Ο «πρίγκιπας» του ελληνικού ροκ μας άφησε στις 6 Δεκεμβρίου 1990. Οι σημερινοί δεκαεξάρηδες τον ανακαλύπτουν και πάλι, πιάνουν την κιθάρα να τραγουδήσουν τα τραγούδια του και αυτό, από μόνο του,  λέει πολλά.

Αυτόφωτος δημιουργός, χαρισματικός περφόρμερ που απενοχοποίησε τη χρήση της ελληνικής γλώσσας στο σύγχρονο ηλεκτρικό ήχο, σαρκαστικά ανατρεπτικός, τρυφερός αμφισβητίας, ο ροκ Καζαντζίδης.

Αυτοί είναι κάποιοι από τους χαρακτηρισμούς που έχουν αποδοθεί στον Παύλο Σιδηρόπουλο. Ο «πρίγκιπας» του ελληνικού ροκ θ’ ακολουθήσει τη μοίρα των τριών «J» της ροκ (Janis Joplin, Jimmy Hendrix, Jim Morrison).

Έγινε είδωλο, φωτογραφία, στάμπα σε μπλουζάκι, όπως όλοι οι μύθοι της ροκ μουσικής που έφυγαν νωρίς, νικημένοι από τον κόσμο των ουσιών, που τελικά δεν τους πρόσφερε ασφαλές καταφύγιο από την πνιγηρή πραγματικότητα.

Κορυφαία στιγμή της καλλιτεχνικής διαδρομής του, το ΦΛΟΥ, που θα διανείμει η VETO την ερχόμενη Κυριακή. Ένας δίσκος που θεωρείται ορόσημο για το ελληνικό ροκ. Η δύναμη των στίχων και της μουσικής του αναμφίβολα αποτελεί αντίδοτο στη μίζερη τηλεοπτική κοινωνία μας.

Το ιστορικό πλαίσιο

Στα τέλη της δεκαετίας του ’70 η δίψα για πολιτικό τραγούδι υποχωρεί. Μία μερίδα της νεολαίας ασφυκτιά στο υφιστάμενο κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο και προσπαθεί να εκφράσει την ρήξη της με κάθε εξουσία μέσα από τη ροκ μουσική.

Η ζωή στις μεγαλουπόλεις δεν προσφέρει παρά αδιέξοδα και απογοητεύσεις και το κίνημα μεγαλώνει μέρα με τη μέρα.

Ο δρόμος έχει στρωθεί από την προηγούμενη δεκαετία με παρουσίες εμβληματικές, όπως ο Διονύσης Σαββόπουλος και ο Δημήτρης Πουλικάκος και συγκροτήματα, όπως οι Aphrodite’s Child (Β. Παπαθανασίου, Λ. Σιδεράς και Ντ. Ρούσος) Socrates drunk the conium, MGC, Juniors, Idols κ.α. Η ελληνική ροκ σκηνή έχει πλέον διαμορφωθεί με στέκια, συναυλίες και χιλιάδες οργισμένους οπαδούς.

Ρόκερ και στοχαστής

Μέσα σε αυτό το κλίμα δημιουργεί και αφήνει ανεξίτηλη τη σφραγίδα του ο Παύλος Σιδηρόπουλος. Είναι ρόκερ και στοχαστής, με ρίζες από τον θρυλικό Ζορμπά, ανιψιός της γνωστής ποιήτριας Έλλης Αλεξίου.
Παιδί, εύπορης οικογένειας, με προσφυγικές ρίζες. Ο πατέρας του είχε εργοστάσιο παραγωγής χαρτιού για φωτογραφίες.

Η μουσική του πορεία αρχίζει στις αρχές του ’70 στη Θεσσαλονίκη, όπου σπουδάζει στο Μαθηματικό του Α.Π.Θ.

Μαζί με τον Παντελή Δεληγιαννίδη σχηματίζουν το ντουέτο «Δάμων και Φιντίας» και κυκλοφορούν τον δίσκο 45 στροφών «Το ξέσπασμα/Ο κόσμος τους». Εμφανίζονται στον ναό του ροκ, το club «Κύτταρο» και συμμετέχουν στη ζωντανή ηχογράφηση του κλασικού πλέον album «Ζωντανοί στο Κύτταρο».

Οι δυο τους (1972-1974) θα ενσωματωθούν στα «Μπουρμπούλια» και θα ηχογραφήσουν τον «Ντάμη τον Σκληρό» (ο αρχικός τίτλος «Ντάμης ο ληστής εγκαταλείφθηκε ελέω λογοκρισίας).

Το σχήμα διαλύεται λίγο πριν την μεταπολίτευση. Τα «Μπουρμπούλια» ακολουθούν το Δ. Σαββόπουλο και ο Παύλος, συνεργάζεται ως τραγουδιστής με το Γιάννη Μαρκόπουλο. («Θεσσαλικός Κύκλος», «Μετανάστες», «Οροπέδιο»).

