Με τη συγχώνευση των τραπεζών Deutsche Bank και Commerzbank, η Γερμανία καθιστά μεγαλύτερο το ήδη μεγάλο τραπεζικό της πρόβλημα, εκτιμά το Bloomberg.
Η Γερμανία παρουσίασε λύση στα σοβαρά προβλήματα μιας από τις μεγαλύτερες τράπεζες, λύση όμως που την καθιστά μέρος ενός ακόμη μεγαλύτερου προβλήματος, εκτιμά το πρακτορείο. Οι αρμόδιοι για την εποπτεία του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος πρέπει να είναι έτοιμοι για τις συνέπειες σε περίπτωση αποτυχίας. Η Deutsche Bank διεξάγει συνομιλίες για συγχώνευση με την Commerzbank.
Το αποτέλεσμα θα είναι η δημιουργία ενός τραπεζικού κολοσσού με περιουσιακά στοιχεία αξίας περίπου 1,8 τρισ. ευρώ, που θα αποτελέσει την τρίτη σε μέγεθος ευρωπαϊκή τράπεζα μετά τη βρετανική HSBC και τη γαλλική BNP Paribas.
Η συμφωνία συνιστά μια βραχυπρόθεσμη απάντηση σε ένα πολιτικά δύσκολο ζήτημα, τι πρέπει να γίνει για έναν προβληματικό και συστημικά σημαντικό οργανισμό. Μετά από σειρά ανεπιτυχών προσπαθειών προκειμένου να ανακάμψει η Deutsche Bank περιήλθε- όπως περιέγραψε ο Τζ.βαν Μόλτκε, επικεφαλής των οικονομικών υπηρεσιών της τράπεζας- σε έναν φαύλο κύκλο μείωσης των εσόδων, στάσιμων εξόδων και αύξησης του κόστους χρηματοδότησης, που επιδεινώθηκε από έρευνες για ξέπλυμα χρήματος. Η προτεινόμενη συγχώνευση θα δώσει βραχεία ανακούφιση, όμως δεν είναι πιθανό να λύσει τα προβλήματα.
Η τράπεζα που θα προκύψει θα είναι σε θέση να μειώσει το κόστος με μείωση του προσωπικού. Εντούτοις, δεν θα μειωθεί ο ανταγωνισμός από τις εκατοντάδες δημόσιες περιφερειακές τράπεζες. Η συγχώνευση δεν θα βοηθήσει την DeutscheBank να βρει τρόπο να χειριστεί τα νομικά της θέματα και αυτό της επενδυτικής της μονάδας, καθώς υπάρχει η πιθανότητα να αποσπάσει την προσοχή από τα πραγματικά ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπίσουν οι οργανισμοί και συνολικά το γερμανικό τραπεζικό σύστημα.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι τι θα συμβεί αν η τράπεζα που θα προκύψει μετά τη συγχώνευση συνεχίσει να είναι οικονομικά ευάλωτη ή αν εκδηλωθεί μια ακόμη κρίση πριν βρει τον βηματισμό της. Σύμφωνα με τη νέα τραπεζική ένωση της ΕΕ, οι υπερεθνικές εποπτικές αρχές υπό την ΕΚΤ μπορούν να θεωρήσουν έναν τραπεζικό οργανισμό μη βιώσιμο, να τον αναλάβουν και να τον διαλύσουν πριν εξαπλωθεί η ζημία.
Ωστόσο, δεν το επιχείρησαν ποτέ αυτό με ένα τόσο μεγάλο τραπεζικό ίδρυμα όπως η DeutscheBank και αμφιβάλλει κανείς αν διαθέτουν τους αναγκαίους πόρους για να αναλάβουν μια τέτοια πρόκληση. Προκειμένου να αποφευχθεί ο εν λόγω κίνδυνος, οι ρυθμιστικές αρχές της ΕΕ πρέπει να απαιτήσουν από το τραπεζικό ίδρυμα να διαθέτει μεγάλο εταιρικό κεφάλαιο για να απορροφήσει όποιες απώλειες.
Επίσης, πρέπει να πιέσουν την τράπεζα να απλοποιήσει τη λειτουργία της και να παρουσιάσει ένα ρεαλιστικό σχέδιο σε περίπτωση κρίσης, διαδικασία που μόλις ξεκίνησε. Υπάρχει η ελπίδα η Deutsche-Commerzbank να βρει ένα επιχειρηματικό μοντέλο που θα είναι προς όφελος της οικονομίας και των μετόχων. Όμως, σε αντίθετη περίπτωση η Ευρώπη πρέπει να είναι έτοιμη με σχέδιο εκκαθάρισης.
Η εναλλακτική λύση θα ήταν δαπανηρή και θα έφερνε σε δύσκολη θέση τη Γερμανία: η Γερμανία, που πάντα επέμενε στους αυστηρούς κανόνες κατά των διασώσεων στην τραπεζική ένωση, μπορεί να βρεθεί να διατηρεί την τράπεζα εν ζωή εις βάρος των φορολογουμένων,αναφέρει το Bloomberg.