Η πανδημία του κορονοϊού δεν έχει αντίκτυπο μονάχα στην παγκόσμια δημόσια υγεία αλλά και στη διεθνή οικονομία, προκαλώντας διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και ελλείψεις εργατικού δυναμικού, αποτελώντας μεγάλο “πονοκέφαλο” για τις επιχειρήσεις ανά τον κόσμο.
Οι αλλαγές που έχουν λάβει χώρα στην αγορά εργασίας γίνονται πιο έντονες, με πολλούς ανθρώπους να εγκαταλείπουν οικειοθελώς τις θέσεις τους καθώς η ζήτηση για εργαζόμενους αυξάνεται όσο ανοίγουν εκ νέου οι οικονομίες.
Σύμφωνα με το CNBC, οικονομολόγοι λένε ότι η αλλαγή δημογραφικών στοιχείων όπως η γήρανση και η συνταξιοδότηση των εργαζομένων, οι έλεγχοι στα σύνορα και οι περιορισμοί στη μετανάστευση, καθώς και οι απαιτήσεις για καλύτερες αμοιβές και ευέλικτες εργασιακές ρυθμίσεις, αποτελούν παράγοντες πίσω από την έλλειψη.
Τα τελευταία εργασιακά στοιχεία από τις ΗΠΑ, για παράδειγμα, δείχνουν ότι περισσότεροι εργαζόμενοι είναι πρόθυμοι να φύγουν από τη δουλειά τους ή να αλλάξουν χώρο εργασίας. Η πρόσφατη μηνιαία έρευνα για τις θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ, που δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα, έδειξε ότι υπήρχαν 10,4 εκατ. θέσεις εργασίας τον Αύγουστο, ενώ ο αριθμός των ατόμων που εγκατέλειψαν τη δουλειά τους αυξήθηκε στους 4,3 εκατ., στο υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί από τον Δεκέμβριο του 2000.
Οι κλάδοι που επηρεάστηκαν ιδιαίτερα από τους εργαζομένους που εγκατέλειψαν τη δουλειά τους ήταν οι υπηρεσίες διαμονής και τροφίμων, το χονδρικό εμπόριο και η εκπαίδευση.
Το πρόβλημα αυτό όμως δεν αφορά μόνο τις ΗΠΑ, καθώς πολλές χώρες ανά τον όλο τον κόσμο βρίσκονται αντιμέτωπες με έλλειψη εργαζομένων. Αυτό έχει σημασία επειδή η έλλειψη επιδεινώνει τις διαταραχές στις αλυσίδες εφοδιασμού διεθνώς, με τις σημαντικότερες βιομηχανίες να προσπαθούν να ανακτήσουν τη δυναμική τους εν μέσω έλλειψης εργαζομένων ή πρώτων υλών.
Αυτό διαταράσσει τόσο τα τοπικά όσο και τα παγκόσμια δίκτυα παραγωγής και εφοδιασμού, εμποδίζοντας την οικονομική ανάπτυξη και προκαλώντας ελλείψεις προϊόντων και υπηρεσιών για τους καταναλωτές.
Οικονομολόγοι τονίζουν ότι ενώ η πανδημία έχει παίξει τον ρόλο της στην έλλειψη εργατικού δυναμικού, η “ρίζα” σε αυτά τα προβλήματα βρίσκεται στην περίοδο προ-πανδημίας.
«Η έλλειψη εξειδικευμένων εργαζομένων δεν αποτελεί απλά ένα ακόμη σύμπτωμα των μετά την πανδημία οικονομιών αλλά αποτελεί και αποτέλεσμα πιο θεμελιωδών εξελίξεων στις ΗΠΑ, την ευρωζώνη και το Ηνωμένο Βασίλειο», σημειώνουν οι οικονομολόγοι της ING, Carsten Brzeski, James Knightley, Bert Colijn και James Smith.
Τι συμβαίνει με τους εργαζόμενους στις ΗΠΑ;
Μελετώντας του παράγοντες αυτών των ελλείψεων, οι οικονομολόγοι της ING εξέτασαν τις ομοιότητες και τις διαφορές στις αγορές εργασίας ανά τον κόσμο.
Στις ΗΠΑ, σημειώνουν ότι η οικονομία έχει ανακτήσει πλήρως όλη τη χαμένη οικονομική παραγωγή που προκάλεσε η πανδημία, αν και “η απασχόληση παραμένει κατά 5 εκατ. θέσεις εργασίας κάτω από το επίπεδο του Φεβρουαρίου 2020”. Αυτό όμως δεν οφείλεται στην έλλειψη ζήτησης εργαζομένων.
«Υπάρχουν πάνω από 10 εκατ. κενές θέσεις εργασίας σε όλους τους κλάδους με ένα ποσοστό ρεκόρ των εταιρειών να αυξάνουν τις αμοιβές τους για να προσπαθήσουν να προσελκύσουν εργατικό προσωπικό. Αντίθετα, αποτελεί πρόβλημα προσφοράς εργαζομένων, το οποίο ταυτόχρονα συγκρατεί την παραγωγή και αυξάνει τις πληθωριστικές πιέσεις στην οικονομία».
