Ανοδικά κινήθηκε το ΑΕΠ το 2018, ωστόσο υπάρχουν ρίσκα στη μεσομακροπρόθεσμη περίοδο λόγω επενδύσεων παγίων, παραγωγικότητας και δημογραφικού, επισημαίνει η Eurobank στην ανάλυσή της «7 Ημέρες Οικονομία», με αφορμή τη δημοσίευση των τριμηνιαίων εθνικών λογαριασμών για το 4ο τρίμηνο του 2018 και της πρώτης εκτίμησης της ΕΛΣΤΑΤ για τους ετήσιους εθνικούς λογαριασμούς του 2018.
Ειδικότερα, οι αναλυτές της τράπεζας σημειώνουν τα εξής:
Ο ρυθμός μεταβολής της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα παρουσίασε επιβράδυνση το 4ο τρίμηνο 2018.
Αναλυτικά, ο τριμηνιαίος πραγματικός ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης (δηλαδή η μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ το 4ο τρίμηνο 2018 σε σύγκριση με το 3ο τρίμηνο 2018), έπειτα από 9 συνεχή τρίμηνα με θετικό πρόσημο, διαμορφώθηκε στο -0,1% από 1,0% το 3ο τρίμηνο 2018. Επιπρόσθετα, ο ετήσιος πραγματικός ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης (δηλαδή η μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ το 4ο τρίμηνο 2018 σε σύγκριση με το 4ο τρίμηνο 2017) μειώθηκε στο 1,6% από 2,1% το προηγούμενο τρίμηνο.
Για το σύνολο του έτους 2018, το ονομαστικό ΑΕΠ της Ελλάδος ανήλθε στα €184,7 από €180,2 δισ. το 2017 (αύξηση €4,5 δις ή 2,5% από €3,7 δις ή 2,1% το προηγούμενο έτος). Τα μερίδια των επί μέρους συνιστωσών του ΑΕΠ – προσέγγιση δαπάνης – διαμορφώθηκαν ως ακολούθως: ιδιωτική κατανάλωση 68,0% (53,8% στην Ευρωζώνη), δημόσια κατανάλωση 19,1% (20,3% στην Ευρωζώνη), επένδυση παγίων 11,1% (20,9% στην Ευρωζώνη), εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών 36,1% (47,8% στην Ευρωζώνη) και εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών 36,4% (43,4% στην Ευρωζώνη).
Σε πραγματικούς όρους, δηλαδή αν βγάλουμε από την εξίσωση την επίδραση του πληθωρισμού, ο πραγματικός ρυθμός μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας ενισχύθηκε στο 1,9% το 2018 από 1,5% το 2017.
Σημειώνουμε ότι για 2η συνεχή χρονιά, η επίσημη εκτίμηση του Τομέα Οικονομικής Ανάλυσης και Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank Ergasias S.A. (Eurobank Research) για τον πραγματικό ρυθμό μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας, ήταν σχεδόν ίση με τον πραγματοποιηθέντα ρυθμό (2017: 1,6% vs 1,5% και 2018: 1,8% vs 1,9%).
Αυτή ήταν η πρώτη φορά από το 2007, που το πραγματικό ΑΕΠ στην Ελλάδα ενισχύθηκε σε ετήσια βάση για 2η συνεχή χρονιά και μάλιστα με επιταχυνόμενο ρυθμό. Το εν λόγω ποιοτικό αποτέλεσμα δύναται να θεωρηθεί ως ένα ακόμα βήμα εξόδου της ελληνικής οικονομίας από τη στασιμότητα των τελευταίων ετών.
Ωστόσο, η πραγματική μεγέθυνση της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας κατά 1,9% το 2018 – όπως αυτή διαμορφώνεται από την 1η εκτίμηση της ΕΛΣΤΑΤ – αποδεικνύεται μικρότερη από τον επίσημο στόχο του 2,1% (Εισηγητική Έκθεση Προϋπολογισμού 2019, Νοέμβριος 2018), πόσο μάλλον σε σχέση με τον στόχο του 2,5% που είχε τεθεί το 2017 (Εισηγητική Έκθεση Προϋπολογισμού 2018, Νοέμβριος 2017).
Συνεπώς, όπως συνέβη και τα προηγούμενα χρόνια, η μακροοικονομική επίδοση της Ελλάδος το 2018 είναι πολύ πιθανόν να χαρακτηριστεί από υπέρβαση των δημοσιονομικών στόχων, υψηλότερη πτώση του ποσοστού ανεργίας από τον προβλεπόμενο ρυθμό και μικρότερη μεγέθυνση σε σύγκριση με τους επίσημους στόχους.
