Θα χρειαστούν πολλά χρόνια ώστε η βρετανική οικονομία να προσαρμοστεί πλήρως στις συνέπειες του Brexit, οι οποίες θα βαρύνουν μακροπρόθεσμα στην αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, προειδοποιεί μελέτη του κέντρου Resolution Foundation.
Η δημοσίευση της νέας μελέτης συμπίπτει με τη σημερινή ανακοίνωση του βρετανικού ινστιτούτου στατιστικής (ONS) νέας αύξησης του πληθωρισμού που τροφοδοτεί μια σοβαρή κρίση του κόστους διαβίωσης στη χώρα.
Η εμπορική συμφωνία που συνομολογήθηκε με την Ευρωπαϊκή Ένωση και διέπει τις εμπορικές σχέσεις μετά το Brexit έχει ως αποτέλεσμα «τη μείωση των εισοδημάτων των νοικοκυριών» λόγω «της αδυναμίας της λίρας και της μείωσης των επενδύσεων και των συναλλαγών», εξηγεί η μελέτη.
«Αμέσως μετά το δημοψήφισμα, το Brexit συνέβαλε την αύξηση του κόστους διαβίωσης και στη μείωση των επενδύσεων εκ μέρους των επιχειρήσεων», διαπιστώνεται στη μελέτη.
Και κατά τη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας η χώρα «θα έχει παραγωγικότητα μειωμένη κατά 1,3%» σε σχέση με το σενάριο χωρίς το Brexit, ενώ οι μισθοί σε πραγματικές τιμές, δηλαδή προσαρμοσμένοι στις επιπτώσεις του πληθωρισμού, «θα μειωθούν κατά 470 λίρες κατά κεφαλήν ετησίως».
Από την έναρξη της ισχύος του Brexit την 1η Ιανουαρίου 2021, «στη μεγαλύτερη μεταβολή στις σχέσεις του Ηνωμένου Βασιλείου με τον υπόλοιπο κόσμο κατά τον τελευταίο μισό αιώνα», η έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση «μοιάζει να βαρύνει στο άνοιγμα και στην ανταγωνιστικότητα» της βρετανικής οικονομίας, σύμφωνα με τη μελέτη του Resolution Foundation.
Αλλά αν το Ηνωμένο Βασίλειο είδε το μερίδιο των εισαγωγών από την Ένωση να μειώνεται, η χώρα διατήρησε την αναλογία των εξαγωγών της προς την ευρωπαϊκή ήπειρο.
Οι βρετανικές επιχειρήσεις χρειάστηκε να προσαρμοστούν: «Με το δεδομένο των επιπλέον διαδικασιών», οι βρετανικές επιχειρήσεις επιλέγουν ορισμένες φορές «να αποστέλλουν απευθείας προϊόντα προς μεμονωμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να χρησιμοποιούν διανομείς στην Ένωση, αντί να εξάγουν απευθείας σε μικρότερες αγορές».
«Οι εμπορικοί φραγμοί θα αυξηθούν περισσότερο στον αγροτικό τομέα και στις υπηρεσίες -και ιδιαίτερα στις πιο πλαισιωμένες ρυθμιστικά επαγγελματικές υπηρεσίες- παρά στη μεταποιητική βιομηχανία», προβλέπεται στη μελέτη.
«Είναι μια κακή είδηση για τις βρετανικές εξαγωγές, διότι το 20% των εξαγωγών υπηρεσιών προς την ΕΕ ανήκουν στην πολύ πλαισιωμένη ρυθμιστικά κατηγορία των χρηματοπιστωτικών και των ασφαλιστικών υπηρεσιών», αναφέρεται στη μελέτη του Resolution Foundation.