Μια πιθανή εξήγηση για αυτή την έλλειψη είναι ότι τα νοικοκυριά έχουν συγκεντρώσει αποταμιεύσεις και δεν έχουν άμεση ανάγκη να επιστρέψουν στην εργασία τους, σημειώνουν οι οικονομολόγοι.
«Πιστεύουμε ότι υπάρχει μια πιο μόνιμη απώλεια εργαζομένων που οφείλεται σε μεγάλο αριθμό ηλικιωμένων εργαζομένων που παίρνουν πρόωρη συνταξιοδότηση. Η σκέψη της επιστροφής στο γραφείο και της καθημερινής μετακίνησης μπορεί να φαίνεται δυσάρεστη για πολλούς ανθρώπους, με την πρόωρη συνταξιοδότηση να φαίνεται ως μια πολύ ελκυστική επιλογή», σημείωσαν ακόμη οι αναλυτές, προσθέτοντας ότι το κλείσιμο των συνόρων θα περιορίσει τη μετανάστευση και τα πιο χαμηλά ποσοστά γεννήσεων σημαίνουν ότι λιγότεροι νέοι εργαζόμενοι εισέρχονται τώρα στο εργατικό δυναμικό.
«Οι ελλείψεις στην αγορά εργασίας θα μπορούσαν να παραμείνουν για πολύ περισσότερο από ό, τι αναμένει η Federal Reserve, πράγμα που θα σημαίνει ότι οι εταιρείες θα προσφέρουν όλο και μεγαλύτερους μισθούς για να προσελκύσουν προσωπικό», αναφέρει η ING.
«Όχι μόνο αυτό, αλλά τα αυξημένα ποσοστά παραίτησης υποδηλώνουν ότι οι εταιρείες ίσως χρειαστεί επίσης να αυξήσουν τους μισθούς τους για να διατηρήσουν το προσωπικό. Αυτό υποδηλώνει περισσότερες πληθωριστικές πιέσεις».
Τι συμβαίνει με το Ηνωμένο Βασίλειο;
Εν τω μεταξύ, η κατάσταση του Ηνωμένου Βασιλείου έχει επιδεινωθεί επίσης από το Brexit, με πολλούς ξένους εργαζόμενους στους οποίους βασιζόταν η χώρα να επιστρέφουν στην πατρίδα τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Η απουσία εργαζομένων σε κρίσιμες βιομηχανίες όπως η παραγωγή κρέατος, η γεωργία και οι μεταφορές έχει οδηγήσει σε καταναλωτικό πανικό στο Ηνωμένο Βασίλειο τις τελευταίες εβδομάδες, με έλλειψη καυσίμων στα βενζινάδικα και προειδοποιήσεις ότι θα μπορούσαν να σκοτωθούν χιλιάδες ζώα.
Αυτό οδήγησε την κυβέρνηση να εισαγάγει προσωρινές βίζες για οδηγούς και εργαζομένων πουλερικών ενώ υπάρχουν και αναφορές για αυξήσεις μισθών για να προσελκύσει η χώρα εργαζόμενους σε βασικούς κλάδους όπως η φιλοξενία.
Εν τω μεταξύ, υπάρχουν εκτεταμένες ανησυχίες σχετικά με το αυξανόμενο κόστος αγαθών, υπηρεσιών και τροφίμων ενόψει Χριστουγέννων.
Οι νέοι κανόνες για τις εκδόσεις βίζας μετά το Brexit καθιστούν πιο δύσκολο για τους υπηκόους της ΕΕ να εργαστούν στο Ηνωμένο Βασίλειο σε χαμηλόμισθες θέσεις εργασίας και η ING σημειώνει ότι αυτό θα το κάνει μόνιμα πιο δύσκολο για τις βρετανικές εταιρείες να προσελκύσουν προσωπικό από το εξωτερικό.
Τι συμβαίνει στην Ευρωζώνη;
Όπως και με το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ευρωζώνη προσπάθησε να περιορίσει τις τεράστιες απώλειες θέσεων εργασίας κατά την πανδημία με την εισαγωγή προγραμμάτων αναστολής (με τις κυβερνήσεις να παρέχουν επιδόματα σε εργαζομένους προκειμένου να περιοριστούν οι απολύσεις).
«Με το ποσοστό ανεργίας να βρίσκεται στο 7,5%, απέχει μόλις 0,4 ποσοστιαίες μονάδες από το ιστορικό χαμηλό, που καταγράφηκε τον περασμένο Μάρτιο», τονίζει η ING.
Ωστόσο, ενώ οι ανησυχίες σχετικά με τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού ξεκίνησαν αργότερα από ό, τι στις ΗΠΑ και είναι λιγότερο πιεστικές από ό, τι στο Ηνωμένο Βασίλειο, «αυτές οι ανησυχίες εκφράζονται όλο και περισσότερο για τις επιχειρήσεις», πρόσθεσε η ING.