Πολλαπλασιασμός των διαγνωστικών τεστ και οι ασθενείς σε καραντίνα: Για να εμποδίσει τον κορεσμό των νοσοκομείων της, όπου καταγράφονται ελλείψεις προσωπικού, η Γερμανία υιοθετεί τη στρατηγική έναντι του κορωνοϊού που ακολούθησε η Νότια Κορέα.

Ήδη η Γερμανία πραγματοποιεί από 300.000 έως 500.000 διαγνωστικά τεστ την εβδομάδα. Ωστόσο η χώρα, σύμφωνα με έγγραφο του Υπουργείου Εσωτερικών, το οποίο επικαλούνται μέσα ενημέρωσης, προτείνει μια στρατηγική εμπνευσμένη από τη Νότια Κορέα, με όχι λιγότερα από 200.000 τεστ την ημέρα.

Θα γίνονται πλέον τεστ σε όλους όσοι πιστεύουν πως έχουν προσβληθεί από την Covid-19, καθώς και σε όλα τα πρόσωπα που μπορεί να έχουν έρθει σε επαφή με ασθενή, προβλέπεται από το εν λόγω έγγραφο. Αυτή τη στιγμή τα διαγνωστικά τεστ γίνονται στους ανθρώπους που και είναι άρρωστοι και έχουν έρθει σε επαφή με πρόσωπο θετικό στον κορωνοϊό.

«Η Νότια Κορέα μπορεί να είναι το υπόδειγμα» παρά τις πολιτιστικές διαφορές μεταξύ των δύο χωρών, δήλωσε χθες, Κυριακή, στην εφημερίδα FAZ ο Λόταρ Βίλερ, υπεύθυνος του Ινστιτούτου Ρόμπερτ Κοχ, το οποίο έχει αναλάβει να καθοδηγήσει τη Γερμανία στη μάχη εναντίον της επιδημίας. Μίλησε μάλιστα συγκεκριμένα για τον «γεωεντοπισμό».

Μια ζωηρή συζήτηση έχει ήδη αρχίσει για το θέμα αυτό στη Γερμανία, όπου η προστασία των ιδιωτικών δεδομένων θεωρείται ιερή και απαραβίαστη έπειτα από δύο δικτατορίες που έζησε η χώρα μέσα στον 20ό αιώνα.

Τις τελευταίες εβδομάδες, η Νότια Κορέα έχει αναφερθεί ως υπόδειγμα: μαζικά διαγνωστικά τεστ, απομόνωση των μολυσμένων προσώπων, ιχνηλάτηση με τεχνολογικά μέσα και στη συνέχεια υποβολή σε διαγνωστικά τεστ των προσώπων με τα οποία τα μολυσμένα πρόσωπα είχαν έρθει σε επαφή.

Με 389 θανάτους μέχρι στιγμής σε 52.547 κρούσματα και ποσοστό θνητότητας μόλις 0,7%, η κατάσταση στη Γερμανία απέχει πολύ από το να είναι τόσο δραματική όσο σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Πάντως ο Βίλερ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο η χώρα να γνωρίσει τελικά μια κατάσταση όπως αυτή της Ιταλίας, με τα νοσοκομεία να μην μπορούν να ανταποκριθούν.

Η Γερμανία διαθέτει περισσότερες από 25.000 κλίνες εντατικής θεραπείας με αναπνευστική υποστήριξη. Όμως «τους τελευταίους μήνες ορισμένες κλίνες εντατικής θεραπείας έχουν κλείσει, επειδή δεν υπήρχε διαθέσιμο αρκετό εξειδικευμένο προσωπικό» λέει στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Ράιχαρντ Μπούσε, ειδικός στην Οικονομία της Υγείας στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.

Επίσης υπάρχουν εδώ και χρόνια περίπου 17.000 θέσεις νοσηλευτικού προσωπικού που δεν έχουν καλυφθεί. Η κατάσταση είναι τέτοια ώστε πολλά νοσηλευτικά ιδρύματα, όπως το μεγάλο νοσοκομείο La Charite του Βερολίνου, αναγκάστηκαν να απευθύνουν έκκληση σε φοιτητές τις ιατρικής ή σε συνταξιούχους του τομέα να συνδράμουν.