Η εποχή της «Σπυριδούλας»

Ο Παύλος, ο οποίος διαρκώς επεξεργάζεται το δικό του υλικό, συναντά ένα νέο γκρουπ που τον γοητεύει. «Το παίξιμο τους είχε αίσθημα, γουστάρανε που παίζανε, δηλαδή κινιότανε το πράγμα πάνω στο πάλκο». (περιοδικό Ποπ+Ροκ, Αύγουστος 1978).

Η μυθολογία του συγκροτήματος αναφέρει ότι βαφτίστηκε Σπυριδούλα, είτε από μία γάτα με αυτό το όνομα, που είχε ένα από τα μέλη του, είτε από τη γνωστή ιστορία της Σπυριδούλας (νεαρή οικιακή βοηθός που τότε είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο, γιατί την κακοποιούσε με το σίδερο το αφεντικό της). (Άκης Λαδικός. «Παύλος Σιδηρόπουλος: Πού να γυρίζεις». Εκδόσεις Νέα Σύνορα).

Το χρονικό του δίσκου

Ο Παύλος θυμάται για την επαφή του με την ΕΜΙΑΛ: «Στον Πετσίλα (σ.σ. τότε διευθυντή της εταιρείας) που ήταν αρκετά προοδευτικός, είχαν μιλήσει για το γκρουπ και σε μια συνάντηση του μαζί μου, μου ανέφερε ότι ήθελε να τους ακούσει. «Μα μ’ αυτούς παίζω του λέω». Του αναφέρω ότι θέλω να κάνω ένα ροκ δίσκο.

Μας άκουσε, του αρέσαμε και φτιάξαμε το δίσκο. Ο Θόδωρος Σαραντής, όμως, με έχει επανειλημμένα διαβεβαιώσει ότι αυτός ήταν που έκανε τις επαφές για την ένταξη του γκρουπ στο δυναμικό της εταιρείας».

Ο Θοδωρής Σαραντής- παραγωγός ξένου και ελληνικού ροκ ρεπερτορίου αναφέρει: «Το ραντεβού μας με τον Παύλο, κλείστηκε- πού αλλού;- στα Εξάρχεια. Εκεί μου πρωτομίλησε για τη ”Σπυριδούλα”: «Έχω βρει ένα γκρουπάκι σούπερ και μαζί τους φτιάχνω κάποια δικά μου τραγούδια. Νοικιάσαμε μια μονοκατοικία στην πλατεία Αμερικής για πρόβες. Είσαι;».

Η περιγραφή του παραγωγού για το νεοκλασικό δίπατο, όπως και για την ηχογράφηση του δίσκου, δίνει το κλίμα. «Ο Παύλος, η Σπυριδούλα των Σπυροπουλαίων, οι φίλοι του γκρουπ, ο ηλεκτρισμός, η κάπνα, οι κόντρες και η νέα δουλειά του Σιδηρόπουλου, σκληρή, επιθετική, αλλά και τόσο ευαίσθητη και γοητευτική.
Και ο στίχος του ΦΛΟΥ, που κατέρριπτε αυτόματα τη θεωρία χρόνων, πως τα Ελληνικά δεν ταιριάζουν στο ροκ. Το αγγλόφωνο ή μεταγλωττισμένο ροκ είχε αποκτήσει τη δική του γλώσσα και φόρμα. Με συνοπτικές διαδικασίες βρεθήκαμε στο στούντιο της Columbia.

Οι ώρες στο στούντιο ατελείωτες από τις μονομανίες του Παύλου, που πολλές φορές απειλούσε ότι θα φύγει, γιατί δεν μπορούσε να συνεχίσει με τη Σπυριδούλα. Κι όμως το ΦΛΟΥ τελείωσε και μαζί του άρχισε μία άλλη εποχή για το μέχρι τότε, σχεδόν ανύπαρκτο ελληνικό ροκ».

ΦΛΟΥ

Μηδενιστικό και απαισιόδοξο, τρυφερό και βίαιο, οργισμένο και ταυτόχρονα ηττοπαθές. Αυτό ήταν το «ΦΛΟΥ». Όπως εύστοχα σημειώνει ο συνθέτης Γιώργος Ανδρέου, ο Παύλος ως τραγουδοποιός, πρώτη φορά μετά τους ρεμπέτες διαχειρίστηκε θέματα ταμπού: Εξάρτηση, ναρκωτικά, ερωτισμός, αναρχία, κοινωνικός αποκλεισμός, φετίχ, «μαύρη» λογοτεχνία.

