Zougla Newsroom
Μπορεί η Νέα Δημοκρατία, κατά δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου Γιάννη Οικονόμου, να περιλαμβάνει στα ψηφοδέλτιά της κατά τις επερχόμενες εκλογές τον πρώην υπουργό Μεταφορών, Κώστα Αχ. Καραμανλή, παρά το τραγικό και πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη, αλλά οι ευθύνες του τελευταίου είναι σαφείς και πολύ μεγαλύτερες απ’ ό,τι φάνηκε τις πρώτες ώρες της τραγωδίας.
Ο Κώστας Αχ. Καραμανλής γνώριζε και μάλιστα πολύ καιρό πριν, τα προβλήματα των θανατηφόρων προβλημάτων των σιδηροδρόμων, καθώς και τις πολύ μεγάλες πιθανότητες σοβαρότατου δυστυχήματος.
Η «Ζούγκλα» έχει στη διάθεσή της και φέρνει στη δημοσιότητα δύο προσωπικές επιστολές προς τον Κ. Αχ. Καραμανλή που είχαν αποστείλει οι εργαζόμενοι στα τρένα ήδη από το 2020 και στις οποίες επισημαίνονταν σαφώς τα προβλήματα του δικτύου και οι κίνδυνοι που εγκυμονούσαν. Η πρώτη είχε αποσταλεί στις 26 Αυγούστου 2020 και η δεύτερη στις 29 Οκτωβρίου 2021.
Οι δύο επιστολές που είχαν αποστείλει προσωπικά στον Κώστα Αχ. Καραμανλή και στον γ.γ. Μεταφορών, οι εργαζόμενοι στα τρένα είναι οι ακόλουθες:
Στην πρώτη, με ημερομηνία 26 Αυγούστου 2020, περιέγραφαν περιστατικό εκτροχιασμού στη διαδρομή Κιάτο-Αίγιο, ενημέρωναν ότι «στο μεγαλύτερο (πέραν του 90%) μέρος της σιδηροδρομικής υποδομής δεν λειτουργούν τα φωτοσήματα και η τηλεδιοίκηση, όπως και το σύστημα του συρμού έναντι του ανθρώπινου λάθους (ETCS)» καθώς και ότι «τούνελ στον Προαστιακό της Αθήνας δεν φωτίζονται και εντός αυτών δεν λειτουργούν τα συστήματα επικοινωνίας» και ζητούσαν από τον υπουργό την άμεση εκπόνηση συστάσεων για την πιστή τήρηση των κανονιστικών διατάξεων και την άμεση λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων που θα ελαχιστοποιήσουν τη πιθανότητα επανάληψης παρόμοιου περιστατικού.
Στη δεύτερη επιστολή, η οποία εστάλη στις 29 Οκτωβρίου 2021, οι εργαζόμενοι απαριθμούσαν τα ατυχήματα που είχαν σημειωθεί το 2020 και το 2021, και απεύθυναν έκκληση για συνάντηση ώστε να συζητηθούν και να επιλυθούν τα προβλήματα που σχετίζονταν με την ασφάλειά τους.
Στη συγκεκριμένη επιστολή ανέφεραν ενδεικτικά μόνο τους εκτροχιασμούς και τις συγκρούσεις που είχαν σημειωθεί στο σιδηροδρομικό δίκτυο τους τελευταίους 14 μήνες, δηλαδή από τον Αύγουστο του 2020 μέχρι τον Οκτώβριο του 2021.
Σύμφωνα με τα στοιχεία για τα οποία ενημερώθηκε προσωπικά ο υπουργός, σε διάστημα ενός χρόνου και δύο μηνών, σημειώθηκαν οκτώ περιστατικά. Δηλαδή πάνω από ένα περιστατικό ανά δύο μήνες.
Συγκεκριμένα:
- τον Αύγουστο του 2020, είχε εκτροχιαστεί προαστιακή αμαξοστοιχία στο Αίγιο.
- τον Οκτώβριο του 2020, είχε εκτροχιαστεί επίσης προαστιακή αμαξοστοιχία στη Σφενδάλη, κοντά στη Μαλακάσα.
- τον Ιανουάριο του 2021 είχε εκτροχιαστεί τρένο έξω από τη Θεσσαλονίκη.
