Μεταβολή της τάξης του 10,8% έως 11,4% στο κόστος του χριστουγεννιάτικου τραπεζιού, σε σύγκριση με το αντίστοιχο τραπέζι του 2022, διαπιστώνει το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΙΝ.ΕΜ.Υ.-ΕΣΕΕ).

Την ίδια στιγμή, ο ΣΕΛΠΕ, σε στοχευμένη έρευνα, καταγράφει ότι ένας στους δύο Έλληνες θα μειώσει τις δαπάνες τις καταναλωτικές του δαπάνες το επόμενο εξάμηνο.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το Ινστιτούτο, σύμφωνα με την πάγια πρακτική του, κατέγραψε με επιτόπια τιμοληψία και συνεντεύξεις με key-informers της αγοράς, τις τιμές τόσο από αλυσίδες σούπερ μάρκετ όσο και από ειδικευμένα καταστήματα λιανικής (π.χ. ζαχαροπλαστεία/ κρεοπωλεία κ.λπ.), καθώς και από τη Βαρβάκειο Αγορά.

Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, η εκτίμηση του κόστους για το φετινό χριστουγεννιάτικο τραπέζι (6-8 ατόμων) κυμαίνεται από 103,10 έως 140,76 ευρώ. Πρόκειται για μεταβολή της τάξης του 10,8% έως 11,4% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τραπέζι του 2022.

Σημειώνεται πως το εύρος των τιμών δικαιολογείται από την καταγραφή σειράς προϊόντων διαφορετικής ποιότητας, σε αρκετές τοπικές αγορές και διαφορετικούς τύπους καταστημάτων. Επιπρόσθετα, διευκρινίζεται ότι οι τιμές των προϊόντων είναι ενδεικτικές και επιχειρούν να χαρτογραφήσουν τη γενική κατανομή τιμών και την εικόνα της αγοράς.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Επίσηςμ η ΕΣΕΕ σημειώνει ότι για λόγους συγκρισιμότητας των δεδομένων, με τις προηγούμενες ετήσιες έρευνες του ΙΝΕΜΥ για την εκτίμηση του κόστους του χριστουγεννιάτικου τραπεζιού, δεν έχουν συμπεριληφθεί κάποια προϊόντα που εντάσσονται στο «εορταστικό καλάθι».

Αντίθετα, τα μελομακάρονα και οι κουραμπιέδες καταγράφονται, όπως κάθε χρόνο, ενώ δεν συμπεριλαμβάνονται στο «καλάθι του νοικοκυριού» ή στο «εορταστικό καλάθι».

Mετά την εορταστική περίοδο, το ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ γνωστοποίησε ότι πρόκειται να διενεργήσει πανελλαδική έρευνα σχετικά με την εξέλιξη των πωλήσεων κατά την εορταστική περίοδο στις επιχειρήσεις του λιανικού εμπορίου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ένας στους δύο καταναλωτές θα μειώσει τις δαπάνες για αγορά προϊόντων το επόμενο εξάμηνο

Ένας στους δύο καταναλωτές θα μειώσει τις δαπάνες για αγορά προϊόντων το επόμενο εξάμηνο, σύμφωνα με τα αποτελέσματα καταναλωτικού κλίματος λιανεμπορίου που πραγματοποίησε ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων & Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος με την επιστημονική υποστήριξη του εργαστηρίου ELTRUN του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Η έρευνα έλαβε χώρα την περίοδο 3-6 Δεκεμβρίου 2023 σε δείγμα 950 καταναλωτών.

Αναλυτικότερα, ο δείκτης καταναλωτικού κλίματος λιανικής τον Δεκέμβριο του 2023 διαμορφώθηκε στο -52, πολύ χαμηλότερα σε σχέση με τον μήνα βάσης, τον Οκτώβριο του 2019.

