Τι πραγματικά συμβαίνει με τη ρωσική οικονομία;
Τα στοιχεία δείχνουν ότι πάει καλά και αντέχει, προς το παρόν, στις πιέσεις μεταξύ των οποίων και οι δυτικές κυρώσεις. Είναι όμως έτσι ή απλώς οι υψηλές τιμές ενέργειας «κρύβουν το πρόβλημα», μεταθέτοντας το ουσιαστικά σε ένα μέλλον καθόλου μακρινό.
Παρά τις δυτικές κυρώσεις, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν διακηρύσσει πως η χώρα του θα έχει φέτος πλεονασματικό προϋπολογισμό και θα αντεπεξέλθει στην οικονομική και τεχνολογική επιθετικότητα της Δύσης, όπως τη χαρακτήρισε, αναφέρει σε σχετικό άρθρο της η Deutsche Welle.
Ταυτόχρονα η ρωσική στατιστική υπηρεσία (Rosstat) δημοσίευσε πως το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας μειώθηκε μόλις κατά 0,4% το πρώτο εξάμηνο του 2022. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, το επενδυτικό κεφάλαιο βρίσκεται σε άνοδο, το ρούβλι έχει ανακάμψει και ο πληθωρισμός, που είχε αυξηθεί κατακόρυφα στην αρχή του πολέμου, υποχωρεί ξανά.
Είναι όμως πραγματική αυτή η εικόνα;
Η οικονομία της χώρας συνεχίζει να στηρίζεται στα έσοδα κυρίως από την Ευρωπαϊκή Ένωση, που αποφέρει το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Παρόλο που η Γερμανία και η Ιταλία προσπαθούν να ελαχιστοποιήσουν την εξάρτησή τους από ρωσικούς ενεργειακούς πόρους, η Gazprom σημείωσε ρεκόρ εσόδων της τάξεως των 2,5 τρισ. ρουβλιών (41,4 δισ. ευρώ).
Αλλάζουν τα δεδομένα από το καλοκαίρι
Τα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, που αποτελούν σχεδόν τα μισά έσοδα του προϋπολογισμού που έχουν ληφθεί μέχρι στιγμής φέτος, μειώθηκαν κατά 18% σε ετήσια βάση κατά την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσαν νωρίτερα οι Financial Times (FT).
Επίσης, η ΕΕ έχει απαγορεύσει τις εισαγωγές ρωσικού άνθρακα, ενώ απαγόρευση στις εισαγωγές ρωσικού αργού πετρελαίου θα τεθεί σε ισχύ τον Δεκέμβριο.
Δραστικά μειώθηκαν και τα έσοδα εκτός του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, κατά 37% σε ετήσια βάση, τον Ιανουάριο-Αύγουστο, όπως δείχνουν τα στοιχεία.
Αρχικά, η Ρωσία έδειξε ανθεκτικότητα στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων των κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένου του παγώματος των μισών συναλλαγματικών της αποθεμάτων. Ωστόσο, ο ενεργειακός κολοσσός της Gazprom, που διατηρεί το κρατικό μονοπώλιο φυσικού αερίου της Ρωσίας, δήλωσε νωρίτερα αυτό τον μήνα ότι η παραγωγή μειώθηκε κατά 15% σε ετήσια βάση τους πρώτους οκτώ μήνες του έτους. Οι εξαγωγές, οι οποίες ρέουν κυρίως προς την Ευρώπη, μειώθηκαν κατά περισσότερο από το ένα τρίτο, σύμφωνα πάντα με όσα δημοσίευσαν οι Financial Times (FT).
Απειλείται όμως με κατάρρευση η ρωσική οικονομία και πόσο πιθανό είναι κάτι τέτοιο;
«Ακόμη κι αν η ρωσική οικονομία τα πάει χειρότερα από ό,τι πριν από έξι μήνες, αυτό δεν αποτελεί ικανό λόγο για τον πρόεδρο Πούτιν να σταματήσει να χρηματοδοτεί τον πόλεμο στην Ουκρανία», δήλωσε στην DW ο Μαξίμ Μιρόνοφ, καθηγητής Οικονομικών στη Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων της Μαδρίτης.
