Το εμπορικό κέρδος εναντίον της μακρόχρονης πολιτικής αντιπαράθεσης: Υπέρ ενός ανοιχτού και ελεύθερου διαδικτύου στην Κούβα τάχθηκε ο πρόεδρος της Google κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στην Αβάνα. Η χώρα θα αποτελούσε ενδιαφέρουσα αγορά, αν δεν υπήρχε το αμερικανικό οικονομικό εμπάργκο.
Ήταν η πρώτη επίσκεψη αντιπροσώπων του αμερικανικού κολοσσού Google στην Κούβα. Ο πρόεδρος Έρικ Σμιτ, διευθυντής του τμήματος νέων ιδεών και οι δύο μάνατζερ της εταιρείας, πραγματοποίησαν διήμερη επίσκεψη στην Αβάνα για να συναντήσουν τόσο εκπροσώπους της κυβέρνησης όσο και ανεξάρτητους προγραμματιστές και αντικαθεστωτικούς μπλόγκερ.
Από το 1961 οι ΗΠΑ έχουν διακόψει τις διπλωματικές τους σχέσεις με το νησί της Καραϊβικής επιβάλλοντας ένα αυστηρό εμπάργκο στο σοσιαλιστικό καθεστώς του Φιντέλ Κάστρο. Η επίσκεψη των ανθρώπων της Google ήταν λοιπόν παραπάνω από συμβολική.
Όσον αφορά το διαδίκτυο η Κούβα θεωρείται υπό ανάπτυξη χώρα, μια και διαθέτει τη μικρότερη πρόσβαση χρηστών στο διαδίκτυο σε όλη την Λατινική Αμερική. Μόλις το 3% του πληθυσμού έχει σύνδεση στο ίντερνετ. Οι περισσότεροι είναι επιστήμονες, δημοσιογράφοι ή ξένοι επιχειρηματίες. Ο αριθμός των ιδιωτικών συνδέσεων είναι ακόμα και σήμερα εξαιρετικά περιορισμένος.
Όμως οι Κουβανοί έχουν μάθει να προσαρμόζονται στις δυσκολίες και να ανταλλάσσουν δεδομένα ακόμα και χωρίς ίντερνετ. Με τη βοήθεια USB ανταλλάζουν χέρι χέρι το λεγόμενο «πακέτο της εβδομάδας» («el paquete de la semana»), στο οποίο περιλαμβάνεται συνήθως μια επιλογή από ταινίες, σαπουνόπερες, προγράμματα, φωτογραφίες, περιοδικά, ακόμα και άρθρα από τη Wikipedia.
Αποκομμένες από τις ΗΠΑ
Όμως το δίκτυο τηλεφώνου και ίντερνετ στο νησί εκσυγχρονίζεται υπερβολικά αργά και έτσι δεν υπάρχει ακόμη αισθητή βελτίωση.
Η αγορά της Κούβας θα είχε ενδιαφέρον και για το ερευνητικό πρόγραμμα Loon της Google, το οποίο με τη βοήθεια ειδικών πομπών τοποθετημένων σε μπαλόνια στη στρατόσφαιρα διασφαλίζει την πρόσβαση στο διαδίκτυο ακόμα και των πλέον απομακρυσμένων περιοχών. Όμως για να γίνει πραγματικότητα το φιλόδοξο αυτό πρόγραμμα χρειάζεται έγκριση της κουβανικής κυβέρνησης, αλλά και ο τερματισμός του αμερικανικού εμπάργκο.
Η έκκληση του επικεφαλής της Google Έρικ Σμιντ ήταν σαφής. «Η Κούβα πρέπει να ανοίξει την οικονομία και το εμπόριό της και οι ΗΠΑ να ξεπεράσουν την ιστορία τους και να τερματίσουν το εμπάργκο. Και οι δύο χώρες θα πρέπει να λάβουν δύσκολες πολιτικές αποφάσεις. Είναι όμως προς το συμφέρον τους» σημειώνει στο προφίλ του στο Google+.
Η επανάσταση συνεχίζεται…
Πρώτα ο Πούτιν και μετά ο Σι Τζινπίνγκ: Ρωσία και Κίνα εμβαθύνουν τις οικονομικές τους σχέσεις με την Κούβα. Όμως δεν φέρνουν δώρα. Στόχος τους το κέρδος, αλλά και η αύξηση της πολιτικής επιρροής στην περιοχή.
Μόλις πριν από λίγες μέρες ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ επισκέφθηκε την Κούβα εκφράζοντας το ενδιαφέρον της χώρας του για επενδύσεις. Η Κίνα θα συγχρηματοδοτήσει, για παράδειγμα, το έργα εκσυγχρονισμού του εμπορικού λιμανιού στην πρωτεύουσα Αβάνα.
Για πολλές δεκαετίες η Σοβιετική Ένωση ήταν ο παραδοσιακός εταίρος της Κούβας στην περιοχή. Μετά την κατάρρευση όμως των κομμουνιστικών καθεστώτων της ανατολικής Ευρώπης οι εξαγωγές της Κούβας προς την ανατολική Ευρώπη σταμάτησαν, όπως σταμάτησε και η εισροή συναλλάγματος στη χώρα.
Σήμερα η Κούβα ανήκει στις φτωχότερες χώρες της ευρύτερης περιοχής. Ο μέσος μηνιαίος μισθός ενός δημοσίου υπαλλήλου, οι οποίοι αποτελούν το 90% των εργαζομένων, κυμαίνεται σύμφωνα με επίσημα στοιχεία στα 15 ευρώ. Οι εξαγωγές περιορίζονται σε ζαχαρότευτλα, καπνά και ιατρικές υπηρεσίες. Οι μεταρρυθμίσεις που εφάρμοσε ο Κουβανός πρόεδρος Ραούλ Κάστρο από το 2008 έμειναν, εν πολλοίς, χωρίς αποτέλεσμα.
Ενδιαφέρον για την Κούβα επιδεικνύουν ωστόσο και οι Ρώσοι. Στην πρόσφατη επίσκεψή του ο πρόεδρος Πούτιν χάρισε στο νησί της Καραϊβικής σχεδόν εξολοκλήρου το χρέος των 26 δισεκατομμυρίων ευρώ από την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης. Όμως η Ρωσία δεν θέλει μόνο να επενδύσει, λέει ο Γερμανός πολιτικός επιστήμονας Γκίντερ Μάιχολντ: «Η Ρωσία επιδιώκει μέσω της συμμαχίας με την Αβάνα να ανησυχήσει τους Αμερικανούς». Ο αντικαθεστωτικός Κουβανός νομικός Ρενέ Γκόμες-Μανσάνο είναι πεπεισμένος ότι «η Μόσχα ελπίζει στην στήριξη του Κάστρο κατά των ΗΠΑ και της Δύσης. Και το έχει καταφέρει όσον αφορά την υπόθεση της Κριμαίας και την κρίση στην Ουκρανία».