Επενδύσεις σε κρατικά ομόλογα, ύψους 7,6 δισ. ευρώ, έχουν οι ασφαλιστικές εταιρίες, έχοντας τοποθετήσει σε αυτά το 45% του ενεργητικού τους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύονται στην Ετήσια Έκθεση του Διοικητή της ΤτΕ για το 2018, το σύνολο του ενεργητικού των εποπτευόμενων από την Τράπεζα της Ελλάδος ασφαλιστικών επιχειρήσεων στις 30/9/2018 διαμορφώθηκε σε 17 δισ. ευρώ.
Από το ποσό αυτό, τα 7,6 δισ. ευρώ του ενεργητικού ήταν τοποθετημένα σε κρατικά ομόλογα (45%) και τα 2,3 δισ. ευρώ σε εταιρικά ομόλογα (13%). Επιπλέον, ποσό 2,4 δισ. ευρώ αφορούσε επενδύσεις για ασφαλίσεις τον επενδυτικό κίνδυνο των οποίων φέρουν οι ασφαλισμένοι (14%), εκ των οποίων 67% αμοιβαία κεφάλαια και 18% χρηματικά διαθέσιμα και καταθέσεις.
Σημειώνεται ότι, σε σχέση με τις 30/9/2017, παρατηρήθηκε μείωση των επενδύσεων για ασφαλίσεις τον επενδυτικό κίνδυνο των οποίων φέρουν οι ασφαλισμένοι σε χρηματικά διαθέσιμα και αύξηση των τοποθετήσεων σε κρατικά ομόλογα.
Σημειώνεται ότι το ενεργητικό των ασφαλιστικών εταιριών ήταν αυξημένο κατά 3,6% συγκριτικά με τις 30/9/2017 και η αύξηση αυτή προήλθε κυρίως από τις επιχειρήσεις που ασκούν εργασίες ασφαλίσεων ζωής και τις επιχειρήσεις που ασκούν ταυτοχρόνως ασφαλίσεις ζωής και κατά ζημιών (4,3%). Στις επιχειρήσεις που ασκούν αποκλειστικά εργασίες ασφαλίσεων κατά ζημιών σημειώθηκε μείωση 1,8%.
Όπως διαπιστώνεται στην Έκθεση της ΤτΕ για την εγχώρια ασφαλιστική αγορά, αυτή χαρακτηρίζεται από σημαντική συγκέντρωση, ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις που ασκούν εργασίες ασφαλίσεων ζωής και στις επιχειρήσεις που ασκούν ταυτοχρόνως ασφαλίσεις ζωής και κατά ζημιών, καθώς οι πέντε μεγαλύτερες εξ αυτών κατέχουν το 80% της αγοράς, σε όρους τεχνικών προβλέψεων.
Το μερίδιο αγοράς για τις πέντε μεγαλύτερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ασφαλίσεις κατά ζημιών, σε όρους ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων, ανέρχεται σε 46%.
Αναφορικά με την παραγωγή ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων στις ασφαλίσεις ζωής την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2018, ανήλθε σε 1,4 δισ. ευρώ, αυξημένη κατά 7% συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του 2017.
Τα ακαθάριστα εγγεγραμμένα ασφάλιστρα των ασφαλίσεων ζωής που συνδέονται με επενδύσεις ανήλθαν σε 0,26 δισ. ευρώ, αποτελώντας ποσοστό 19% επί των συνολικών ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων δραστηριοτήτων ζωής, έναντι 20% την αντίστοιχη περίοδο του 2017.
Επίσης, τα ασφάλιστρα των δραστηριοτήτων ασφαλίσεων κατά ζημιών ανήλθαν την ίδια περίοδο σε 1,5 δισ. ευρώ, στα ίδια επίπεδα με την αντίστοιχη περίοδο του 2017, με το μεγαλύτερο μέρος αυτών να οφείλεται στις ασφαλίσεις αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων (40%), ακολουθούμενες από τις ασφαλίσεις πυρός (21%).
Την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2018 οι επισυμβάσες αποζημιώσεις ανήλθαν σε ποσό 0,9 δισ. ευρώ και 0,5 δισ. ευρώ για τις δραστηριότητες ασφαλίσεων ζωής και κατά ζημιών αντίστοιχα.
Οι συνολικές υποχρεώσεις των ασφαλιστικών εταιριών ανήλθαν σε 13,7 δισ. ευρώ, με το σύνολο των τεχνικών προβλέψεων να διαμορφώνεται σε 12,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 9,4 δισ. ευρώ αφορούσαν ασφαλίσεις ζωής και 3,1 δισ. ευρώ ασφαλίσεις κατά ζημιών.
Εκ των τεχνικών προβλέψεων ζωής, το 26% αφορά ασφαλίσεις ζωής που συνδέονται με επενδύσεις.
Στις ασφαλίσεις κατά ζημιών, ο δείκτης ζημιών της αγοράς στις 30/9/2018 ανήλθε στο 42% των αντίστοιχων δεδουλευμένων ασφαλίστρων της ίδιας περιόδου και ο δείκτης εξόδων (διαχείρισης και προμηθειών) ανήλθε στο 55%.
Ειδικότερα, στις ασφαλίσεις αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων, ο δείκτης ζημιών της αγοράς ήταν 44% και ο δείκτης εξόδων (διαχείρισης και προμηθειών) 46%.
Από άποψη ποιότητας, τα επιλέξιμα κεφάλαια της ασφαλιστικής αγοράς σε ποσοστό 94% ταξινομούνται στην υψηλότερη κατηγορία ποιότητας (Κατηγορία 1). Στις 30/9/2018 η συνολική Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας (SCR) διαμορφώθηκε σε 1,8 δισ. ευρώ, με τα συνολικά επιλέξιμα ίδια κεφάλαια να ανέρχονται σε 3,1 δισ. ευρώ.
Η Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση (MCR) στο σύνολο της ασφαλιστικής αγοράς διαμορφώθηκε σε 0,7 δισ. ευρώ, με τα αντίστοιχα συνολικά επιλέξιμα ίδια κεφάλαια να ανέρχονται σε 3,0 δισ. ευρώ και με όλες τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να διαθέτουν δείκτη κάλυψης σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα του 100%.
Πηγή: Capital