Ο δίσκος πήρε το όνομά του από το τραγούδι που περιέχει με τίτλο «Ο Μπάμπης ο Φλου», πρόσωπο υπαρκτό που γνώρισε ο Παύλος στη Θεσσαλονίκη, στα φοιτητικά του χρόνια. Ήρωας του ένας φιλοσοφημένος γερομπεκρής με αγαπημένη του ατάκα «Φίλε μου, τα πάντα είναι φλου».

Για τον στίχο, ο Παύλος θα πει: «Στη δική σου δουλειά θα εκφραστείς με τον τρόπο που μεγάλωσες, που λειτουργείς και που είναι ο ελληνικός στίχος». Στο τραγούδι «Η ώρα του stuff», που αποτελεί την πρώτη κατάθεση του γύρω από το πρόβλημα των ναρκωτικών – που είναι πλέον και δικό του πρόβλημα – τον Παύλο συνοδεύει η Δήμητρα Γαλάνη.

Δεν αναφέρεται το όνομά της, επειδή εκείνη την περίοδο ανήκε σε άλλη δισκογραφική εταιρεία. «Οι σοβαροί κλόουν» καταγράφουν το κλίμα από τα φοιτητικά αμφιθέατρα και το αδιέξοδο των νέων παιδιών.

Στο τραγούδι «Τω αγνώστω Θεώ» δεν θα διστάσει να ειρωνευτεί «αριστοφανικά» ακόμη και το Μίκη Θεοδωράκη. «Ήταν πρωί τ’ Αυγούστου κοντά στη ροδαυγή/σκοράριζες το θάνατο κει στη δεξαμενή».
Φινάλε με το «Εν κατακλείδι» κατά την πρακτική του Lou Reed που και αυτός έκλεισε το δίσκο του Transformer, με ποίηση του Βρετανού Έλιοτ.

Στο ΦΛΟΥ συμπεριλαμβάνεται και το «Ξέσπασμα» από τον πρώτο μικρό δίσκο που κυκλοφόρησε με τον Π. Δεληγιαννίδη.

Η σύνθεση του γκρουπ την εποχή της ηχογράφησης του δίσκου: Παύλος Σιδηρόπουλος (τραγούδι, κρουστά), Βασίλης Σπυρόπουλος (κιθάρα), Νίκος Σπυρόπουλος (κιθάρα, πιάνο, συνθεσάιζερ, φλάουτο), Τόλης Μαστρόκαλος (μπάσο), Ανδρέας Μουζακίτης (τύμπανα).

Παραγωγός του δίσκου ο Θ. Σαραντής με βοηθό τον Μάνο Ξυδού. Ο δίσκος θα κυκλοφορήσει στις αρχές του ’79.

Το τέλος

Μετά το ΦΛΟΥ, οι Σπυριδούλα διαλύονται και ο Παύλος δημιουργεί με τον κιθαρίστα Θοδωρή Παπαντίνα την «Εταιρεία Καλλιτεχνών». Πρωταγωνιστεί στην ταινία του Αντρέα Θωμόπουλου «Ο Ασυμβίβαστος» όπου ερμηνεύει και το δημοφιλές «Αν μ’ αγαπάς», σε στίχους και μουσική του σκηνοθέτη.

Το 1980 δημιουργεί ένα νέο γκρουπ τους «Απροσάρμοστους». Δύο χρόνια αργότερα κυκλοφορεί τον δίσκο «Εν λευκώ.» που λογοκρίνεται. Το 1985 κυκλοφορεί σε παραγωγή του Δημήτρη Πουλικάκου το δίσκο «Zorba the freak» και το 1989 το ζωντανά ηχογραφημένο «Χωρίς Μακιγιάζ».

Το 1990 παραλύει το δεξί του χέρι εξαιτίας κάποιου προβλήματος στα αγγεία. Το δένει και συνεχίζει τις ζωντανές εμφανίσεις του. Θα μας χαιρετήσει οριστικά στις 6 Δεκεμβρίου 1990 από χρήση υπερβολικής δόσης ηρωίνης στο πατρικό του σπίτι.

Κηδεύεται στον Κόκκινο Μύλο. Ο αγαπημένος ήρωας της ελληνικής ροκ μουσικής έχει ήδη γεννηθεί.

Δισκογραφία

Ένα χρόνο μετά το θάνατο του, το 1991, οι «Απροσάρμοστοι» κυκλοφορούν το «Άντε και καλή τύχη μάγκες» που περιέχει κομμάτια ηχογραφημένα από τον ίδιο και άλλα με τη συμμετοχή γνωστών καλλιτεχνών.

Το 1992 ακολουθούν «Τα μπλουζ του πρίγκιπα» με δοκιμαστικές (demo) ηχογραφήσεις από το 1979 έως το 1981.

Το 1994 κυκλοφορεί ο διπλός δίσκος «Εν αρχή ην ο λόγος» με ζωντανές ηχογραφήσεις από το 1978 έως το 1989.