Η Ελλάδα φαίνεται να επιστρέφει στην κανονικότητα, ωστόσο όλοι στην Αθήνα, την Ουάσιγκτον και στις Βρυξέλλες γνωρίζουν πως στην κορυφή της κρίσης ούτε η Ελλάδα ούτε η Ευρώπη αντιμετώπισαν τις αδυναμίες τους, όπως σημειώνει σε ανάλυσή του το Brookings Institute, όπου επισημαίνει τις «άβολες αλήθειες» που θολώνουν το ελληνικό success story.
Όπως αναφέρει το ινστιτούτο, η Ευρώπη έχει κάνει λίγα για να εκσυγχρονίσει τη δομή της διακυβέρνησής της προκειμένου να αντιμετωπίζει τα σημαντικά ζητήματα που την εξέθεσαν στην κρίση είτε από την άποψη της αστάθειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης είτε σε ό,τι αφορά στον αγώνα για την επιβολή της νομοθεσίας της Ε.Ε. σε όλα τα κράτη – μέλη, προκειμένου να διευκολυνθεί η «σύγκλιση των θεσμών». Και η Ελλάδα δεν έχει κάνει πολλά για να προσφέρει ποιοτική διακυβέρνηση στους Έλληνες.
Αυτά οδηγούν στις «άβολες αλήθειες» για το υποτιθέμενο ελληνικό success story.
Το μέσο μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων παραμένει μικρό, προϊόν μακροχρόνιων διαρθρωτικών αδυναμιών σε εθνικό επίπεδο, το οποίο και έχει θέσει ένα σχεδόν ανυπέρβλητο εμπόδιο στην ανάπτυξη. Το φαινόμενο αυτό εξακολουθεί να παρατηρείται στην αδύναμη αγορά εργασίας του ιδιωτικού τομέα, στην αδυναμία της καινοτομίας και της εξαγωγικής δραστηριότητας, στην «περιορισμένη φορολογική βάση» και στη συνεχιζόμενη υψηλή αναλογία κατανάλωσης προς ΑΕΠ. Τα προγράμματα προσαρμογής δεν κατάφεραν να φέρουν την Ελλάδα σε τροχιά η οποία να την απομακρύνει από αυτές τις αρνητικές δυναμικές που χαρακτήρισαν τα χρόνια πριν ξεσπάσει η κρίση.
Έτσι, απλά και μόνο η επιβολή της λιτότητας δεν επαρκεί, τονίζει το Brookings. Ίσως είναι πολύ πιο σημαντικό να οργανωθεί η καθημερινή οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα, από τη χορήγηση αδειών έως τις πολιτικές συζητήσεις, από το κράτος δικαίου και τις δικαστικές αποφάσεις μέχρι την προστασία της ελευθερίας του Τύπου. Καθορίζουν τον βαθμό στον οποίο οι άνθρωποι αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες, δημιουργούν οικονομική δραστηριότητα και δημιουργούν έτσι φορολογητέα εισοδήματα.
«Ακόμη και αν ληφθεί υπ’ όψιν το γεγονός ότι ο ιδιωτικός τομέας στην Ελλάδα έχει σχεδόν αποκλειστεί από την πρόσβαση στη χρηματοδότηση για σχεδόν μια δεκαετία και τον αντίκτυπο της φορολογίας και των κινδύνων που απορρέουν από τη λεγόμενη συζήτηση για το Grexit, δεν μπορούμε να εξηγήσουμε την έλλειψη κάθε απόδειξης ότι η δομή της ελληνικής οικονομίας απομακρύνεται από τα πρότυπα που συνδέονται με την κρίση» επισημαίνει. «Εκτός αν δεχθούμε ότι η ισορροπία μεταξύ πολιτικής, κοινωνίας και οικονομίας δεν έχει αλλάξει, και ότι μετά από εννέα χρόνια προγραμμάτων, η κλεπτοκρατία εξακολουθεί το “business as usual”. Μα πώς είναι αυτό δυνατό δεδομένης της αυστηρής εποπτείας της Ελλάδας όλα αυτά τα χρόνια» αναρωτιέται το ινστιτούτο.
Η απάντηση δεν είναι ευχάριστη. Όχι μόνο τα μνημόνια δεν άλλαξαν τα κακώς κείμενα, αλλά, αντίθετα, με την επιβολή ακόμη υψηλότερης φορολογίας πολλαπλασιάστηκαν τα εμπόδια στην ανάπτυξη. Η Ελλάδα μετατράπηκε σε μία οικονομία «μικρών καταστημάτων». Αν κάποιος θεωρούσε ότι το πελατειακό καθεστώς θα σταματούσε ως αποτέλεσμα των μνημονίων, θα πρέπει να το σκεφτεί δύο φορές. Καθώς οι άνθρωποι έγιναν φτωχότεροι, έγιναν πιο πολιτικά ριζοσπαστικοί, όπως συνέβη πολλές φορές στην ιστορία.
Ο συνδυασμός των αδύναμων θεσμών και της ανεξέλεγκτης εκτελεστικής εξουσίας σημαίνει ότι σε ένα τέτοιο περιβάλλον ο λαϊκισμός δεν θα μειωνόταν, αλλά μάλλον θα άκμαζε και μάλιστα πήρε κάποιες ενδιαφέρουσες στροφές. Ο εθνικισμός, η ριζοσπαστική αριστερά και η ριζοσπαστική δεξιά ενώθηκαν υπό την εποπτεία των θεσμών, δεδομένου ότι έδωσαν προτεραιότητα στην επίτευξη των βραχυπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων, ανεξάρτητα από το πώς επιτεύχθηκαν τα δημοσιονομικά ορόσημα.
Όπως σημειώνεται, όλοι φαίνονται ανακουφισμένοι, καθώς πληρούνται οι δημοσιονομικοί στόχοι, παραβλέποντας εσκεμμένα το άβολο γεγονός ότι η ιδιωτική οικονομία έχει σε μεγάλο βαθμό αποδεκατιστεί, σε σημείο που δεν θα μπορέσει να επιδιορθωθεί.
Η περαιτέρω διάβρωση των ήδη αδύναμων πολιτικών θεσμών καθιστά ουσιαστικά τη χώρα αδύναμη να σχεδιάσει και να εφαρμόσει βιώσιμες πολιτικές. Αυτό δεν οφείλεται στην αποτυχία των τεμπέληδων και των φοροφυγάδων Ελλήνων, αλλά απλώς στο ότι έχουν καταστραφεί σε βαθμό που δεν μπορούν να επιδιορθωθούν.
Η λιτότητα δεν έκανε τους Έλληνες πιο ολιγαρκείς, αλλά πιο ευάλωτους σε πολιτικές σειρήνες. «Το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει σήμερα ένα κοινοβουλευτικό σύστημα παρόμοιο με εκείνο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης δεν είναι καθόλου καθησυχαστικό» καταλήγει το Brookings.