Οι κυρώσεις, ωστόσο, επηρεάζουν πραγματικά τη ρωσική οικονομία. Τα ευρήματα μελέτης του Πανεπιστημίου Γέιλ που δημοσιεύθηκε τον προηγούμενο μήνα, έδειξαν πως οι ρωσικές εισαγωγές έχουν καταρρεύσει και πολλές εταιρείες δυσκολεύονται να προμηθευτούν εξαρτήματα, συμπεριλαμβανομένων ημιαγωγών και άλλων βασικών προϊόντων υψηλής τεχνολογίας.
Οι εξαγωγές ακολουθούν την ίδια καθοδική πορεία, ενώ ο Ρώσος πρόεδρος, ο οποίος αναγνωρίζει την Ασία ως πολύ σημαντικό εταίρο, αναγκάζεται να πουλάει όλο και περισσότερο πετρέλαιο και φυσικό αέριο σε χαμηλότερες τιμές.
Πολλές εταιρείες δυσκολεύονται να προμηθευτούν εξαρτήματα και οι ρωσικές εξαγωγές είναι σε καθοδική πορεία
Ο Τζέφρι Σόνενφελντ, ένας εκ των συντακτών της μελέτης, δήλωσε πρόσφατα πως εάν η Δύση εμμείνει στις κυρώσεις της, η Ρωσία μπορεί να συνεχίσει έτσι περίπου δύο χρόνια ακόμη, αντιμετωπίζοντας τεράστιες δυσκολίες. Άλλοι οικονομολόγοι βλέπουν μελλοντικά το ενδεχόμενο μιας οικονομικής κατάρρευσης.
«Μακροπρόθεσμα η Ρωσία δεν θα είναι παρά ένα βενζινάδικο για την Κίνα. Αλλά δεν συμμερίζομαι την εκτίμηση ότι η χώρα θα βρεθεί στο χείλος του γκρεμού σε δύο χρόνια», υπογραμμίζει ο Ρολφ Λάνγκχαμερ, ειδικός σε θέματα εμπορίου και πρώην αντιπρόεδρος του ιδρύματος Οικονομικής Έρευνας Kίελ, σε συνέντευξη στην DW. Επισημαίνει επίσης πως η Γερμανία έστειλε 20 δισ. ευρώ στη Ρωσία για εισαγωγές ενέργειας το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, ποσοστό αυξημένο κατά 50% σε σύγκριση με πέρυσι.
Στην ίδια έρευνα του Πανεπιστημίου Γέιλ τεκμηριώνεται πως η Μόσχα αξιοποίησε τα συναλλαγματικά της αποθέματα, αξίας άνω των 600 δισ. ευρώ, για λόγους προστασίας του προέδρου Πούτιν τους πρώτους μήνες του πολέμου. Την ίδια στιγμή σχεδόν 82 δισ. ευρώ έχουν αξιοποιηθεί για τον πόλεμο, ενώ σχεδόν το 50% από τα υπόλοιπα χρήματα έχουν «παγώσει» από τη Δύση.
Ο Αλεξάντερ Μιχαΐλοφ, καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Ρέντινγκ, δηλώνει πως η Μόσχα δεν θα μπορεί να συνεχίσει να χρηματοδοτεί τον πόλεμο σε περίπτωση που η Δύση σταματήσει τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου. «Ακόμη κι αν η χώρα τυπώσει περισσότερα χρήματα, ώστε να πληρώσει το αυξανόμενο κόστος του πολέμου, αυτό θα οδηγούσε σε τεράστια υποτίμηση του ρουβλιού, υπερπληθωρισμό και κατά συνέπεια σε κοινωνική αναταραχή», επισημαίνει ο κ. Μιχαΐλοφ στην DW.