Του Κώστα Μπετινάκη

Καθώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ προσπαθεί να εμποδίσει την είσοδο μεταναστών στις ΗΠΑ, τελικά καταφέρνει το αντίθετο αποτέλεσμα…

Το Ιράκ αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα: Οι Αμερικάνοι με τους συνεργάτες τους υποθάλπουν την θρησκευτική διαμάχη, τη δημιουργία ένοπλων ομάδων, τη διάσπαση της χώρας σε κομμάτια, και την τρομοκρατία, η οποία βρίσκει πρόσφορο έδαφος.

Την ώρα που το στρατιωτικο-βιομηχανικό κατεστημένο στις χώρες παραγωγής οπλικών συστημάτων αυξάνει τα κέρδη του, η κοινωνία χάνει τρόπους βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης, οι βασικές κοινωνικές δομές καταστρέφονται, δεν λειτουργούν κοινωνικές υπηρεσίες, οι δουλειές χάνονται, οι τιμές στα ύψη, κατοικίες και περιουσίες καταστρέφονται και οι βίαιοι θάνατοι στην ημερήσια διάταξη.

Έτσι μόνο από αυτή την κατεστραμμένη χώρα, το κύμα των προσφύγων συνεχώς αυξάνεται και οι ίδιοι προσπαθούν να βρουν διέξοδο για καλύτερη τύχη στη Δύση.

Παλαιστινιακό, η παλιά ιστορία επαναλαμβάνεται



Στην προηγούμενη αμερικανική διακυβέρνηση είχαμε τον Ομπάμα, από τη μια να καταδικάζει την επέκταση των παράνομων από το Διεθνές Δίκαιο των ισραηλινών οικισμών εποίκων στην κατεχόμενη Παλαιστίνη, αλλά υποστήριξε τις τρεις μεγάλες στρατιωτικές επιχειρήσεις Ισραηλινών εναντίον της Γάζας.

Στις 7 Φεβρουαρίου, οι Ισραηλινοί πραγματοποίησαν αεροπορικές επιδρομές και βολές πυροβολικού εναντίον της Γάζας. Το «Κέντρο για Ανθρώπινα Δικαιώματα Al Mezan» περιέγραψε τα γεγονότα αυτά ότι «θύμιζαν το πρελούδιο των προηγούμενων εισβολών στη Γάζα». Τα γεγονότα αυτά δεν είχαν την τύχη να δουν ούτε μονόστηλο στον «αμερόληπτο» -διόλου φιλο-ισραηλινό, δυτικό Τύπο.

Πρόσφατα οι Παλαιστίνιοι συμφώνησαν να τερματίσουν τις εσωτερικές τους διαφορές, σε μια διακήρυξη ενότητας. Στα 2014, κάτι παρόμοιο είχε ως αποτέλεσμα να αντιδράσει το Ισρήλ, σκοτώνοντας 2.251 ανθρώπους στη Γάζα με την αμερικάνικη –τουλάχιστον ανοχή.

Τώρα η νέα αμερικάνικη διακυβέρνηση έκανε την προκλητική ανακοίνωση ότι θα μεταφέρει την πρεσβεία της από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ αναγνωρίζοντάς την έτσι, ως «αιώνια και αδιαίρετη πρωτεύουσα», όπως την αποκαλούν οι Ισραηλινοί. Ενώ οι Παλαιστίνιοι διεκδικούν την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του –οψέποτε- δημιουργηθεί κράτους τους.

Η συνέχιση του εξοπλισμού του κράτους του Ισραήλ, και η καταστολή των Παλαιστινιακών πόθων για πατρίδα, σημαίνει ότι θα συνεχίσει ν’ απαγορεύεται η επιστροφή οκτώ εκατομμυρίων προσφύγων Παλαιστίνιων στα πατρικά τους χώματα.

Α, ναι είναι κι η Υεμένη

Η εχθρότητα των ΗΠΑ, του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας εναντίον του Ιράν, εμπλέκει και την Υεμένη, λόγω των υπερβολικά τονισμένων ισχυρισμών περί «διασυνδέσεων» των επαναστατημένων Χούτι με την Τεχεράνη. Έτσι δικαιολογείται ο πόλεμος που έχει εξαπολύσει το πλούσιο Ριάντ (με αμερικάνικη υποστήριξη) εναντίον μιας από τις φτωχότερες χώρες στον πλανήτη.

Το κόστος του πολέμου είναι ανυπολόγιστο. Στη χώρα όπου από τα 27 εκατομμύρια του πληθυσμού της, σύμφωνα με ορισμένα στοιχεία, 182.011 έχουν μπορέσει να εγκαταλείψουν τη χώρα, περί τα δύο εκατομμύρια έχουν ξεσπιτωθεί. Περίπου 7.000 είναι οι νεκροί του πολέμου -οι περισσότεροι άμαχοι- και οι τραυματίες 38.280.

Το σημαντικότερο όμως είναι πως περί 19 εκατομμύρια δεν έχουν πρόσβαση σε καθαρό πόσιμο νερό, 14 εκατομμύρια δυσκολεύονται να βρουν τροφή και τρία εκατομμύρια τριακόσιες χιλιάδες παιδιά και έγκυες γυναίκες ή μητέρες-τροφοί υποσιτίζονται ή λιμοκτονούν. Με στοιχεία του ΟΗΕ περίπου χίλια παιδιά πεθαίνουν από πείνα κάθε εβδομάδα στην Υεμένη.

Αυτό είναι φυσικό να προκαλεί επιθυμία για φυγή από τη χώρα. Πράγμα όχι και τόσο εύκολο όμως, φυσικά.

Κι όλα αυτά συμβαίνουν χωρίς κάποια ιδιαίτερη προβολή από τα συστημικά αμερικανικά (και δυτικά Μέσα) που ωστόσο είχαν κάνει πρώτο θέμα πριν μερικούς μήνες την καταγγελία του George Soros για «ανθρωπιστική καταστροφή με τους σκοτωμούς εκατοντάδων ανθρώπων από τις ρωσικές και τις συριακές κυβερνητικές δυνάμεις», στις κατεχόμενες ακόμη από τους αντικαθεστωτικούς αντάρτες συνοικίες στο Χαλέπι.

Ακόμη, είχαν δει ιδιαίτερη δημοσιότητα στις ΗΠΑ οι δηλώσεις του καθηγητή Leon Wieseltier στο «Brookings Institution» και πρώην εκδότη του περιοδικού «New Republic», ο οποίος είχε χαρακτηρίσει τον τότε ακόμη πρόεδρο Ομπάμα «συμπαραστάτη του σύγχρονου εγκλήματος που θύμιζε δαίμονες του Άουσβιτς επειδή δεν διέτασσε να επέμβουν αμερικανικές δυνάμεις στο Χαλέπι».

Κι όμως, όλες αυτές οι τόσο «ευαίσθητες φωνές» έχουν βουβαθεί και δεν έχουν αρθρώσει φράση διαμαρτυρίας για τους σκοτωμούς αμάχων στην Υεμένη.

Στις 12 Φεβρουαρίου αεροπορική επιδρομή στο λιμάνι της Ερυθράς Θάλασσας Μόχα είχαν αποτέλεσμα να σκοτωθούν και τα έξι μέλη οικογένειας του ιδιοκτήτη μαιευτικής κλινικής. Πριν δύο εβδομάδες στρατιωτικές δυνάμεις είχαν επίσης πραγματοποιήσει επίθεση στην Μόχα.

Όπως μετέδωσε (μόνο) το κινεζικό πρακτορείο ειδήσεων «Xinhua», οι μάχες εκείνες είχαν από τότε εντατικοποιηθεί με αποτέλεσμα να παγιδευτούν χιλιάδες άμαχοι κάτοικοι της πόλης και να είναι αδύνατος ο ανεφοδιασμός τους με ανθρωπιστική βοήθεια, κυρίως τρόφιμα.

Το γραφείο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ ανακοίνωσε πως λαμβάνει ανησυχητικές πληροφορίες για «δεκάδες αμάχους που έχουν σκοτωθεί ή τραυματισθεί από τους συνεχιζόμενους βομβαρδισμούς στη Μόχα της οποίας οι κάτοικοι στερούνται βασικών ειδών διαβίωσης».

Οι Ηνωμένες Πολιτείες όχι μόνον κρατούν κλειστά τα μάτια τους σ΄ αυτά τα εγκλήματα, αλλά βοηθούν κατά κάποιον τρόπο, πουλώντας οπλικά συστήματα και βόμβες στη Σαουδική Αραβία.

Διέθεσαν μάλιστα και 54 εκατομμύρια τόνους με καύσιμα για μαχητικά αεροσκάφη την συμμαχία που συνδράμει την Σαουδική Αραβία στους βομβαρδισμούς της Υεμένης.

Με αυτό τον τρόπο σχολιαστές υποστηρίζουν πως οι ΗΠΑ «αγόρασαν» την ανοχή του Ριάντ στη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν, καθώς και χαρακτηρίζοντας του αντάρτες στην Υεμένη «πιόνια της Τεχεράνης».

