Ένταση της απαισιοδοξίας καταναλωτών και επιχειρηματιών σχετικά με το κόστος διαβίωσής τους και μεγάλο προβληματισμό αναφορικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και τις φυσικές καταστροφές που εκδηλώνονται, κατέγραψε για το δεύτερο εξάμηνο του 2023 και σε σύγκριση με τον Μάρτιο φέτος, η Έρευνα Οικονομικής Συγκυρίας στο νομό Θεσσαλονίκης «Βαρόμετρο», που υλοποιεί το Εμποροβιομηχανικό Επιμελητήριο της πόλης (ΕΒΕΘ).

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Σεπτεμβρίου σε συνολικό δείγμα 1.500 ερωτώμενων (800 επιχειρήσεων και 700 καταναλωτών) και καλύπτοντας και τους τέσσερις τομείς της οικονομίας (βιομηχανία –μεταποίηση, υπηρεσίες, λιανικό εμπόριο και κατασκευές). Τα αποτελέσματα του Βαρόμετρου του ΕΒΕΘ, παρουσιάστηκαν σήμερα από τον Α΄ Αντιπρόεδρο του ΕΒΕΘ, Εμμανουήλ Βλαχογιάννη και από τον διευθυντή Ερευνών της εταιρείας Palmos Analysis, Πασχάλη-Αλέξανδρο Τεμεκενίδη.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της έρευνας, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης στο νομό Θεσσαλονίκης διαμορφώνεται στις -35 μονάδες, με πτώση πέντε μονάδων σε σχέση με τον Μάρτιο 2023.

Με βάση το Βαρόμετρο του ΕΒΕΘ, η καταναλωτική εμπιστοσύνη στο νομό Θεσσαλονίκης παρουσιάζει επιδείνωση, κυρίως λόγω της ακρίβειας σε προϊόντα και στην ενέργεια, που πιέζει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Το 97% των καταναλωτών που συμμετείχαν στην έρευνα δηλώνει ότι οι τιμές καταναλωτή κατά το τελευταίο έτος αυξήθηκαν «πολύ» ή «αρκετά», ενώ το 76% διατυπώνει την εκτίμηση ότι αυτές θα συνεχίσουν να αυξάνονται και στο μέλλον με παρόμοιο ή μεγαλύτερο ρυθμό.

Την ίδια στιγμή, σε αρνητικό έδαφος πέρασε και πάλι ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών για τη βιομηχανία στο νομό Θεσσαλονίκης και βρίσκεται πλέον στις -3 μονάδες, από +5 τον Μάρτιο του 2023.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι βιομήχανοι του νομού Θεσσαλονίκης, ενώ μιλούν για βελτίωση σε ό,τι αφορά την εξέλιξη της παραγωγής στο τελευταίο εξάμηνο, ωστόσο «βλέπουν» επιδείνωση για το άμεσο μέλλον, παραμένοντας όμως σε θετικό έδαφος (+16 από +47 τον Μάρτιο του 2023, το καλύτερο σημείο στην ιστορία των μετρήσεων του Βαρόμετρου ΕΒΕΘ).

Ελαφρά πτώση σημείωσε ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στον κλάδο των υπηρεσιών, με τον δείκτη να παραμένει σε θετικό έδαφος και συγκεκριμένα στο +18, έναντι +24 το προηγούμενο εξάμηνο. Καταγράφεται δε θετική, και στο υψηλότερο σημείο από την καθιέρωση των μετρήσεων του Βαρόμετρου ΕΒΕΘ, η εικόνα ως προς την εξέλιξη της επιχειρηματικής κατάστασης των επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών (στο +9 από +6 τον Μάρτιο 2023), με την αποτίμηση για την εξέλιξη της ζήτησης στο περασμένο εξάμηνο να είναι σχεδόν σταθερή, στο+22, έναντι του +24 τον Μάρτιο 2023.

Στον αντίποδα, επιδείνωση του κλίματος καταγράφεται στις επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου στο νομό Θεσσαλονίκης σε σχέση με τον Μάρτιο του 2023, με τον σχετικό δείκτη επιχειρηματικών προσδοκιών να βρίσκεται στο +1, από +11 τον Μάρτιο 2023. Στο υψηλότερο επίπεδο στην ιστορία των μετρήσεων του Βαρόμετρου ΕΒΕΘ παραμένει ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στον κλάδο των κατασκευών και διαμορφώνεται στις -2 μονάδες στο νομό Θεσσαλονίκης, από -1 τον Μάρτιο 2023).

