Είδη- Οικιακός εξοπλισμός κατά 53,6%, Βιβλία-Χαρτικά-Λοιπά Είδη (-53,1%), Πολυκαταστήματα (-45,6%) και Καύσιμα-Λιπαντικά (-42,5%).
Η έλευση του Covid-19 και η μείωση στο διαθέσιμο εισόδημα που την ακολούθησε, μετέβαλλαν τις καταναλωτικές συνήθειες τόσο ως προς το είδος των αγορών όσο και ως προς τον τρόπο που αυτές πραγματοποιούνται. Οι βασικές τάσεις που παρατηρήθηκαν στην περίοδο του περιορισμού στις μετακινήσεις και οι οποίες συνεχίζονται εν πολλοίς και μετά την άρση των μέτρων συνοψίζονται ως εξής:
– Υγιεινή & Ασφάλεια: Στην προ Covid-19 περίοδο οι καταναλωτές έδειχναν προτίμηση σε προϊόντα και υπηρεσίες που κάλυπταν τα κριτήρια της ποιότητας και της τιμής. Αντίθετα, έρευνες αγοράς έδειξαν πως, στην περίοδο του περιορισμού των μετακινήσεων, οι καταναλωτές έδωσαν μεγαλύτερη προτεραιότητα σε προϊόντα και υπηρεσίες που πληρούσαν τα κριτήρια της υγιεινής και της ευκολίας στην πρόσβαση.
– Προσβασιμότητα: Οι περιορισμοί στις μετακινήσεις οδήγησαν επίσης μεγάλο μέρος των καταναλωτών να αλλάξει το κατάστημα στο οποίο πραγματοποιεί τις καθημερινές του αγορές. Η τάση φανερώνει μείωση των επισκέψεων και αύξηση της προτίμησης για αγορές στα συνοικιακά καταστήματα έναντι των μεγάλων υπεραγορών, τα οποία συγκεντρώνουν ταυτόχρονα μεγάλο αριθμό καταναλωτών. Παράγοντες που επηρέασαν τη στροφή των καταναλωτών αποτέλεσαν α) ο χρόνος αναμονής στην ουρά, β) ο χρόνος πραγματοποίησης των αγορών και γ) τα μέτρα υγιεινής που έλαβαν τα καταστήματα.
– Αύξηση ψηφιακών συναλλαγών: Σύμφωνα με στοιχεία του ΣΕΒ, ο αριθμός ψηφιακών χρηστών υπερδιπλασιάστηκε τον Απρίλιο 2020, η καταναλωτική δαπάνη μέσω ηλεκτρονικών καταστημάτων αυξήθηκε έως και 170% εβδομαδιαίως (σε σχέση με το 2019), ενώ τα έσοδα του ηλεκτρονικού εμπορίου το Μάρτιο και Απρίλιο εξαπλασιάστηκαν. Η αύξηση επηρέασε ιδιαίτερα τα supermarket και τα καταστήματα ειδών διατροφής.
– Εθνοκεντρική προσέγγιση: Επίσης την περίοδο της καραντίνας παρατηρήθηκε στροφή προς τα ελληνικά προϊόντα καθώς η ομολογουμένως επιτυχημένη αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης αύξησε την εθνική αυτοπεποίθηση των Ελλήνων καταναλωτών.
Παράλληλα, με τις αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες, ο κλάδος του λιανικού εμπορίου καλείται να αντιμετωπίσει προκλήσεις που σχετίζονται με την αποτελεσματική διαχείριση της εφοδιαστικής αλυσίδας, την απλοποίηση των εσωτερικών διαδικασιών και την αναδιάταξη των σημείων πώλησης.
– Εφοδιαστική αλυσίδα: Έντονες μεταβολές στη ζήτηση για διάφορα προϊόντα όπως π.χ. αντισηπτικά και λοιπά φαρμακευτικά είδη καθώς και η διακοπή παραγωγής πολλών κωδικών στις χώρες προέλευσης οδήγησαν σε ελλείψεις, οι οποίες ήταν δύσκολο να προβλεφθούν με βάση τα παραδοσιακά μοντέλα παραγγελιών. Παράλληλα, εντονότερο πρόβλημα αντιμετώπισαν οι επιχειρήσεις που δεν διέθεταν online παρουσία, αλλά αντίθετα διακινούσαν τα προϊόντα τους αποκλειστικά μέσω φυσικών καταστημάτων, τα οποία για σημαντικό χρονικό διάστημα παρέμειναν κλειστά.
– Πολύπλοκες εσωτερικές διαδικασίες: Εταιρείες που διακρίνονται από γραφειοκρατικές διαδικασίες λήψης και καταχώρησης παραγγελιών και διαχείρισης των διαθέσιμων αποθεμάτων αντιμετώπισαν μεγαλύτερες δυσκολίες στην περίοδο της καραντίνας.
– Αναδιάταξη σημείων πώλησης: Η τάση αύξησης των πωλήσεων μέσω διαδικτύου σε συνδυασμό με την ανάγκη των εταιρειών για μείωση του κόστους και την αύξηση της τηλεργασίας, άρα περιορισμού στις μετακινήσεις, οδηγεί σταδιακά σε αναδιάταξη της γεωγραφικής παρουσίας των επιχειρήσεων λιανικής.
– Αύξηση της διαπραγματευτικής ισχύος των προμηθευτών: Με δεδομένα τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και τις ελλείψεις που παρατηρήθηκαν στην αγορά, η διαπραγματευτική ικανότητα των προμηθευτών ενισχύθηκε έναντι των επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου. Σε πολλές περιπτώσεις οι προμηθευτές απαίτησαν αύξηση τιμών ή/και βελτιωμένους όρους πίστωσης και παροχών προκειμένου να συνεχίσουν να προμηθεύουν απρόσκοπτα ή κατά προτεραιότητα τις εταιρείες λιανικής.