Η αξιοπιστία των μέσων ενημέρωσης και ιδιαίτερα των περιφερειακών, ο ρόλος τους αλλά και η σπουδαιότητα της παρουσίας τους στην καθημερινότητα της περιφέρειας για την ενημέρωση των τοπικών κοινωνιών, ήταν το θέμα συζήτησης στο STARFORUM που πραγματοποιείται στη Λαμία, με τη συμμετοχή του προέδρου της ΠΟΕΣΥ Σωτήρη Τριανταφύλλου, της προέδρου της ΕΣΗΕΑ Μαρίας Αντωνιάδου, του προέδρου της Ένωσης Συντακτών Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδας & Εύβοιας Γιώργου Τσιγκλιφύση, και του προέδρου της Ένωσης Συντακτών Περιοδικού και Ηλεκτρονικού Τύπου Θέμη Μπερεδήμα.
Κατά την διάρκεια της συζήτησης, που συντόνισε η δημοσιογράφος του STAR Κεντρικής Ελλάδας, Λένα Παρασκευά, αναδείχτηκαν ζητήματα που έχουν σχέση με την δυσλειτουργία των ΜΜΕ και την ανάγκη θεσμικής θωράκισής τους από την πλευρά της Πολιτείας.
Ιδιαίτερη αναφορά στα σύγχρονα επιχειρηματικά μοντέλα έκανε ο πρόεδρος της ΠΟΕΣΥ Σωτήρης Τριανταφύλλου, υπογραμμίζοντας ότι «τα ιστορικά μοντέλα που αφορούν τα ΜΜΕ που είχαν σαν πυλώνες την διαφήμιση και την κυκλοφορία έχουν καταρρεύσει και σ’ αυτή την φάση, σε διεθνές επίπεδο, αναζητούνται νέα επιχειρηματικά μοντέλα, χωρίς βεβαίως να γνωρίζουμε ακόμη ποιο θα είναι το επιχειρηματικό μοντέλο του μέλλοντος».
Εκτίμησε ακόμη ότι «το επιχειρηματικό μοντέλο θεωρείται πολύ σημαντικό και για την πολυφωνία, ακόμα και για την ανεξαρτησία της ενημέρωσης».
Ο κ. Τριανταφύλλου χαρακτήρισε τα περιφερειακά μέσα ως «αναγκαίο συστατικό της πολυφωνίας και εντέλει αναγκαία για την δημοκρατία και τις τοπικές κοινωνίες τις οποίες προβάλλουν και ουσιαστικά αποτελούν την τοπική δημόσια σφαίρα».
Ο πρόεδρος της ΠΟΕΣΥ υπογράμμισε ότι «οι έρευνες που έχουν γίνει έχουν δείξει ότι τα περιφερειακά μέσα είναι τα πιο αξιόπιστα μέσα» σημειώνοντας ότι σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες, το 2021 ήταν στην 4η θέση και το 2022 στην 1η θέση αξιοπιστίας, σύμφωνα με τις απόψεις των πολιτών.
Ο πρόεδρος της ΠΟΕΣΥ είπε ότι οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες «και αποτελούν πρόκληση για όλους μας, για να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στην εξέλιξη της εποχής με τέτοιο τρόπο που θα είναι συμβατός και με τους εργαζόμενους και με την ενημέρωση την οποία παρέχουμε», κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στην τεχνητή νοημοσύνη που έρχεται και το WEB3. Ξεκαθάρισε ότι «η στήριξη της κυβέρνησης στον Τύπο συνολικά είναι υποχρέωση, καθώς με αυτό τον τρόπο στηρίζει την δημοκρατία, την πολυφωνία, κάτι που σε όλα τα προηγμένα κράτη το βλέπουμε, αφού υπάρχουν μέτρα που στηρίζουν τον Τύπο εδώ και δεκαετίες».
Τέλος, ο κ. Τριανταφύλλου στάθηκε ιδιαίτερα στις εργασιακές σχέσεις που διαμορφώνονται στην περιφέρεια, τονίζοντας ότι «έχει θεσμική υποχρέωση η κυβέρνηση να τις προασπίσει και να τις συνδυάσει με μέτρα ενίσχυσης, συνολικά, των μέσων ενημέρωσης».
«Στην Ελλάδα υπηρετούμε κάτι το οποίο δεν είναι αυτό που συμβαίνει στο εξωτερικό. Η προσωπική μου άποψη είναι η ισχύς εν τη ενώσει» σχολίασε η Μαρία Αντωνιάδου, πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ, μιλώντας για την ύπαρξη πολλών ενώσεων γύρω από τον Τύπος και σημείωσε ότι «είναι ανάγκη πλέον και επίκαιρο να καθίσουμε στο τραπέζι και να αποφασίσουμε να ξεπεράσουμε τα ενδεχόμενα τοπικιστικά μας ζητήματα, τα οποία ενέχουν και ζητήματα δεοντολογίας και πλουραλισμού, έτσι ώστε να προχωρήσουμε σε μία ισχυρή ενοποίηση.
