Τον κώδωνα του κινδύνου για το μέλλον της Λιβύης κρούει ο υπουργός Εξωτερικών της αφρικανικής χώρας.

«Εάν δεν κάνουμε το σωστό τώρα, σε δύο χρόνια θα μπορούσαμε να δούμε -ελπίζω πως δεν θα συμβεί αυτό- μια επανάληψη όσων συνέβησαν στη Συρία το 2014 επειδή η διεθνής κοινότητα δεν αντέδρασε όπως απαιτείτο» υποστήριξε ο Μοχάμεντ Ντάιρι σε συνέντευξη που παραχώρησε στο πρακτορείο ειδήσεων Reuters.

Μετά την πτώση του Μουαμάρ Καντάφι το 2011 συνεχίστηκαν οι εμφύλιες συγκρούσεις ανάμεσα σε αντίπαλες φυλές για τον έλεγχο περιοχών. Οι προσπάθειες για τη συγκρότηση κεντρικής κυβέρνησης δεν στέφθηκαν με επιτυχία, καθώς αρκετοί φύλαρχοι (ειδικά στο ανατολικό τμήμα) επιχείρησαν να ενισχύσουν τη θέση τους και να καρπωθούν οικονομικά οφέλη, συμπεριλαμβανομένων των κερδών από την πώληση πετρελαίου. Αποτέλεσμα ήταν να συνεχιστούν οι συγκρούσεις ανάμεσα στον κυβερνητικό στρατό και δυνάμεις μισθοφόρων, οι οποίες πολλές φορές ήταν καλύτερα εξοπλισμένες.

Ο Μοχάμεντ Ντάιρι εκπροσωπεί τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση στην ανατολική Λιβύη, που έχει εμπλακεί σε μια όλο και πιο σκληρή σύγκρουση για την εξουσία με μια αντίπαλη δύναμη, γνωστή με την ονομασία «Αυγή της Λιβύης», που κατέλαβε την πρωτεύουσα Τρίπολη τον Αύγουστο. Σε μια δυσοίωνη τροπή της σύγκρουσης, μια δύναμη προσκείμενη στην αυτοανακηρυγμένη κυβέρνηση της Τρίπολης κατέλαβε δύο από τα μεγαλύτερα λιμάνια από τα οποία εξάγεται το πετρέλαιο της Λιβύης: το Ες Σίντερ και το Ρας Λανούφ. Έκτοτε οι μάχες εξαπλώθηκαν σ’ ένα ακόμη σημαντικό λιμάνι όπου υπάρχουν εγκαταστάσεις για να πραγματοποιούνται εξαγωγές αργού.

Ο επικεφαλής της λιβυκής διπλωματίας επανέλαβε την καταγγελία της κυβέρνησής του ότι ανάμεσα στις δυνάμεις οι οποίες επιτέθηκαν στις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις βρίσκονταν στοιχεία της Άνσαρ αλ Σαρία. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ χαρακτηρίζει την Άνσαρ αλ Σαρία τρομοκρατική οργάνωση και την κατηγορεί ότι είχε αναμιχθεί στην αιματηρή επίθεση του Σεπτεμβρίου του 2012 στο αμερικανικό προξενείο στη Βεγγάζη, που είχε ως αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του ο πρώτος Αμερικανός διπλωμάτης τα τελευταία 30 χρόνια.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