Αναθερμαίνεται το ενδιαφέρον των επενδυτών για την Ελλάδα, αναφέρει σε ανάλυσή της η HSBC, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την πρώτη έκδοση 10ετούς κοινοπρακτικού ομολόγου, μετά από την κρίση που πέρασε η χώρα.
Όπως αναφέρει η HSBC, η σταθερή ανάπτυξη και το μεγάλο μαξιλάρι αποθεμάτων, θα πρέπει να υποστηρίξουν τυχόν αναβαθμίσεις και να βοηθήσουν την Ελλάδα να διευρύνει την επενδυτική της βάση.
Ωστόσο, επισημαίνει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες, την απουσία επενδύσεων και τη διεξαγωγή των εκλογών φέτος, που παραμένουν πιθανές αιτίες ανησυχίας.
Η Ελλάδα θα μπορούσε σύντομα να επιστρέψει στις αγορές
Η υψηλή συμμετοχή στην έκδοση του πενταετούς ομολόγου πριν από λίγες ημέρες, υποδηλώνει ότι οι επενδυτές μπορεί να “ερωτεύονται” ξανά την Ελλάδα.
Προκειμένου να διευρύνει περαιτέρω την επενδυτική της βάση και να δημιουργήσει εκ νέου ένα σημείο αναφοράς, η HSBC αναμένει μια 10ετή έκδοση, την πρώτη μετά από το PSI του 2012.
Τα ελληνικά ομόλογα έχουν πλέον ελκυστική τιμή σε σχέση με τα αντίστοιχης αξιολόγησης ομόλογα των αναδυόμενων χωρών. Τα επίπεδα των αποδόσεων ίσως να είναι ελαφρώς πιο υψηλά μετά από το ράλι του Ιανουαρίου, αλλά αναμένει ότι αυτό θα υπερβληθεί από τη νέα έκδοση.
Αναμένεται εύρωστη ανάπτυξη
Το ΑΕΠ της Ελλάδος αναμένεται να αναπτυχθεί 2,2% το 2018, και η HSBC αναμένει ανάπτυξη 2,4% φέτος και 2% το 2020. Αυτό θα αποτελέσει την πρώτη φορά μετά από 15 χρόνια που η Ελλάδα θα έχει καταγράψει τρία συνεχόμενα έτη με ανάπτυξη υψηλότερη του 2%.
Ακόμη και αν το αναπτυξιακό momentum έχει επιβραδυνθεί ελαφρώς τελευταίως, “η Ελλάδα ήταν μέχρι στιγμής σχετικά ανεπηρέαστη από την ύφεση στην υπόλοιπη ευρωζώνη. Η κατάσταση στην αγορά εργασίας (η ανεργία διαμορφώθηκε στο 18,5% το Νοέμβριο), σημαίνει ότι η δημιουργία θέσεων εργασίας παραμένει ο κύριος μοχλός ανάπτυξης”.
Η δημοσιονομική εικόνα φαίνεται καλή
Η Ελλάδα λογικά θα έχει πετύχει τον στόχο της για το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% για το 2018, και η Κομισιόν έχει επιτρέψει στην ελληνική κυβέρνηση να ακυρώσει τις προγραμματισμένες περικοπές στις συντάξεις.
Το ιστορικά υψηλό ποσό των διαθεσίμων της κυβέρνησης (37 δισ. ευρώ που αντιστοιχεί στο 20% του ΑΕΠ) σημαίνει ότι η χώρα είναι πλήρως χρηματοδοτούμενη μέχρι το τέλος του 2022, και αυτά τα κεφάλαια θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να μειώσουν το χρέος. Αυτό έχει ενισχύσει την εμπιστοσύνη της αγοράς και έχει συμβάλει στις αναβαθμίσεις αξιολογήσεων και από τους τρεις οίκους. Μάλιστα η HSBC θεωρεί πιθανή την αναβάθμιση και από Moody’s και από S&P, οι οποίες έχουν θετικό outlook για την Ελλάδα.
Παραμένουν κάποιοι κίνδυνοι
Το ποτήρι είναι ακόμη μισογεμάτο για την Ελλάδα. Οι κύριοι κίνδυνοι συνδέονται με την προσφάτως συμφωνηθείσα αύξηση κατά 11% στον κατώτατο μισθό (κάτι που θα μπορούσε να πλήξει τις θέσεις εργασίας), την φευγαλέα ανάκαμψη των επενδύσεων (βαρίδι για την πιθανή ανάπτυξη, που είναι βασικός παράγοντας στην μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους) και την αβεβαιότητα που περικλείει τις τράπεζες. Θεωρεί δε ότι οι κίνδυνοι από τις εκλογές, είναι περιορισμένοι.