Αν συνεχιστεί η οικονομική πολιτική ως έχει, το πιο ευνοϊκό σενάριο θα είναι ο στατικός βάλτος της μη ανάπτυξης, προειδοποιεί το Δίκτυο, στο πρώτο Δελτίο Ανάλυσης κι Εκτίμησης της νέας χρονιάς.
Εξηγώντας αυτή του την εκτίμηση, επισημαίνει ότι ήδη πληθαίνουν οι τοποθετήσεις διεθνών αναλυτών, που συμπυκνώνονται στην θέση που εξέφρασε ο Έλληνας πρώην Πρωθυπουργός και καθηγητής Κ. Σημίτης, πως η προσφυγή της Ελλάδας σε νέο δανεισμό από τον ESM θα είναι αναπόφευκτη.
«Όσο οι πόρτες των αγορών παραμένων κλειστές η πιθανότητα αυτή μετατρέπεται σε βεβαιότητα» τονίζεται στην ανάλυση, στην οποία σημειώνεται πως το Δίκτυο από τον περασμένο Σεπτέμβριο είχε κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου μιας νέας χρεοκοπίας.
Το Δίκτυο, μεταξύ άλλων, υποστηρίζει πως τα αίτια της αναξιοπιστίας της ελληνικής οικονομίας παραμένουν αμιγώς εγχώρια και αφορούν την ασκούμενη οικονομική πολιτική.
Ως επιπλέον επιβαρυντικά χαρακτηριστικά των μηνών που πέρασαν από τον “συμβολικό” προηγούμενο Αύγουστο, σύμφωνα με το Δίκτυο, προστίθεται η επιλογή της κυβέρνησης να διοχετεύσει το μεγαλύτερο μέρος του πλεονάσματος σε άμεσες χρηματικές παροχές προς στοχευμένες κοινωνικές ομάδες, με κύρια πηγή την υψηλή, άμεση και έμμεση φορολογία.
«Η κυβέρνηση προσφέρει ένα γεύμα με ψάρι, αντί για την βάρκα, τον εξοπλισμό και την εκπαίδευση για ψάρεμα, ώστε η κοινωνία να παράγει και η οικονομία να αναπτύσσεται» αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ανάλυση.
Επισημαίνεται ακόμη πως με την αύξηση κατά 5% περίπου της μαζικής και κάθετης φορολογίας “επί δικαίων και αδίκων” η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στην ουσία απορροφά και επαν-εισπράττει την όποια κοινωνική βοήθεια φαινομενικά προσφέρει.
Τα μόνιμα βαρίδια
Στην ανάλυση σημειώνεται ακόμη πως στα παραπάνω δείγματα μη συμμόρφωσης στις απαιτήσεις αξιοπιστίας, ώστε να θεωρείται η ελληνική οικονομία πεδίο πρόσφορο για δανεισμό και ξένες επενδύσεις, συνυπολογίζονται και ορισμένα προβλήματα που “παγιώθηκαν” από το 2015 και μετά:
1) Οι δεσμεύσεις για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα πάνω από τον ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ
2) Η οριακή κατάσταση των ελληνικών τραπεζών και οι συνεχείς κεφαλαιακές ανάγκες μέχρι την διευθέτηση του ζητήματος των κόκκινων δανείων, μαζί με τους κεφαλαιακούς ελέγχους που παραμένουν.
3) Ο κίνδυνος να προσφύγει το δημόσιο στην άντληση πόρων από το λεγόμενο “κεφαλαιακό μαξιλάρι” ή cash buffer των 30 δισεκ. για χρήση πέραν από εξόφληση δανείων του ΔΝΤ. Κάτι το οποίο θα στείλει εξαιρετικά αρνητικό μήνυμα στις αγορές.
4) Η απροθυμία για τομές και μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύσουν το επιχειρηματικό κλίμα και θα προσελκύσουν επενδυτικά κεφάλαια.
5) Το κλίμα πολιτικής αστάθειας που προκαλεί η ακραία και διχαστική πολιτική αντιπαράθεση, η οποία δεν επιτρέπει στους εξωτερικούς παρατηρητές την μακροπρόθεσμη προσέγγιση της ελληνικής οικονομίας.
Η εκτίμηση του Δικτύου είναι πως ο μόνος τρόπος απαλλαγής από τις εγκατεστημένες αυτές παθογένειες, είναι η αντιμετώπιση των κύριων και πραγματικών αιτιών που προκάλεσαν το βάθος και την ένταση της διεθνούς οικονομικής κρίσης στην χώρα μας, στο βαθμό που δεν συνέβη και καμία άλλη χώρα της Ευρωζώνης.
Όσο οι ουσιαστικές λύσεις αναβάλλονται τόσο το ρολόι θα μηδενίζεται και θα επιστρέφουμε ξανά και ξανά σε έναν φαύλο κύκλο λιτότητας και χρεοκοπίας, τονίζει, ενώ επισημαίνει πως κατά την 5ετή λειτουργία του έχει διεξοδικά παρουσιάσει προτάσεις και μεταρρυθμίσεις που μπορούν να αναμορφώσουν το παραγωγικό μοντέλο της Ελλάδας και να οδηγήσουν στην ανάπτυξη.
Οι προτάσεις αυτές δεν περιορίζονται μόνο στο πεδίο της οικονομικής πολιτικής αλλά σε μια σειρά από παρεμβάσεις σε διάφορους τομείς με κυρίαρχο αυτόν του Εκπαιδευτικού Συστήματος, όπως επισημαίνει.
Σε ό,τι αφορά τον χρόνο διεξαγωγής των βουλευτικών εκλογών, «συνυπολογίζοντας το είδος και το ήθος της κυβερνητικής συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ μέχρι σήμερα καθώς και της θετικής στάσης που έχουν προαναγγείλει ότι θα κρατήσουν απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών ορισμένοι από τους βουλευτές του Ποταμιού» το Δίκτυο εκτιμά πως δύσκολα θα οδηγηθεί η χώρα σε εκλογές πριν το Μάιο, αφού το κοινό συμφέρον των δύο μικρότερων κομματικών σχηματισμών αλλά και μεμονωμένων βουλευτών τους, είναι να παραταθεί όσο το δυνατόν περισσότερο η θητεία της παρούσας βουλής.
Αντίθετα, προστίθεται στην ανάλυση, σύμφωνα και με τις δυσκολίες που προκύπτουν από την στάση των αγορών και τα οικονομικά δεδομένα, πολύ δύσκολα θα καταφέρει η κυβέρνηση να αποφύγει τον εκλογικό σκόπελο του Μαΐου.