Το «θέμα Ελλάδα» έχει κουράσει τους πάντες και πρώτα από όλα τους ίδιους τους Έλληνες.
Όλοι εμφανίζονται να θέλουν να κλείσει και η χώρα να επιστρέψει σε μια κανονικότητα, αλλά νέα προσκόμματα κάνουν την εμφάνισή τους και ετεροχρονίζουν ακόμη και την εκταμίευση της δόσης.
Ο χειρότερος εφιάλτης για το οικονομικό επιτελείο και την κυβέρνηση συνολικότερα είναι αύριο ή έστω τη Δευτέρα να εγκριθεί από τον ESM ή το Eurogroup αντίστοιχα μόλις μία υποδόση για τις ανάγκες του Ιουλίου.Η Αθήνα φοβάται τώρα ότι η απόφαση των Ευρωπαίων εταίρων για τη δόση δεν θα αφορά στο σύνολό της, αλλά πολλές υποδόσεις, που θα δίνονται σταδιακά και πολλές φορές μετά τις καταληκτικές ημερομηνίες πληρωμών ομολόγων του παρελθόντος.
Ο χειρότερος εφιάλτης για το οικονομικό επιτελείο και την κυβέρνηση συνολικότερα είναι αύριο ή έστω τη Δευτέρα να εγκριθεί από τον ESM ή το Eurogroup αντίστοιχα μόλις μία υποδόση για τις ανάγκες του Ιουλίου.
Προφανώς και αύριο να είναι η τελική δοκιμασία για την Ελλάδα, καθώς επιχειρείται να εγκριθεί σε επίπεδο Διοικητικού Συμβουλίου ESM, δηλαδή σε επίπεδο EuroWorking Group, που συνεδριάζει μέσω τηλεδιάσκεψης, η καταβολή των δόσεων. Στόχος των Ευρωπαίων είναι η σύνοδος του Eurogroup της Δευτέρας να επικεντρωθεί στη νέα οικονομική «πληγή» της Ευρωζώνης που αφορά βεβαίως τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Οι νέοι όροι του ESM για την Ελλάδα, όπως διατυπώθηκαν την Τετάρτη, αλλά και όσοι είναι υπό… διαμόρφωση δυσκολεύουν την κατάσταση για τη χώρα.
Έτσι, λοιπόν, με τους νέους όρους, τα 8,5 δισ. ευρώ της δόσης δεν πρέπει να θεωρούνται δεδομένα.
Μπορούν να εκταμιευθούν σε μία ή σε περισσότερες από μία υποδόσεις, όπως αναφέρεται στο κείμενο της απόφασης.
Το αν θα έρθουν στα κρατικά ταμεία τα επόμενα 800 εκατ. ευρώ και το πότε αυτό θα γίνει εξαρτάται από μία νέα ρήτρα, που ορίζει ότι θα πρέπει να μειωθούν οι συνολικές οφειλές του κράτους προς ιδιώτες, όπως αυτές διαμορφώθηκαν στο τέλος Απριλίου, κατά 150% σε σχέση με το ύψος της δόσηςΤο αν θα έρθουν στα κρατικά ταμεία τα επόμενα 800 εκατ. ευρώ και το πότε αυτό θα γίνει εξαρτάται από μία νέα ρήτρα, που ορίζει ότι θα πρέπει να μειωθούν οι συνολικές οφειλές του κράτους προς ιδιώτες, όπως αυτές διαμορφώθηκαν στο τέλος Απριλίου, κατά 150% σε σχέση με το ύψος της δόσης.
Δηλαδή, τα 6,5 δισ. ευρώ περίπου θα πρέπει να μειωθούν σύμφωνα με την απόφαση του ESM κατά 1,2 δις (σ.σ.: δηλαδή κατά 800 εκατομμύρια ευρώ από τα χρήματα της υποδόσης και κατά άλλα 400 εκατ. από κρατικό χρήμα). Και έτσι η αξία των εκκρεμών οφειλών θα πρέπει να υποχωρήσει σε 5,3 δισ. ευρώ περίπου. Μάλιστα, αυτό θα πρέπει να το αποδείξουν οι ελληνικές Αρχές στέλνοντας μηνιαίως στοιχεία στον ESM και στα άλλα αρμόδια όργανα της Ε.Ε.
Είναι εφικτό μετά την 1η Σεπτεμβρίου και το αργότερο έως την 31η Οκτωβρίου η Ελλάδα να λάβει τις επόμενες υποδόσεις. Μετά, αν δεν ληφθεί μία απόφαση παράτασης της διαθεσιμότητας (σ.σ.: όπως έχει συμβεί τα προηγούμενα έτη), τα λεφτά θα επιστρέψουν και ο ESM θα επιλέξει να τα διαθέσει σε κάποιο άλλο πεδίο. Αυτό δεν το θέλει η Αθήνα.
ΣΕΒ: «Εάν τηρηθούν τα συμφωνηθέντα με τους εταίρους και δεν ανατραπεί η συνεχιζόμενη μείωση του κινδύνου της χώρας, υπάρχουν όλες οι δυνατότητες να ξαναβγεί στις αγορές και να κινητοποιήσει ιδιωτικά κεφάλαια»
Τέλος, υπάρχουν και άλλοι όροι σύμφωνα με το κείμενο του ESM, οι οποίοι θα αποτυπωθούν στο «acceptance notice», το έγγραφο που θα συνοδεύει τα τελικά κείμενα της συμφωνίας και την 3η αξιολόγηση.
Παρέμβαση ΣΕΒ να… τηρηθούν τα συμφωνηθέντα
Η μετ’ εμποδίων ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, που ξεκίνησε σταδιακά από το 2014, φαίνεται σήμερα να εισέρχεται σε μια φάση ομαλοποίησης, αλλά και προσδοκώμενης ενίσχυσης τους επόμενους μήνες, αναφέρει στο εβδομαδιαίο δελτίο του για την ελληνική οικονομία ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών.
Όπως επισημαίνει ο ΣΕΒ, εάν τηρηθούν τα συμφωνηθέντα με τους εταίρους και δεν ανατραπεί η συνεχιζόμενη μείωση του κινδύνου της χώρας, που είναι εμφανής στις αποδόσεις των ομολόγων, κρατικών και εταιρικών, η χώρα έχει όλες τις δυνατότητες να ξαναβγεί στις αγορές και να κινητοποιήσει ιδιωτικά κεφάλαια που περιμένουν να επενδύσουν στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.