Οι εποχές είναι πολύ σκληρές και πρέπει να ξεπεράσουμε τις αγκυλώσεις μας και δεν σημαίνει ότι πρέπει να κρατά ο καθένας το μαγαζάκι του».
Η Μαρία Αντωνιάδου στάθηκε ιδιαίτερα στις εργασιακές σχέσεις των δημοσιογράφων, τονίζοντας ότι «τα μνημόνια κατέστρεψαν τις εργασιακές τους σχέσεις καθώς οι δημοσιογράφοι είναι μέλη αυτής της κοινωνίας και δέχονται τις επιπτώσεις». Η πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ τόνισε την σπουδαιότητα των περιφερειακών μέσων, αξιώνοντας όμως την ύπαρξη συλλογικών συμβάσεων και καλώντας συγχρόνως τις εργοδοτικές οργανώσεις σε περιφερειακό επίπεδο να προχωρήσουν στην υπογραφή συλλογικών συμβάσεων «για να αποτελέσουν», όπως είπε, «πρότυπο και για εμάς στην Αθήνα».
«Ο δημοσιογράφος δίνει μάχη για να είναι ελεύθερος σε αυτές τις εργασιακές συνθήκες» ανέφερε.
Επίσης, η Μαρία Αντωνιάδου ανέφερε ότι «παρουσιάζονται ιδιοκτήτες ΜΜΕ να στρέφονται με αγωγές κατά δημοσιογράφων» τονίζοντας ότι «πρόκειται για νέα ήθη που οι παραδοσιακοί εκδότες ούτε καν το είχαν σκεφτεί. Είναι τρομακτικό το δείγμα των slaps να δέχονται αγωγές οι δημοσιογράφοι από ιδιοκτήτες άλλων μέσων για να σταματήσουν να γράφουν. Είναι τραγικό. Λυπάμαι που το λέω για πρώτη φορά. Αυτά τα βλέπουμε στην περιφέρεια. Λυπάμαι πραγματικά για αυτές τις εξελίξεις» είπε.
Ο πρόεδρος της Ένωσης Συντακτών Θεσσαλίας Στερεάς Ελλάδας και Εύβοιας Γιώργος Τσιγκλιφύσης, μίλησε για την αξιοπιστία των μέσων μαζικής ενημέρωσης της επαρχίας, καθώς βρίσκονται εγγύτερα στους ανθρώπους, γνωρίζουν το πολιτιστικό και πολιτικό υπόβαθρο και υπογράμμισε ότι «θα πρέπει να υπάρξει ένα θεσμικό οπλοστάσιο το οποίο θα μπορέσει να διαχωρίζει ανόμοια πράγματα, καθώς υπάρχουν στρεβλώσεις ανάμεσα σε μέσα μαζικής ενημέρωσης που έχουν προσωπικό δημοσιογράφους και τηρούν συλλογικές συμβάσεις και σε μέσα ενημέρωσης τα οποία έχουν λιγοστούς έως καθόλου εργαζόμενους».
Ο πρόεδρος της Ένωσης Συντακτών Περιοδικού και Ηλεκτρονικού Τύπου κ. Θέμης Μπερεδήμας έκανε ιδιαίτερη αναφορά στα αριθμητικά δεδομένα των επιχειρήσεων ενημέρωσης, τονίζοντας πως «στην Ελλάδα έχουμε 6 τηλεοπτικούς σταθμούς αδειοδοτημένους και μία άδεια να μην έχει εκδοθεί. Έχουμε περιφερειακής εμβέλειας 104 επιχειρήσεις τηλεοπτικές και 879 ραδιοφωνικές, 12 παρόχους συνδρομητικών υπηρεσιών και 469 εκδοτικές επιχειρήσεις και εκεί προκύπτει το ερώτημα: ρώτησε κανείς αν αυτές οι επιχειρήσεις έχουν προσωπικό, τι τζίρους κάνουν, αν είναι ανταγωνιστικές;
Είναι ένα θέμα που η Πολιτεία δεν το έχει λύσει από το 1989 που ξεκίνησε η ελεύθερη τηλεόραση. Μπορεί να αδειοδοτήθηκαν οι τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής εμβέλειας αλλά στην επαρχία υπάρχει ένα “Ελ Ντοράντο”».
Όπως σχολίασε ο κ. Μπερεδήμας, «όλα αυτά έχουν σχέση με την ποιότητα της ενημέρωσης η οποία αντανακλάται και στην ποιότητα της δημοκρατίας». Ο κ. Μπερεδήμας υπογράμμισε ότι «πρέπει να ενισχυθεί ο Τύπος, δηλαδή το σύνολο των μέσων ενημέρωσης, αλλά με θεσμικό τρόπο. Ξεκίνησε η προηγούμενη κυβέρνηση, συνέχισε η σημερινή, αλλά θα πρέπει να φτάσουμε στην καρδιά του προβλήματος. Και το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι: θέλουμε μέσα ενημέρωσης με εργαζόμενους ή όχι;».