- τον Φεβρουάριο του 2021, είχε εκτροχιαστεί άλλο τρένο στις Αχαρνές.
- τον Αύγουστο του 2021, είχε σημειωθεί σύγκρουση επιβατικού τρένου με μηχανήματα γραμμής στον Δομοκό.
- τον ίδιο μήνα είχε εκτροχιαστεί άλλο τρένο στη Λευκοθέα Σερρών.
- τον Οκτώβριο του 2021, είχε εκτροχιαστεί τρένο έξω από τη Θεσσαλονίκη.
- τον Οκτώβριο του 2021 επίσης είχε εκτροχιαστεί τρένο έξω από την Πάτρα.
Δυστυχώς, παρά τις συνεχείς εκκλήσεις τους προς τους αρμοδίους, τα αδιάψευστα στοιχεία που κατέθεταν, τα αιτήματά τους για συνάντηση με τον υπουργό και παρότι δήλωναν διατεθειμένοι να συνεργαστούν για την επίλυση των προβλημάτων, δεν εισακούστηκαν ποτέ με τραγικές, όπως όλοι ξέρουμε, επιπτώσεις.
Δείτε το περιεχόμενο των προσωπικών επιστολών:
Ρ. Σβίγκου: Είχαν αγνοηθεί από την κυβέρνηση όλες οι καταγγελίες για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων
«Δεν υπάρχουν λόγια για να εκφράσουν αυτό το οποίο περνά αυτή τη στιγμή η ελληνική κοινωνία, αλλά κυρίως οι οικογένειες οι οποίες έχασαν τους δικούς τους ανθρώπους», επισήμανε αναφορικά με την τραγωδία στα Τέμπη η γραμματέας της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, Ράνια Σβίγκου, σε χθεσινοβραδινή τοποθέτηση της στην ΕΡΤ1.
Υπογράμμισε ότι «αυτή τη στιγμή είναι μονόδρομος και η αλήθεια και η δικαιοσύνη. Γιατί σεβασμός στα θύματα σημαίνει σεβασμός στην αλήθεια, σημαίνει σεβασμός στη δικαιοσύνη».
Σημείωσε ότι «έχουν προκύψει πολύ σοβαρά ερωτήματα», όχι μόνο τώρα, από αυτή την τραγωδία, αλλά εδώ και καιρό, «από τις καταγγελίες και τις κινητοποιήσεις των εργαζομένων στον ΟΣΕ».
«Δεν είμαστε όλοι ίδιοι», είπε, σχολιάζοντας ότι «αυτό που λέγεται από την πλευρά της κυβέρνησης, περί διαχρονικότητας των ευθυνών, είναι ένας τρόπος για να διαχυθούν οι ευθύνες σ’ ένα βάθος δεκαετιών, άρα όταν ευθύνονται όλοι, δεν ευθύνεται επί της ουσίας κανένας».
Η κα Σβίγκου ανέφερε ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ «παρέλαβε μια σύμβαση η οποία ήταν στον αέρα, ολοκλήρωσε το πιο δύσκολο κομμάτι της, που ήταν το έργο της διπλής γραμμής και ολοκληρώθηκε το 2018, και στη συνέχεια παρέδωσε ένα υπό εκτέλεση έργο για την τηλεδιοίκηση στην κυβέρνηση της ΝΔ, που έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί μέσα στο 2020».
Σημείωσε ότι «αυτές τις προθεσμίες, για τη μη ολοκλήρωση του έργου, τις καταγγέλλαμε σε όλες τις δηλώσεις των αρμόδιων τομεαρχών, σε όλες τις ερωτήσεις που κάναμε στη Βουλή, ακριβώς επειδή είχαμε μεγάλη αγωνία για την ολοκλήρωση αυτού του έργου και την ασφάλεια των ελληνικών σιδηροδρόμων».
Η κα Σβίγκου αναφέρθηκε στα εξώδικα των εργαζομένων στους σιδηροδρόμους, τα οποία «έχουν επιδοθεί εδώ και ενάμιση χρόνο στις αρμόδιες Αρχές, στο υπουργείο Μεταφορών, και στα οποία οι εργαζόμενοι κατήγγειλαν την έλλειψη ασφάλειας στο δίκτυο και επεσήμαναν τους σοβαρότατους κινδύνους για την ασφάλεια τόσο των επιβατών όσο και των εργαζομένων».