Ο πραγματικός ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης στις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 28 κρατών μελών (ΕΕ-28) παρουσίασε επιβράδυνση το 2018.
Ο πραγματικός ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης στις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 28 κρατών μελών (ΕΕ-28) παρουσίασε επιβράδυνση το 2018. Μόλις σε 7 χώρες – συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδος – σημειώθηκε επιτάχυνση της ανάπτυξης (βλέπε Σχήμα 1Β). Τα στοιχεία είχαν ως ακολούθως: Μάλτα 6,6% (από 6,7% το 2017), Πολωνία 5,4% (4,8%), Ουγγαρία 4,9% (4,1%), Λετονία 4,8% (4,6%), Σλοβενία 4,5% (4,9%), Σλοβακία 4,1% (3,2%), Ρουμανία 4,1% (7,0%), Κύπρος 3,9% (4,5%), Εσθονία 3,9% (4,9%), Λιθουανία 3,4% (4,1%), Βουλγαρία 3,1% (3,8%), Τσεχία 3,0% (4,4%), Αυστρία 2,7% (2,6%), Κροατία 2,6% (2,9%), Ολλανδία 2,5% (2,9%), Ισπανία 2,5% (3,0%), Σουηδία 2,3% (2,1%), Πορτογαλία 2,1% (2,8%), ΕΕ-28 1,9% (2,4%), Ελλάδα 1,9% (1,5%), Ευρωζώνη 1,8% (2,4%), Γαλλία 1,5% (2,2%), Βέλγιο 1,4% (1,7%), Γερμανία 1,4% (2,2%), Ηνωμένο Βασίλειο 1,4% (1,8%), Δανία 1,2% (2,3%) και Ιταλία 0,9% (1,6%).
Εξαγωγές και ιδιωτική κατανάλωση οι βασικοί πυλώνες της αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ στην Ελλάδα το 2018. Υψηλή πτώση των επενδύσεων παγίων και αρνητική συνεισφορά από τη δημόσια κατανάλωση.
Υπό το πρίσμα της προσέγγισης της δαπάνης, ο εξωτερικός τομέας της ελληνικής οικονομίας είχε την υψηλότερη θετική συμβολή στην αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ το 2018. Συγκεκριμένα, οι εξαγωγές ενισχύθηκαν κατά 8,7% από 6,8% το 2017 με τον τομέα των αγαθών (πετρελαιοειδή, τρόφιμα, βιομηχανικά και χημικά προϊόντα) να εμφανίζει ελαφρώς υψηλότερη συνεισφορά από εκείνον των υπηρεσιών (τουρισμός και μεταφορές). Η ιδιωτική κατανάλωση, στηριζόμενη κυρίως στην αύξηση των διαθέσιμων εισοδημάτων λόγω ανόδου της απασχόλησης, παρέμεινε σε πορεία ήπιας ανάκαμψης, καταγράφοντας ετήσια μεταβολή της τάξης του 1,1% από 0,9% το 2017.
Παρά ταύτα, ο συνεχής αρνητικός ρυθμός αποταμίευσης των ελληνικών νοικοκυριών αποτελεί ένα ρίσκο για την περαιτέρω αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης στο μέλλον (σύμφωνα με τους τριμηνιαίους μη χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς θεσμικών τομέων, στο διάστημα από το 1ο τρίμηνο 2018 μέχρι το 3ο τρίμηνο 2018, η αρνητική αποταμίευση των ελληνικών νοικοκυριών εμφανίζει αποκλιμάκωση σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα το 2017, από -€7,1 στα -€5,4 δις). Τέλος, όπως παρουσιάζεται στο Σχήμα 2Α, η μεταβολή των αποθεμάτων είχε θετική συνεισφορά στον πραγματικό ρυθμό μεγέθυνσης το 2018, κυρίως λόγω των υψηλών επιδράσεων βάσης του 2ου εξαμήνου 2018 αλλά και της σχετικής συσσώρευσης που σημειώθηκε στην προαναφερθείσα περίοδο.
Σε ό,τι αφορά τις συνιστώσες της δαπάνης που είχαν αρνητική συνεισφορά στον πραγματικό ρυθμό μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας το 2018, τα στοιχεία είχαν ως ακολούθως: οι επενδύσεις παγίων αποτέλεσαν τον αρνητικό πρωταγωνιστή.
