Η βρετανική δικαιοσύνη καταδίκασε την Πέμπτη σε ισόβια κάθειρξη, με ελάχιστο χρόνο έκτισης ποινής τα 21 έτη, έναν 28χρονο άνδρα, που πάσχει από παρανοϊκή σχιζοφρένεια, ο οποίος μαχαίρωσε και σκότωσε έναν νεαρό άνδρα και τραυμάτισε άλλους επτά ανθρώπους το 2020 στο Μπέρμινχαμ.

Την ποινή που ανακοινώθηκε σε βάρος του ο Ζεφανάια ΜακΛάουντ θα την εκτίσει τουλάχιστον στην αρχή σε ένα νοσοκομείο υψηλής ασφαλείας, πριν από τη μεταγωγή του σε μια φυλακή, εφόσον η κατάστασή του το επιτρέψει.

Ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε την πράξη της ανθρωποκτονίας, με μειωμένο καταλογισμό, αφότου δολοφόνησε στις 6 Σεπτεμβρίου του 2020 τον Τζέικομπ Μπίλινγκτον, έναν 23χρονο, στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Βρετανίας, στην κεντρική Αγγλία.

Παραδέχθηκε, επίσης, τέσσερις κατηγορίες για απόπειρα ανθρωποκτονίας και τρεις για πρόκληση σωματικής βλάβης.

«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι είστε ένας άνδρας πολύ επικίνδυνος και αποτελείτε σημαντικό κίνδυνο για τους πολίτες», δήλωσε ο δικαστής Έντουαρντ Πέπερολ.

Συλληφθείς μία ημέρα μετά τις επιθέσεις, ο κατηγορούμενος είχε υποστηρίξει ότι άκουγε φωνές και έμοιαζε αδιάφορος για το μακελειό που είχε μόλις διαπράξει, υπογράμμισε η κατηγορούσα αρχή, κατά τη διάρκεια της δίκης στο Μπέρμινχαμ.

Είχε για πρώτη φορά εκδηλώσει συμπτώματα παρανοϊκής σχιζοφρένειας το 2012 και είχε καταδικαστεί για διάφορες αξιόποινες πράξεις, μεταξύ αυτών μια διάρρηξη και μια επίθεση εναντίον ενός βρέφους έξι μηνών.

Είχε αποφυλακιστεί χωρίς περιοριστικούς όρους τον Απρίλιο του 2020, ενώ η Αγγλία βρισκόταν σε lockdown για τον νέο κορωνοϊό.

Αρνήθηκε να υποβληθεί σε ψυχιατρική αξιολόγηση λίγο καιρό πριν από το ξέσπασμα της βίας του. Διέπραξε τα εγκλήματά του λίγο μετά τις τζιχαντιστικές επιθέσεις με μαχαίρι στο Λονδίνο και το Ρέντινγκ.

«Οι συνήγοροί του τον παρουσίασαν ως ένα θύμα της υγείας του, που δεν έχει τον έλεγχο των πράξεών του», κατήγγειλε ο πατέρας του Τζέικομπ, Κιθ Μπίλινγκτον, μετά τη δίκη.

«Δεν είναι θύμα. Ο γιος μου (…) είναι θύμα», συμπλήρωσε, σημειώνοντας πως είναι «ευτυχής που αυτός ο επικίνδυνος και διαβολικός άνδρας απομακρύνθηκε από την κοινωνία», διερωτώμενος, εντούτοις, γιατί οι Αρχές τον είχαν αφήσει ελεύθερο χωρίς παρακολούθηση.

Ο κατηγορούμενος είχε υποστηρίξει σε ένα ψυχίατρο, λίγο μετά τη σύλληψή του, ότι έκανε χρήση κρακ, κάνναβης και αλκοόλ από τον προηγούμενο μήνα. Δήλωσε πως δεν θυμόταν το παραμικρό από την επίθεση.

Ο ψυχίατρος, που τον εξέτασε, είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ήταν «πολύ επικίνδυνος» και «σοβαρά ψυχωτικός», όταν διέπραττε τις επιθέσεις του.