Τόνισε ότι ταυτόχρονα υπήρχαν «οι κοινοβουλευτικές ερωτήσεις, τόσο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ όσο και των υπολοίπων κομμάτων της αντιπολίτευσης που επεσήμαναν επίσης τους κινδύνους για την ασφάλεια των επιβατών».
Όμως, πρόσθεσε, όλα αυτά «αγνοήθηκαν προκλητικά από την πλευρά της κυβέρνησης». Σχολίασε ότι «ο ίδιος ο υπουργός, ο κ. Καραμανλής, ο οποίος παραιτήθηκε μετά την τραγωδία, είχε το θράσος ν’ απαντά σε βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, στις 20 Φλεβάρη, και να του λέει ότι «εμείς διασφαλίζουμε την ασφάλεια των επιβατών, θα πρέπει ν’ ανακαλέσετε αυτά που λέτε, είναι ντροπή να λέτε ότι υπάρχει ζήτημα ασφάλειας», ενώ ταυτόχρονα, λίγους μήνες πριν είχαμε και την παραίτηση του κ. Κατσιούλη, του ίδιου του υπεύθυνου της τηλεδιοίκησης των σιδηροδρόμων».
Πρόσθεσε ότι «κανένας κυβερνητικός δεν άκουγε, και αντί γι’ αυτό, είχαμε τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, να έχει προγραμματισμένα εγκαίνια του Κέντρου Τηλεδιοίκησης και Σηματοδότησης Βορείου Ελλάδας την επόμενη μέρα από την τραγωδία».
Η γραμματέας της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ τόνισε ότι «αυτά τα ερωτήματα, τα οποία απαντήθηκαν μέσα από την προκλητική αγνόηση της κυβέρνησης όλων όσων είχαν προαναγγελθεί από τους εργαζόμενους, από τα κόμματα, από τους υπεύθυνους ασφαλείας, δείχνουν ότι είχαμε δυστυχώς μια τραγωδία η οποία είχε προαναγγελθεί».
Πρόσθεσε ότι δεν υπήρξαν απαντήσεις στην πράξη, όπως «επένδυση στο δίκτυο, αύξηση στον αριθμό των εργαζομένων, οι οποίοι από 1.350 το 2019, έφτασαν να είναι 700» και ότι ταυτόχρονα «δεν υπήρχαν εκπαιδευμένοι σταθμάρχες, δεν λειτουργούσε από το 2020 το Δευτεροβάθμιο Κέντρο Ελέγχου, το οποίο λειτουργούσε τα προηγούμενα χρόνια στην Καρόλου».
Είπε ότι τα προηγούμενα χρόνια «δεν συγκρούονταν τα τρένα το ένα με το άλλο, γιατί υπήρχε προσωπικό ασφαλείας, υπήρχαν διαδικασίες οι οποίες λειτουργούσαν ώστε να υπάρχει ασφάλεια στους σιδηροδρόμους. Γιατί υπήρχε Δευτεροβάθμιο Κέντρο Ελέγχου το οποίο σταμάτησε να λειτουργεί από το 2020, όπως επίσης, υπήρχαν έμπειροι σταθμάρχες και κλειδούχοι στους μεγάλους σταθμούς».
Σχολίασε ότι «είναι πολύ εύκολο να λέμε γενικά για ευθύνες και είναι πολύ βολικό ίσως για κάποιους να λένε ότι είμαστε όλοι ίδιοι, αλλά η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν κάποιοι οι οποίοι είχαν συνειδητό σχέδιο απαξίωσης των σιδηροδρόμων». «Γι’ αυτό», συνέχισε, «και δεν προσλήφθηκαν νέοι εργαζόμενοι, γι’ αυτό και όσες θέσεις εργαζομένων έμεναν κενές λόγω συνταξιοδότησης καλύπτονταν με εργολαβικούς εργαζομένους, γι’ αυτό και δεν υπήρχε η ίδια εκπαίδευση όπως υπήρχε τα προηγούμενα χρόνια».