Ο εποπτικός φορέας της ελβετικής κεφαλαιαγοράς αρνήθηκε πως φέρει ευθύνη για την κατάρρευση της δεύτερης μεγαλύτερης τράπεζας της χώρας, της Crefit Suisse, λέγοντας ότι αντέδρασε γρήγορα και ζητώντας να της δοθούν περισσότερες εξουσίες.
«Αντιδράσαμε πολύ γρήγορα», δήλωσε στους δημοσιογράφους η πρόεδρος της FINMA, Μαρλίν Άμσταντ, η οποία πρόσθεσε πως είναι ευθύνη της διοίκησης των τραπεζών να αποτρέπουν μια τέτοια κατάσταση και πως οι κανόνες από μόνοι τους δεν μπορούν να επιλύσουν μια κρίση εμπιστοσύνης όπως αυτή που έκανε την τράπεζα να καταρρεύσει.
Οι δηλώσεις της ρυθμιστικής αρχής, που έχει την κύρια ευθύνη για την εποπτεία ενός από τα μεγαλύτερα στον κόσμο χρηματοπιστωτικά κέντρα, έρχονται σε έντονη αντίθεση με την ‘ταπεινή συγγνώμη’ που ζήτησε ο πρόεδρος της Credit Suisse μία ημέρα νωρίτερα.
Ο Άξελ Λέμαν είπε στους μετόχους πως «λυπάται ειλικρινά» για το ότι έφερε την ελβετική τράπεζα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.
Αυτό οδήγησε στη διευθέτηση εσπευσμένα της εξαγοράς της από την εδρεύουσα στη Ζυρίχη UBS, που τη χρηματοδότησε με κρατική στήριξη τουλάχιστον 200 δισ. ελβετικών φράγκων και εγγυήσεις.
Η τελική σύνοδος των μετόχων της χθες, Τρίτη, αποτέλεσε ένα ατιμωτικό τέλος για την ηλικίας 167 ετών τράπεζα που ίδρυσε ο Ελβετός μεγιστάνας Άλφρεντ Έσερ, ο οποίος βοήθησε στην οικοδόμηση των σιδηροδρόμων της χώρας και στη συνέχεια της τράπεζας.
Η Άμσταντ ζήτησε περισσότερες εξουσίες για τη FINMA ώστε να μπορεί να επιβάλλει ποινές και να κατονομάζει τις τράπεζες που παραβαίνουν τους κανόνες. Η αρχή δεν διαθέτει την εξουσία να ζητάει από τις τράπεζες να λογοδοτούν, καθώς η Ελβετία επιδιώκει μια μη παρεμβατική προσέγγιση στην τραπεζική βιομηχανία, παρέχοντάς της απόλυτη ελευθερία.
«Τα εργαλεία μας φθάνουν στα όριά τους… όπως είδαμε στην υπόθεση της Credit Suisse», δήλωσε η Άμσταντ, απευθύνοντας μια σπάνια δημόσια έκκληση για περισσότερες εξουσίες.
«Η FINMA δεν έχει την αρμοδιότητα να επιβάλλει πρόστιμα», είπε, και πρόσθεσε πως θα καλωσόριζε κάτι τέτοιο. «Είναι μια εξαίρεση σε σύγκριση με άλλες ρυθμιστικές αρχές», είπε.
Η Άμσταντ είπε επίσης πως οι περισσότερες έρευνες της ρυθμιστικής αρχής που αφορούσαν τράπεζες έπρεπε να παραμένουν μυστικές και πρόσθεσε πως αυτό θα πρέπει να αλλάξει. Η Ελβετία οικοδόμησε τη χρηματοπιστωτική βιομηχανία της βασιζόμενη στην εχεμύθεια και αυτή η διακριτικότητα είναι βαθιά εδραιωμένη στη χώρα.
«Η FINMA θα ήθελε πολύ να διασφαλίσει ότι μπορούμε να κάνουμε τη δουλειά μας πιο ορατή στο κοινό στο μέλλον — όπως επιτρέπεται να κάνουν οι συνάδελφοί μας στις εποπτικές αρχές άλλων χωρών», είπε.
Η αρχή θέλει επίσης οι τραπεζίτες να λογοδοτούν με ένα ειδικό καθεστώς που θα τους καθιστά υπεύθυνους.
«Η επιβολή προστίμων θα ήταν ένα βήμα μπροστά. Όμως, όπως έχουμε δει, η Credit Suisse πλήρωσε εκατομμύρια σε πρόστιμα που δεν άλλαξαν την καταστροφική επιχειρηματική στρατηγική της», δήλωσε ο Ντόμινικ Γκρος από την Swiss Alliance of Development Organisations.
«Θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα δίωξης των ανώτατων διοικητικών στελεχών των τραπεζών για εγκληματική αμέλεια».
Ενώ η εξαγορά της Credit Suisse έχει συμφωνηθεί, πολλά εμπόδια όπως η εξασφάλιση έγκρισης από τις ρυθμιστικές αρχές διαφόρων χωρών σε όλο τον κόσμο, παραμένουν.
Γνώστες του θέματος δήλωσαν πως η Τράπεζα της Αγγλίας ενέκρινε τη συμφωνία στο Ηνωμένο Βασίλειο.