Ας σκηνοθετήσουμε το εξής σενάριο. Παθαίνετε εγκεφαλικό και μεταφέρεστε στο νοσοκομείο, όπου παραμένετε στην εντατική για δέκα ημέρες. Επιστρέφετε στο σπίτι σας και, ενώ είστε ακόμη στο στάδιο της ανάρρωσης, έρχεται ένας λογαριασμός 200.000 δολαρίων (σ.σ.: 150.000 ευρώ) που αφορά στην παραμονή σας στο νοσοκομείο.
Καλώς ήλθατε στις ΗΠΑ, όπου η περίθαλψη είναι η πιο ακριβή από οπουδήποτε αλλού στον κόσμο. Αν ανήκετε στο 19% των Αμερικανών που δεν έχουν ασφάλεια υγείας, είστε πρακτικά καταδικασμένος να χρεοκοπήσετε.
Οι Ρεπουμπλικάνοι αντιτάχθηκαν σε αυτήν τη μεταρρύθμιση για λόγους αρχής. Πρώτα απ’ όλα, επειδή η τροπολογία αυτή παραβιάζει την ελευθερία επιλογής, αναγκάζοντας όλους τους Αμερικανούς να αγοράσουν μια ασφάλεια υγείας, ακόμη κι αν δεν το επιθυμούν. Ακριβώς όμως επειδή ακόμη και οι υγιείς είναι αναγκασμένοι να πληρώνουν για την ασφάλισή τους, οι ασφαλιστικές εταιρείες είναι σε θέση να παρέχουν σε χρονίως πάσχοντες ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε προσιτές τιμές. Κι όλα αυτά ενώ οι αντίπαλοι της μεταρρύθμισης προσέφυγαν στο Ανώτατο Δικαστήριο ζητώντας να κηρυχθεί αντισυνταγματική. Το Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή και ο νόμος υιοθετήθηκε.
Και ο λόγος για αυτό είναι ο εξής: στις ΗΠΑ, οι περισσότεροι εργαζόμενοι που έχουν ασφάλεια υγείας προστατεύονται μέσω των εισφορών των εργοδοτών τους σε ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες. Καθώς οι εργαζόμενοι με χαμηλά εισοδήματα έχουν λοιπόν τη δυνατότητα να αγοράσουν απευθείας ιδιωτική ασφάλεια με επιδοτούμενες τιμές, ορισμένοι εργοδότες θα μπορούσαν να σταματήσουν να παρέχουν ασφάλεια υγείας στο προσωπικό τους. Τα συνδικάτα έχουν έτσι προειδοποιήσει ότι οι φτωχοί εργαζόμενοι μπορεί να βρεθούν με μια ασφάλεια χαμηλότερης ποιότητας από αυτή που προσφέρουν οι εργοδότες. Οι τελευταίοι επωφελούνται από τη μείωση του εργατικού κόστους.
Επομένως, είναι βάσιμες οι ανησυχίες των συνδικάτων; Οι εργοδότες θα σταματήσουν να πληρώνουν για την ασφάλεια του προσωπικού τους, καθώς θα υπάρχει η φθηνότερη λύση που επιδοτείται από το κράτος; Για να απαντήσει κάποιος σε αυτήν την ερώτηση, πρέπει να αναζητήσει παραδείγματα από άλλες περιπτώσεις. Στο Μεξικό, για παράδειγμα, η εφαρμογή της οικουμενικής ασφάλειας υγείας με το πρόγραμμα «Seguro Popular» δεν οδήγησε στη μείωση του αριθμού των Μεξικανών των οποίων η ασφάλεια χρηματοδοτείται από τους εργοδότες τους. Αλλά και στη Μασαχουσέτη, όπου το 2006 άρχισε να εφαρμόζεται μια μεταρρύθμιση ανάλογη με το Obamacare, ο αριθμός των πολιτών οι οποίοι καλύπτονται από ασφάλεια που πληρώνεται από τους εργοδότες τους όχι μόνο δεν μειώθηκε, αλλά αυξήθηκε.
Εκείνοι οι οποίοι είναι αποφασισμένοι να κάνουν τα πάντα για να εμποδίσουν – ή τουλάχιστον να καθυστερήσουν – την εφαρμογή της μεταρρύθμισης είναι οι Ρεπουμπλικάνοι. Και, φυσικά, δεν διστάζουν για τον σκοπό αυτό να προκαλέσουν και παύση της λειτουργίας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Πηγή: ΑΠΕ