Επίσης, είναι μειωμένος σε σχέση με την μέτρηση του Ιουνίου 2023 κατά 3 μονάδες αλλά αυξημένος σχέση με την αντίστοιχη μέτρηση του Νοεμβρίου 2022 κατά 9 μονάδες. Σύμφωνα με τον ΣΕΛΠΕ, η συγκεκριμένη εξέλιξη έχει να κάνει τόσο με τις μέχρι σήμερα προσδοκίες των καταναλωτών για το προσεχές διάστημα, όσο και λόγω της παρούσας κατάστασης των καταναλωτών.

Ο υπο-δείκτης παρούσας κατάστασης παρουσίασε μεταβολή από το -46 στο -49, ενώ ο υπό-δείκτης προσδοκιών μεγαλύτερη διόρθωση από -54 σε -57, παραμένοντας ωστόσο, χαμηλά. Πρακτικά αυτό που καταγράφεται είναι και χαμηλές προσδοκίες, αλλά και επιβαρυμένα οικονομικά για τους καταναλωτές, με καλύτερη πορεία βελτίωσης για τις προσδοκίες των καταναλωτών (οι οποίες παραμένουν αρνητικές).

Όπως αποτυπώνεται και στις επί μέρους ερωτήσεις της έρευνας, παρά την αισθητή βελτίωση στα ποσοστά, οι καταναλωτές θεωρούν ότι ακόμη δεν είναι μία ικανοποιητική περίοδος για να κάνουν μεγάλες αγορές για το σπίτι, τόσο οι ίδιοι, όσο και γενικά.

Αντίστοιχα οι προσδοκίες για τις δαπάνες είναι πτωτικές, αλλά σχετίζονται κυρίως με δαπάνες εκτός λιανικών αγορών. Συγκεκριμένα, το 49% εκτιμά ότι το πρώτο εξάμηνο 2024 οι δαπάνες για λογαριασμούς κοινής ωφέλειας θα είναι αυξημένες.

Επίσης, το 43% εκτιμά ότι οι δαπάνες για αγορές προϊόντων το πρώτο εξάμηνο του 2024 θα είναι μειωμένες, ενώ μόλις το 20% ότι θα είναι αυξημένες. Λίγο καλύτερη είναι η εικόνα για τις υπηρεσίες (εισιτήρια, εστίαση) για τις οποίες εκτιμάται μείωση από το 28% των καταναλωτών αύξηση από 18%.

Αυξητική είναι η μέτρηση σε σχέση με τη φορολογία για την οποία το 60% εκτιμά ότι θα μείνει αμετάβλητη, το 12% ότι θα παρουσιάσει μείωση και το 28% αύξηση. Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι καταναλωτές αναμένουν μείωση των δαπανών για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες και μικρή αύξηση για δαπάνες διασκέδασης και ανησυχία για τις λοιπές δαπάνες παγίων εξόδων.

Σύμφωνα με τους καταναλωτές, οι δαπάνες για λογαριασμούς αποτελούν μαζί με τις αγορές προϊόντων την μεγαλύτερη δαπάνη τους ως ποσοστό του εισοδήματος τους. Συγκεκριμένα, οι δαπάνες αγορών αποτελούν 30% των δαπανών, ενώ οι δαπάνες λογαριασμών 29%.

Σε σχέση με τις υπόλοιπες κατηγορίες δαπανών, καταγράφεται μια ελαφρώς αυξητική τάση, όμως οι δαπάνες για λογαριασμούς, ενοίκια και φόρους αντιπροσωπεύουν πλέον τα 2/3 του συνολικού οικογενειακού εισοδήματος. Σημειώνεται, ότι για ακόμα μία μέτρηση το ποσοστό δαπανών εκτιμάται από τους ίδιους τους καταναλωτές ότι υπερβαίνει το διαθέσιμο εισόδημα τους κατά περίπου 20%. Η μέτρηση αυτή αποδίδεται σε ένα γενικότερο φαινόμενο των τελευταίων ετών δαπάνης άνω των εισοδημάτων, αλλά και μειωμένης δήλωσης εισοδημάτων.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης