Οι Αμερικανοί είναι αυτοί που θα πληρώσουν το κόστος των επιπρόσθετων δασμών που σκοπεύει να επιβάλει ο Ντόναλντ Τραμπ σε εισαγόμενα κινεζικά προϊόντα, παρότι ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος των ΗΠΑ κομπάζει για τα δισεκατομμύρια δολάρια που κατ’ αυτόν θα ξεχειλίσουν τα κρατικά ταμεία.
«Οι δασμοί είναι φόροι που πληρώνουν οι αμερικανικές εταιρείες και οι καταναλωτές, όχι η Κίνα» προειδοποιεί ο Ντέιβιντ Φρεντς, επικεφαλής της μεγαλύτερης συνομοσπονδίας εμπορικών επιχειρήσεων λιανικής, καθώς οι δασμοί σε εισαγόμενα κινεζικά προϊόντα αξίας άλλων 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων αναμένεται να αυξηθούν από το 10% στο 25% την Παρασκευή.
Η ξαφνική αύξηση των δασμών, η οποία θα τεθεί σε εφαρμογή πριν συμπληρωθεί μία εβδομάδα αφότου αναγγέλθηκε, ενδέχεται «να πλήξει σκληρά Αμερικανούς επιχειρηματίες, ιδιαίτερα μικρές επιχειρήσεις, που έχουν περιορισμένους πόρους για να αμβλύνουν τις συνέπειες», συμπλήρωσε ο Φρεντς.
Οι επιπρόσθετοι δασμοί που έχουν τεθεί σε εφαρμογή ήδη από την περασμένη χρονιά εισέφεραν στα ταμεία του ομοσπονδιακού κράτους επιπλέον έσοδα 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε ετήσια βάση, διαβεβαιώνει ο Τραμπ. Αλλά το κόστος των δασμών το επωμίζονται οι αμερικανικές εταιρείες που εισάγουν κινεζικά προϊόντα, όχι οι κινεζικές εξαγωγικές εταιρείες.
Το μέτρο υποτίθεται ότι θα αποθάρρυνε τις εισαγωγές από τον ασιατικό γίγαντα, κάνοντας τα προϊόντα του ακριβότερα. Αλλά για την ώρα, στην πράξη είναι κάθε άλλο παρά προφανές ότι αυτή ήταν η έκβαση της κίνησης.
Παρότι τόσο τα στελέχη των βιομηχανιών όσο και οι επιχειρηματίες της λιανικής υποστηρίζουν την κυβέρνηση του Τραμπ σε ό,τι αφορά στον στόχο να βελτιωθούν οι όροι της πρόσβασης στις αγορές της Κίνας για τις εταιρείες των ΗΠΑ, η μέθοδος που έχει υιοθετήσει τους ανησυχεί, καθώς είναι οι δικοί τους πελάτες, οι Αμερικανοί καταναλωτές, που βιώνουν ολοένα και περισσότερο τις συνέπειες.
Ασφαλώς «θα θέλαμε ο πρόεδρος Τραμπ να καταλήξει σε μια συμφωνία με την Κίνα που θα βάλει τέλος στη συμπεριφορά της με την οποία καταπνίγει τον ανταγωνισμό», διαβεβαίωσε η Χουν Κουάκ, επικεφαλής της Retail Industry Leaders Association. Υπογράμμισε, ωστόσο, πως η μεσαία τάξη θα καταλήξει να πληρώνει πολύ πιο ακριβά για καταναλωτικά αγαθά.
Καθώς οι καθοριστικές διαπραγματεύσεις ξαναρχίζουν σήμερα και θα συνεχιστούν αύριο στην Ουάσινγκτον, η οργάνωση Trade Partnership υπολόγισε ότι η αύξηση των τελωνειακών δασμών θα επιβαρύνει τις αγορές μιας τετραμελούς οικογένειας κατά 767 δολάρια.
Κατά την ίδια πηγή, απειλούνται σχεδόν ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας. Από τις εμπορικές συναλλαγές με την Κίνα εξαρτώνται σε σημαντικό βαθμό επτά εκατομμύρια θέσεις απασχόλησης στις ΗΠΑ, δηλαδή το 19% των 39 εκατ. αμερικανικών θέσεων εργασίας που συνδέονται με το διεθνές εμπόριο.
Οι δασμοί αφορούν όχι μόνο στα λεγόμενα ενδιάμεσα αγαθά (ημικατεργασμένα προϊόντα όπως ο χάλυβας, τα δέρματα, το καουτσούκ, τα πλαστικά) αλλά και σε ολοκληρωμένα προϊόντα, όπως οι τηλεοράσεις, τα έπιπλα, οι οικιακές ηλεκτρικές συσκευές.
Πρόσφατη μελέτη της Fed της Νέας Υόρκης κατέδειξε ότι οι δασμοί που επιβάλλονται από τον Μάρτιο του 2018 (χάλυβας και αλουμίνιο) και τον Ιούνιο του 2018 (πολλά άλλα κινεζικά εμπορεύματα) αύξησαν τον δείκτη του πληθωρισμού (CPI) κατά 0,3% πέρυσι.
Άλλη έρευνα, που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα και εκπονήθηκε από το Πανεπιστήμιο του Σικάγο και τη Fed, προέβλεπε ότι εξαιτίας των επιπρόσθετων τελωνειακών δασμών που επιβλήθηκαν στα εισαγόμενα πλυντήρια οι Αμερικανοί θα δαπανήσουν 1,5 δισ. δολάρια επιπλέον για αυτού του είδους τις συσκευές. Η τιμή των πλυντηρίων ακρίβυνε κατά 86 δολάρια, ενώ αυτή ενός στεγνωτηρίου κατά 92.
«Θέλουμε η Κίνα να αλλάξει την εμπορική της πολιτική, αλλά είναι παράλογο να τιμωρούνται οι Αμερικανοί με αυτές τις διαπραγματευτικές τακτικές» διαμαρτυρήθηκε αυτήν την εβδομάδα η συνομοσπονδία των επιχειρήσεων λιανικής NRF.
«Αν η κυβέρνηση θέλει να ασκήσει επιπλέον πίεση στην Κίνα, ας σχηματίσει έναν πολυεθνικό συνασπισμό με τους συμμάχους μας» πρότεινε.
Από κινεζικής πλευράς, τα επίσημα στοιχεία για το εμπόριο κατέδειξαν την Τετάρτη ότι τον Απρίλιο σημειώθηκε πτώση των πωλήσεων στο εξωτερικό, αλλά το πλεόνασμα των τρεχουσών εμπορικών συναλλαγών με τις ΗΠΑ παράμεινε αμετάβλητο, παρά τους δασμούς.
Τα κινεζικά αντίποινα, ειδικά σε αμερικανικά αγροτικά προϊόντα, πλήττουν γεωργούς στις ΗΠΑ, παρότι τον περασμένο Ιούλιο η κυβέρνηση Τραμπ τούς μοίρασε 12 δισ. δολάρια για να αμβλύνει τις συνέπειες.
Αρκετοί Ρεπουμπλικάνοι, που εκλέγονται σε Πολιτείες που ψήφισαν τον Τραμπ, επισημαίνουν ότι οι αγρότες έχουν αρχίσει να «χάνουν την υπομονή τους», όπως το θέτει η Τζόνι Ερνστ, γερουσιαστής της Αϊόβα.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