Ο προσεχής προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκανε ένα ακόμα βήμα προς το να αποκτήσει σάρκα και οστά χθες Τρίτη καθώς το κοινοβούλιο της Φινλανδίας ενέκρινε – οριακά – το έγγραφο, και κατ’ επέκταση το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το πρόγραμμα στήριξης που καταρτίστηκε στις Βρυξέλλες για να αντιμετωπιστεί ο αντίκτυπος της πανδημίας του νέου κορωνοϊού στις οικονομίες των χωρών-μελών, ύψους 750 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Η Φινλανδία έγινε έτσι η 22η χώρα της Ε.Ε. που έδωσε πράσινο φως στο Ταμείο.
Τον Απρίλιο, ο θεσμός είχε σπείρει τον πανικό στις Βρυξέλλες, καθώς οι βουλευτές αποφάσισαν πως για να εγκριθεί το σχέδιο στήριξης θα απαιτείτο ενισχυμένη πλειοψηφία δύο τρίτων, με το φάσμα του παγώματος της συμφωνίας να προβάλει πλέον στον ορίζοντα.
Εντέλει, έπειτα από πολυήμερη συζήτηση, ο προϋπολογισμός και το Ταμείο εγκρίθηκαν από τη φινλανδική Βουλή με 134 ψήφους υπέρ έναντι 57 κατά. Χρειάζονταν 132 ψήφοι.
Η Ε.Ε. χαιρέτισε την εξέλιξη, η οποία σημαίνει πως απομένουν πέντε χώρες που εκκρεμεί να εγκρίνουν το πακέτο: η Αυστρία, η Ουγγαρία, η Ολλανδία, η Πολωνία και η Ρουμανία.
Ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόβσκις παρότρυνε Βιένη, Βουδαπέστη, Άμστερνταμ, Βαρσοβία και Βουκουρέστι να ολοκληρώσουν τη διαδικασία εντός του Μαΐου.
Ώσπου να εξασφαλιστούν οι εγκρίσεις και των 27 κρατών μελών η Ε.Ε. δεν μπορεί να προχωρήσει στην έκδοση κοινού χρέους για να χρηματοδοτήσει το Ταμείο.
Σύμφωνα με το φινλανδικό δίκτυο YLE, το Ελσίνκι προβλέπεται ότι θα συνεισφέρει 5,8 δισεκ. ευρώ στο πρόγραμμα από το 2028 ως το 2058 ενώ θα λάβει περίπου 2,7 δισεκ. ευρώ από το Ταμείο την περίοδο 2021-2023.
Ο διάλογος στη φινλανδική Βουλή ήταν οξύς, με αρκετούς πολιτικούς να προειδοποιούν πως η χώρα κινδύνευε να βρεθεί αντιμέτωπη με ευρωπαϊκά αντίποινα εάν εμπόδιζε τη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Δημοτικές εκλογές είναι προγραμματισμένο να διεξαχθούν τον επόμενο μήνα στη χώρα της βόρειας Ευρώπης. Δεξιοί λαϊκιστές ενδέχεται να ενισχυθούν διαλαλώντας τον ευρωσκεπτικισμό τους.
Είναι μάλλον χαρακτηριστικό το γεγονός ότι στη διάρκεια του διαλόγου το λαϊκιστικό-εθνικιστικό κόμμα των Φινλανδών, το πρώην κόμμα των Αληθινών Φινλανδών, πέτυχε να αναβληθεί η ψηφοφορία για μία εβδομάδα, αλλά δεν κατάφερε, παρότι προσπάθησε, να την καθυστερήσει περισσότερο.