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Πονοκέφαλος η…ακρίβεια

Πονοκέφαλο αποτελούν για καταναλωτές και επιχειρηματίες τα κόστη ενέργειας, καυσίμων και ενοικίων, ενώ κλιματική αλλαγή και φυσικές καταστροφές είναι θέματα που τους προβληματίζουν έντονα. Όπως προκύπτει από το Βαρόμετρο του ΕΒΕΘ, το 11% των νοικοκυριών στο νομό Θεσσαλονίκης χαρακτηρίζει δυσβάσταχτους τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος και αναφέρει ότι δεν είναι σε θέση να τους πληρώσει, ενώ το 59% τους θεωρεί υψηλούς και δηλώνει δυσκολία στην αποπληρωμή τους. Αντίστοιχα, υψηλό χαρακτηρίζει το 66% των καταναλωτών στον νομό Θεσσαλονίκης το ύψος των ενοικίων στην περιοχή όπου κατοικεί και αναφέρει ότι δυσκολεύεται να το καταβάλει.

Στο μεταξύ, τρεις στους δέκα επιχειρηματίες στο νομό Θεσσαλονίκης διαπιστώνουν προβλήματα ελλείψεων πρώτων υλών ή προϊόντων στην αγορά (40% τον Μάρτιο 2023 και 50% τον Σεπτέμβριο 2022), είτε σε μικρό βαθμό (22%) είτε σε μεγάλο βαθμό (6%). Πάντως, από τα σημαντικότερα προβλήματα για τους επιχειρηματίες στο νομό Θεσσαλονίκης, το υψηλό κόστος ενέργειας και καυσίμων αποτελεί το σημαντικότερο (38% έναντι 30% τον Μάρτιο του 2023) και ακολουθούν εκείνα των πρώτων υλών/προϊόντων (30% , 31% τον Μάρτιο 2023) και της φορολογίας (29%, έναντι 20% τον Μάρτιο 2023).

Οχυρώνονται απέναντι στην κλιματική αλλαγή & τις φυσικές καταστροφές

Περίπου τρεις στους τέσσερις καταναλωτές στον νομό Θεσσαλονίκης θεωρούν ότι η κλιματική αλλαγή και οι συνέπειες που προκαλεί στη ζωή τους είναι «Πολύ» (46%) ή «Αρκετά» (28%) σημαντικά θέματα. Ένας στους πέντε (22%), δηλώνει ότι έχει ασφαλίσει το σπίτι του από το ενδεχόμενο κάποιας φυσικής καταστροφής, ενώ δύο στους τρεις (64%) δεν το έχουν κάνει ακόμα. Ένας στους πέντε, δηλώνει ότι «σίγουρα» (5%) ή «πολύ πιθανά» (16%) θα ασφαλίσει το σπίτι του από το ενδεχόμενο φυσικής καταστροφής μέσα στον επόμενο χρόνο, ενώ στον αντίποδα το 57% αναφέρει ότι δεν προτίθεται να προβεί σε μια τέτοια ενέργεια.

Περίπου οι μισές επιχειρήσεις (46%) στον νομό Θεσσαλονίκης δηλώνουν ότι έχουν λάβει κάποια μέτρα για την προστασία τους από τις συνέπειες της εκδήλωσης των φυσικών καταστροφών. Από τις υπόλοιπες (δηλαδή το 54%), το 25% λέει ότι θα το πράξει στο άμεσο (11%) ή το απώτερο (14%) μέλλον. Δύο στις τρεις επιχειρήσεις δεν σκοπεύουν να λάβουν κανένα σχετικό μέτρο.

Πάνω από τις μισές επιχειρήσεις στον νομό Θεσσαλονίκης (56%) δηλώνουν ότι είναι ασφαλισμένες για το ενδεχόμενο φυσικής καταστροφής και μεταξύ όσων δεν είναι (39%), μία στις τέσσερις δηλώνει ότι «Σίγουρα» (6%) ή «Πολύ πιθανά» (19%) θα ασφαλιστούν εντός του επόμενου έτους. Περαιτέρω, μεταξύ όσων δεν έχουν ασφαλίσει την επιχείρησή τους, ο κύριος λόγος που επικαλούνται είναι ότι δεν θεωρούν σοβαρό τον κίνδυνο μιας τέτοιας καταστροφής (49%) αλλά και ότι το κόστος ασφάλισης είναι υψηλό (34%).

Αναφορικά με την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, πάνω από τρεις στους τέσσερις επιχειρηματίες δηλώνουν ότι είναι «πολύ» (46%) ή «αρκετά» (31%) σημαντική για την οικονομία της χώρας, ενώ δύο στους τρεις υποστηρίζουν ότι ένα τέτοιο γεγονός είναι σημαντικό και για την ίδια την επιχείρησή τους, είτε «πολύ» (32%), είτε «αρκετά» (33%).

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης