Μία στις 7 επιχειρήσεις (περίπου 100.000) ενδέχεται να κλείσουν μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων, όπως προκύπτει από τα βασικά ευρήματα έκτακτης έρευνας του Ινστιτούτου Μικρομεσαίων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) για τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.

Τα βασικά ευρήματα της έκτακτης έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ είναι τα εξής:

• 7 στις 10 επιχειρήσεις που συνεχίζουν να λειτουργούν κατέγραψαν μείωση του τζίρου τους.

• 7 στις 10 επιχειρήσεις, θεωρούν ότι το σημαντικότερο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουν μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων θα είναι η έλλειψη ρευστότητας.

• 1 στις 7 επιχειρήσεις (περίπου 100.000) ενδέχεται να κλείσουν μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων.

• 9 στις 10 επιχειρήσεις θεωρούν ότι η προστασία της πρώτης κατοικίας θα πρέπει να επεκταθεί για τουλάχιστον 6 μήνες.

Όπως σημειώνεται, μόλις τα τελευταία 2 χρόνια οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις είχαν αρχίσει αργά, αλλά σταθερά να ανακάμπτουν από τη δεκαετή οικονομική κρίση, οι συνέπειες της οποίας ήταν εντονότερες για αυτές. Υπενθυμίζεται από τη ΓΣΕΒΕΕ ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις απασχολούν 0-49 άτομα προσωπικό, αποτελούν το 99% των ελληνικών επιχειρήσεων και προσφέρουν το 80% των θέσεων απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα και το ξέσπασμα της πανδημίας έρχεται να δημιουργήσει μια νέα πολυεπίπεδη κρίση, «οι επιπτώσεις της οποίας δεν είναι δυνατόν ακόμα να υπολογιστούν», όπως σημειώνεται.

«Η κατά γενική ομολογία έγκαιρη απόφαση της κυβέρνησης για λήψη εκτεταμένων περιοριστικών μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας έχει βοηθήσει την ελληνική κοινωνία και οικονομία να αποφύγουν τα χειρότερα των συνεπειών της υγειονομικής κρίσης» σημειώνει η συνομοσπονδία.

Από την άλλη μεριά, προσθέτει, ο τρόπος αντιμετώπισης της κρίσης προκαλεί σοβαρές επιπλοκές στην οικονομική και κοινωνική λειτουργία.

«Ο χρόνος που θα απαιτηθεί για την αποτελεσματική της αντιμετώπιση θα καθορίσει τόσο τη διάρκεια όσο και την έκταση των μέτρων που θα πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπιση των παρεπόμενων παρενεργειών. Το βάθος, το εύρος και η κατεύθυνση της κρατικής παρέμβασης είναι τα στοιχεία που θα καθορίσουν το πόσο ανώδυνα ή επώδυνα θα ξεπεράσουμε τη δύσκολη αυτή κατάσταση» υπογραμμίζει η ΓΣΕΒΕΕ.

Με βάση τα παραπάνω η συνομοσπονδία σημειώνει ότι θα πρέπει να γίνει συνείδηση ότι δεν υπάρχει ο απαραίτητος χρόνος για δομικό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας και τα μέτρα που θα ληφθούν θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένα στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της οικονομίας και των επιχειρήσεων που τη συναπαρτίζουν.

Στη συντριπτική τους πλειοψηφία (99%) είναι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις και χαρακτηρίζονται ως «ραχοκοκαλιά» της οικονομίας και «η διάρρηξη της ραχοκοκαλιάς της οικονομίας ισοδυναμεί με διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής».

Σημειώνεται ότι η έρευνα διενεργήθηκε σε ένα περιβάλλον όπου η γενική αίσθηση είναι ότι τα περιοριστικά μέτρα θα αρθούν μέχρι τα τέλη Μαΐου και θα υπάρξουν οι προϋποθέσεις για σταδιακή επαναφορά στην οικονομική και κοινωνική κανονικότητα.  

Επειδή ωστόσο, όπως αναφέρει η ΓΣΕΒΕΕ, κανείς δεν γνωρίζει με βεβαιότητα τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης που βιώνουμε, απαιτούνται μέτρα στήριξης προσανατολισμένα σε δύο βασικές κατευθύνσεις:

• Ενίσχυσης της ρευστότητας των επιχειρήσεων.

• Κάλυψης της απώλειας των εισοδημάτων. Η κάλυψη αυτή θα πρέπει να ξεπεράσει το στενόχωρο μέτρο των αποσπασματικών επιδομάτων.