Κι αυτό παρ΄ όλο που ο πόλεμος στην Υεμένη έχει καταστρέψει τα συμφέροντα των ΗΠΑ προκαλώντας αναρχία που ευνοεί τους εξτρεμιστές της αλ-Κάιντα και των ομοίων τους.

Πάντως, ο νέος υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Ρεξ Τίλερσον δήλωσε πως «υπάρχει άμεση ανάγκη αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στην Υεμένη» χωρίς να αναφέρει πως η ανθρωπιστική αυτή βοήθεια θα σώσει τους κατοίκους της ταλαιπωρημένης αυτής χώρας από τις αμερικάνικες βόμβες που ρίχνουν τα αμερικάνικης κατασκευής σαουδαραβικά αεροπλάνα.

Η αμερικάνικη ισχύς έχει προκαλέσει χάος στη Μέση Ανατολή



Μπορεί να μην το έχουν παραδεχθεί ακόμη επισήμως, αλλά οι ΗΠΑ είναι ο μεγάλος χαμένος στην υπόθεση των πολέμων της Μέσης Ανατολής.

Είναι ξεκάθαρο πως η πολιτική των πολεμοκάπηλων νέο-ιμπεριαλιστών της εποχής διακυβέρνησης Μπους, έχει αποτύχει.

Μπορεί η διακυβέρνηση Ομπάμα να είχε επιλέξει τον «αθόρυβο πόλεμο» μέσω των τηλεκατευθυνόμενων μαχητικών (drones), αλλά ερωτηματικό παραμένει τι θα επιλέξει η νέα διακυβέρνηση υπό τον Ντόναλντ Τραμπ που ήδη έχει ξεκινήσει εξαπολύοντας απειλές εναντίον του Ιράν, αλλά και της μακρινής Κίνας.

Δεκαπέντε χρόνια μετά την καταστροφή της 11ης Σεπτεμβρίου, οι ΗΠΑ βρίσκονται αναμειγμένες με επιχειρήσεις σε μισή ντουζίνα χώρες στη Μέση ανατολή.

Εκτός από το Ιράκ και τη Συρία, όπου υπάρχουν και «αμερικάνικες μπότες», κατά την προσφιλή έκφραση της Ουάσιγκτον, οι αμερικάνικες αεροπορικές δυνάμεις συνεχίζουν να βομβαρδίζουν θέσεις του Ισλαμικού Χαλιφάτου.

Αλλά και στην άλλη άκρη της Μεσογείου, αμερικάνικα βομβαρδιστικά έπληξαν στόχους στη Σύρτη της Λιβύης. Όπως και στην Υεμένη με πρόφαση ότι πλήττουν «τρομοκράτες», σκότωσαν αμάχους.

Με τηλεκατευθυνόμενα drones έπληξαν στόχους στον κόλπο του Άντεν στη Σομαλία, υποστηρίζοντας το Πεντάγωνο ότι πλήττει στόχους της οργάνωσης al-Shabab, σε στενές σχέσεις με την ¬al-Qaeda.
Χώρια τους συνεχιζόμενους αμερικάνικους βομβαρδισμούς στο «ημικατεχόμενο» Αφγανιστάν, όπου οι Ταλιμπάν σε συνεργασία με το Ισλαμικό Χαλιφάτο βρίσκονται στην επίθεση.

Αν πάρουμε υπόψη μας τα συμπεράσματα που θα είχαν αντλήσει οι πολιτικές δυνάμεις των ΗΠΑ από τις δεκαετίες του 1970 και του 2000, θα καταλάβουμε πως η αμερικάνικη ηγεσία δεν έχει τα μηνύματα από τον πόλεμο στο Βιετνάμ, την εξέγερση εναντίον του σάχη στη Περσία ούτε από τους πολέμους που έχει προκαλέσει στη Μέση Ανατολή.

Δεν αποτελούσαν δηλαδή οι κομμουνιστές -που επιδίωκαν την απελευθέρωση της χώρας τους από την ιμπεριαλιστική κατοχή στο Βιετνάμ-ή οι μουλάδες του Ιράν, τον πραγματικό εχθρό, αλλά η πολιτική της Ουάσιγκτον που αποσκοπούσε να αποφέρει κέρδη στις πολεμικές βιομηχανίες που δημιουργούν εχθρούς προς ίδιον όφελος.

Ποιος αμφισβητεί πως η ιμπεριαλιστική πολιτική των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, ήταν εκείνη που δημιούργησε το ριζοσπαστικό Ισλάμ;