Αναλυτικά, ο ακαθάριστος σχηματισμός πάγιου κεφαλαίου, έπειτα από 3 χρόνια συνεχούς ανοδικής πορείας με επιταχυνόμενο ρυθμό (0,7%, 4,7% και 9,1% για τα έτη 2015, 2016 και 2017 αντίστοιχα), συρρικνώθηκε απότομα κατά -12,2% το 2018, με τη μέση ετήσια μεταβολή της περιόδου 2014-2018 να διαμορφώνεται πλέον στον οριακά θετικό ρυθμό του 0,6% (σωρευτική αύξηση των συνολικών επενδύσεων παγίων μόλις κατά 1,0% σε σύγκριση με το 2014).
Η πτώση των επενδύσεων παγίων προήλθε από δύο κατηγορίες κεφαλαιουχικών αγαθών. Στη μεν κατηγορία των κατασκευών πλην κατοικιών σημειώθηκε συρρίκνωση -22,9% (από αύξηση 1,2% το 2017), στη δε κατηγορία του μεταφορικού εξοπλισμού (κυρίως πλοία) και οπλικών συστημάτων μείωση -43,5% (από ενίσχυση 50,9% το 2017).
Με εξαίρεση τα κεφαλαιουχικά προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας (οριακή μείωση -0,1%), σε όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες επενδυτικών αγαθών καταγράφηκε υψηλή αύξηση το 2018 (π.χ. κατοικίες 17,2%, εξοπλισμός τεχνολογίας πληροφορικής και επικοινωνίας 16,8% και μηχανολογικός εξοπλισμός και οπλικά συστήματα 15,9%). Τέλος, η πτώση της δημόσιας κατανάλωσης – για 9η φορά τα τελευταία 11 χρόνια – κατά -2,5% (από -0,4% το 2017) και η αύξηση των εισαγωγών κατά 4,2% (από 7,1% το 2017) είχαν αρνητική συνεισφορά στον πραγματικό ρυθμό μεγέθυνσης το 2018.
Βάσει των προαναφερθέντων στοιχείων, αποδεικνύεται ότι ο εξωτερικός τομέας της ελληνικής οικονομίας αποτέλεσε τον βασικό μοχλό ενίσχυσης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας το 2018, με την εγχώρια ζήτηση να ακολουθεί με αρκετά χαμηλότερη θετική συμβολή.
Κυρίαρχος ο ρόλος της απασχόλησης στην ενίσχυση του πραγματικού ΑΕΠ στην Ελλάδα το 2018. Οριακή αύξηση για την παραγωγικότητα της εργασίας.
Η απασχόληση είχε τη μεγαλύτερη θετική συνεισφορά στην άνοδο του πραγματικού ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας το 2018. Σύμφωνα με τη μεθοδολογία των εθνικών λογαριασμών, ο αριθμός των απασχολούμενων αυξήθηκε κατά 1,7% (από 1,5% το 2018), οι ώρες εργασίας ανά απασχολούμενο παρέμειναν σχεδόν στάσιμες και η παραγωγικότητα της εργασίας, έπειτα από 3 χρόνια συνεχούς πτώσης (-1,6%, -0,6% και -0,9% το 2015, 2016 και 2017 αντίστοιχα) σημείωσε οριακή αύξηση της τάξης του 0,2%.
Η ισχνή επίδοση της Ελλάδος σε όρους παραγωγικότητας της εργασίας (η συνεχής μείωση των επενδύσεων επηρεάζει αρνητικά την παραγωγικότητα της εργασίας μέσω της πτώσης του φυσικού κεφαλαίου), παράλληλα με την προβλεπόμενη επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της απασχόλησης στο μέλλον, 1ον λόγω μείωσης του παραγωγικού κενού και 2ον λόγω δημογραφικών παραγόντων, συνθέτουν σημαντικά ρίσκα για τη μεσομακροπρόθεσμη πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Κλειδί για να αντιμετωπιστούν τα εν λόγω ρίσκα είναι η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων (αγορές αγαθών, δημόσιος τομέας κ.α) και η υιοθέτηση μακροπρόθεσμης στρατηγικής, 1ον για την αντιστροφή των ροών μετανάστευσης ανθρώπινου δυναμικού υψηλού ανθρώπινου κεφαλαίου προς την αλλοδαπή και 2ον για την αντιμετώπιση του προβλήματος της γήρανσης του πληθυσμού.