Με την απόλυση του τρίτου κεντρικού τραπεζίτη σε λιγότερο από δύο χρόνια, ο πρόεδρος Ερντογάν έχει αποδείξει για άλλη μία φορά την αποφασιστικότητά του να πάει ενάντια στους όρους της σύγχρονης οικονομίας.
Οι αγορές ωστόσο δεν φαίνεται να πείθονται, επισημαίνει σε ανάλυση του το Bloomberg.
Οι επενδυτές οδήγησαν τη λίρα σε πτώση 15% τη Δευτέρα, προσθέτοντας στις απώλειες που έχουν οδηγήσει τον πληθωρισμό σε διψήφιο ποσοστό για τους τελευταίους 16 μήνες.
Η απόδοση των 10ετών ομολόγων αυξήθηκε σε ποσοστό-ρεκόρ και οι μετοχές διεύρυναν τις απώλειές τους σήμερα, μετά από τη μεγαλύτερη πτώση των τελευταίων 13 ετών που κατέγραψαν χθες.
«Πρόκειται για μια απότομη διακοπή της ροής κεφαλαίων, παρόμοια με την κατάρρευση του νομίσματος το 2018» ανέφερε ο Robin Brooks, επικεφαλής οικονομολόγος του Institute of International Finance στην Ουάσιγκτον.
«Το αποτέλεσμα τότε ήταν μια βαθιά ύφεση εξαιτίας των πιο σφιχτών οικονομικών συνθηκών. Αυτό θα είναι και τώρα».
Παρόλο που ο Τούρκος πρόεδρος επιδίωκε ένα έτος ισχυρής ανάπτυξης και σταθερής λίρας, τουλάχιστον μέχρι την Πέμπτη, οι ενέργειες του το Σαββατοκύριακο έχουν κάνει την Τουρκία μη ελκυστική στους ξένους επενδυτές.
Είναι επικριτικοί στο να βοηθήσουν στη χρηματοδότηση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στη χώρα, το οποίο υπερέβη τα 36 δισ. δολάρια το 2020.
Η κίνηση αναφορικά με την καρατόμηση του κεντρικού τραπεζίτη, έπιασε εξ απηνής τους «ταύρους» της λίρας, οι οποίοι είχαν πιστέψει σε μια μετάβαση του Ερντογάν στις mainstream οικονομικές πολιτικές τον Νοέμβριο, όταν φάνηκε να υποκύπτει στις οικονομικές επιλογές που ήταν απαραίτητες για να συγκρατήσει την άνοδο των τιμών που διάβρωνε τη δημοτικότητά του.
Ο Ερντογάν δεν έχει μιλήσει δημοσίως για την αλλαγή του κεντρικού τραπεζίτη και τον διορισμό του Sahap Kavcioglu, ενός καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Μάρμαρα που περιστασιακά έγραφε υπέρ των ανορθόδοξων ιδεών του Τούρκου προέδρου για τα επιτόκια, στη στήλη του στη φιλοκυβερνητική Yeni Safak.
Ο σύμβουλος του προέδρου, Yigit Bulut, δήλωσε στην τηλεόραση AHaber TV ότι ο πρόεδρος απλώς είχε μιλήσει με τον νέο τραπεζίτη και ότι το κόστος δανεισμού θα πρέπει να παραμείνει όσο το δυνατό χαμηλότερα.
Η προσέγγιση του Berat Albayrak, του γαμπρού του Ερντογάν, ο οποίος παραιτήθηκε από τη θέση αυτή τον Νοέμβριο, ήταν να χρησιμοποιήσει τα συναλλαγματικά αποθέματα για να στηρίξει τη λίρα.
Η Goldman Sachs εκτιμά πως η πολιτική αυτή κόστισε περισσότερα από 100 δισ. δολάρια σε χαμένα assets -αφήνοντας ελάχιστα πυρομαχικά για να υπερασπιστεί στο νόμισμα τώρα.
«Δεν θα γίνουμε ποτέ bullish στη λίρα όσο ο Ερντογάν είναι αυτός που ουσιαστικά διοικεί την κεντρική τράπεζα» ανέφερε ο Andreas Larsen της Nordea Bank.
Τα μεικτά αποθέματα της Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένων των αποθεμάτων που έχει η κεντρική τράπεζα για λογαριασμό των εμπορικών τραπεζών αλλά και του χρυσού, μειώθηκαν 20% στο περασμένο έτος μέχρι τον διορισμό του Agbal στα 85,2 δισ. δολάρια, ενώ τα συναλλαγματικά αποθέματα μειώθηκαν περισσότερο από το μισό, στα 19,6 δισ. δολάρια.
Η τουρκική ανάπτυξη και οι εισροές είναι στενά συνδεδεμένες, καθώς η ισχυρή εσωτερική ζήτηση -παραδοσιακά ο κύριος μοχλός δραστηριότητας- καταλήγει συνήθως σε ένα ευρύ έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της χώρας.
Η αποδυνάμωση των εισροών και οι περίοδοι εξασθένησης του νομίσματος, κατέληξαν σε κύκλους ανόδου και πτώσης, που οδήγησαν το ΑΕΠ σε κάτω από 800 δισ. δολάρια, στο μεγαλύτερο μέρος της περασμένης δεκαετίας.
Αν και ο Ερντογάν κέρδισε τις περισσότερες εκλογές εκείνης της περιόδου, το ποσοστό δημοτικότητάς του δεν κατόρθωσε να ανακάμψει από το 46% που βρισκόταν το 2019.
Τότε υπέστη τη μεγαλύτερη εκλογική ήττα, χάνοντας τη δημαρχία της Κωνσταντινούπολης από το κόμμα της αντιπολίτευσης.
«Μακροπρόθεσμα, ο Ερντογάν ίσως χάσει τις εκλογές του 2023, αλλά μέχρι τότε η Τουρκία θα μπορούσε να γίνει μια frontier αναδυόμενη αγορά» ανέφερε ο επικεφαλής οικονομολόγος της Renaissance Capital, Charles Robertson.