Για χειμώνα αυξημένης αβεβαιότητας προετοιμάζονται οι ελληνικές επιχειρήσεις ένδυσης και κλωστοϋφαντουργίας, καθώς το υψηλό ενεργειακό και μεταφορικό κόστος, η εκτίναξη των τιμών των πρώτων υλών και η συρρίκνωση του εισοδήματος των καταναλωτών λόγω των ισχυρών πληθωριστικών πιέσεων, συνεπεία και του πολέμου στην Ουκρανία, διαμορφώνουν συνθήκες αστάθειας και καθιστούν κάθε πρόβλεψη αβέβαιη.
Στο σκηνικό αυτό, οι επιχειρηματίες του χώρου αναζητούν εναλλακτικές και στρέφουν το βλέμμα τους και στην τουριστική σεζόν του 2023, ευελπιστώντας ότι οι αφίξεις στη χώρα μας θα είναι αυξημένες και τη νέα χρονιά και ότι οι τουρίστες, ιδίως στα νησιά, θα αγοράσουν -όπως συνέβη και φέτος- όχι μόνο σουβενίρ, αλλά και ρούχα «made in Greece», με την ευκαιρία των διακοπών τους στην Ελλάδα.
Οι δε εξαγωγές του κλάδου αναμένεται φέτος να ξεπεράσουν σε αξία τις επιδόσεις του έτους-ρεκόρ 2019, αν και ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα κάμψει τα οικονομικά μεγέθη, με αποτέλεσμα η φετινή χρήση να κλείσει κοντά στο «ίσα βάρκα, ίσα νερά».
Τα παραπάνω επισημαίνει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο γενικός διευθυντής του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Πλεκτικής και Ετοίμου Ενδύματος Ελλάδος (ΣΕΠΕΕ), Θεόφιλος Ασλανίδης, υπενθυμίζοντας -μεταξύ άλλων- ότι ειδικά για την κλωστοϋφαντουργία η πιθανή εξέλιξη των μεγεθών της τον φετινό χειμώνα μοιάζει με γρίφο, δεδομένου ότι η ενεργειακή δαπάνη αντιστοιχεί περίπου στο 50% του κόστους του προϊόντος της. «Κάποια στιγμή, το κόστος της ενέργειας είχε εξαπλασιαστεί λόγω του φυσικού αερίου, με χειρότερο μήνα από αυτή την άποψη τον Αύγουστο.
Σε τέτοιες συνθήκες γίνεται εύκολα σαφές πόσο πιέζεται η κλωστοϋφαντουργία. Δεν μπορεί να μετακυλίσει αυτό το κόστος στις τελικές τιμές των προϊόντων της, γιατί θα γίνουν απαγορευτικές, οπότε το απορροφά και ευελπιστεί ότι θα έρθουν καλύτερες ημέρες, ώστε να αναπληρώσει τις απώλειες» λέει χαρακτηριστικά και προσθέτει πως, σε ό,τι αφορά το έτοιμο ρούχο, η ανησυχία προέρχεται από το γεγονός ότι οι καταναλωτές ακόμα και σε οικονομικά ισχυρές χώρες, όπως η Ιταλία, η Γερμανία και η Αγγλία, στις οποίες οι ελληνικές επιχειρήσεις εξάγουν τα προϊόντα τους, βλέπουν τον πληθωρισμό να «καταβροχθίζει» το διαθέσιμο εισόδημα και περιορίζουν τις αγορές ειδών που δεν θεωρούνται πρώτης ανάγκης, όπως αυτά της ένδυσης (σ.σ. περίπου το 80% των ελληνικών εξαγωγών του κλάδου κατευθύνεται στις αγορές της ΕΕ, και κυρίως σε Γερµανία, Κύπρο, Ιταλία, Αγγλία, Γαλλία και Ισπανία).
Εν αναμονή των εξελίξεων, κατά το οκτάμηνο Ιανουαρίου- Αυγούστου, η αλυσίδα της ένδυσης και κλωστοϋφαντουργίας κατέγραψε ανοδική πορεία. Ο δείκτης παραγωγής σημείωσε αύξηση 16,8% στην ένδυση και μικρή μείωση (-3,0%) στην κλωστοϋφαντουργία. Σημαντική αύξηση 19,7% κατέγραψαν οι εξαγωγές της αλυσίδας ένδυσης – κλωστοϋφαντουργίας στο υπό εξέταση οκτάμηνο και ανήλθαν σε 1,47 δισ. ευρώ.
Οι εξαγωγές ενδυμάτων σημείωσαν σημαντική άνοδο 24,8% και διαμορφώθηκαν σε 741 εκατ. ευρώ. Στην κλωστοϋφαντουργία οι εξαγωγές επίσης αυξήθηκαν κατά 29,6% (σε 380 εκατ). Οι εξαγωγές του πρωτογενούς τομέα, τέλος, του βαμβακιού, σημείωσαν μικρή αύξηση 2,2% (346 εκατ. ευρώ). Μεγάλη αύξηση, κατά 40,8%, κατεγράφη και στις εισαγωγές.
Όσον αφορά την εγχώρια αγορά οι λιανικές πωλήσεις ενδυμάτων κατέγραψαν άνοδο 25,5% στο οκτάμηνο και ανήλθαν σε αξία σε 1,37 δισ. ευρώ. «Ωστόσο θα πρέπει να επισημανθεί το γεγονός ότι η ισχυρή ανάπτυξη των λιανικών πωλήσεων του πρώτου τετράμηνου (60%) προέκυψε λόγω της σύγκρισης με το αντίστοιχο διάστημα του 2021 που τα καταστήματα για μεγάλο διάστημα ήταν κλειστά. Συγκρίνοντας το δεύτερο τετράμηνο του 2022, η αύξηση περιορίζεται σε 9,1%» διευκρινίζει ο κ. Ασλανίδης.