του Κώστα Μπετινάκη

Οι κάτοικοι του Ηνωμένου Βασιλείου αναμένεται σε 12 ημέρες να πάρουν τη μεγάλη απόφαση, για το αν θα παραμείνει η χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή θα την εγκαταλείψει.

Ο πρωθυπουργός της χώρας Ντέιβιντ Κάμερον, που είχε ανακοινώσει τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος πριν έναν και πλέον χρόνο, είναι υπέρ της παραμονής, αλλά υποβάλλοντας κάποιους όρους που προκάλεσαν μεγάλο σκεπτικισμό στους εταίρους – μια και αναφέρουν μέτρα «εθνικής ανεξαρτησίας κυρίως της οικονομίας».

Την προηγούμενη φορά που στη Βρετανία έγινε παρόμοιο δημοψήφισμα ήταν στα 1975, όταν μεγάλη πλειοψηφία είχε αποφασίσει για την παραμονή στην τότε 12μελή ΕΟΚ. Δεν είχε ωστόσο, κατόπιν, ενταχθεί στην ευρωζώνη.

Σήμερα, λίγες ημέρες πριν το δημοψήφισμα, οι απόψεις είναι τουλάχιστον διχασμένες.

Ειδικότερα, εντυπωσιακό άνοιγμα της ψαλίδας υπέρ της εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ καταγράφει νεότερη δημοσκόπηση της εταιρείας ORB για την εφημερίδα «Independent», λιγότερο από 12 ημέρες πριν το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου.

Η πρόθεση ψήφου υπέρ του Brexit έχει ανέλθει στο 55%, έναντι 45% υπέρ της παραμονής στην ΕΕ, αν υπολογιστούν μόνο όσοι δηλώνουν ότι σίγουρα θα ασκήσουν το δικαίωμα ψήφου. Η δημοσκόπηση πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά σε δείγμα περίπου 2.000 πολιτών την Πέμπτη και την Παρασκευή.

Στην προηγούμενη δημοσκόπηση της εφημερίδας τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 51% έναντι 49%, πάλι υπέρ του Brexit.

Αν υπολογιστεί το σύνολο των απαντήσεων, χωρίς τη βεβαιότητα της προσέλευσης στην κάλπη, το Brexit είναι και πάλι μπροστά με 53% έναντι 47%.

Το 78% των υποστηρικτών του Brexit λένε πως σίγουρα θα ψηφίσουν, ποσοστό που μειώνεται στο 66% για τους οπαδούς της παραμονής στην ΕΕ.

Πάντως η παραμονή προηγείται στην παράσταση νίκης, με το 52% των ερωτηθέντων να πιστεύουν πως το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος θα απορρίπτει το Brexit.

Με τη δημοσιοποίηση της δημοσκόπησης η στερλίνα υπέστη τη μεγαλύτερη απώλεια της συναλλαγματικής της αξίας από τα τέλη Φεβρουαρίου, υποχωρώντας κατά 1,4 έναντι του δολαρίου και κατά 0,8% έναντι του ευρώ.

Μιλώντας στην τηλεόραση του BBC, ο ευρωσκεπτικιστής Νάιτζελ Φάρατζ εκτίμησε ότι η εκστρατεία υπέρ της εξόδου από την ΕΕ βρίσκεται «στον δρόμο της νίκης».

Έδωσε ξανά έμφαση στην ενδοκοινοτική μετανάστευση, λέγοντας ότι, ακόμα και αν στο παρελθόν η μετανάστευση τόνωσε τη βρετανική οικονομία, οι πολίτες με χαμηλότερα εισοδήματα δέχονται μεγαλύτερη πίεση σήμερα σε σχέση με μία δεκαετία πριν. Όπως υποστήριξε, πέρα από το ΑΕΠ υπάρχει και το μέτρο της ποιότητας ζωής, εννοώντας ότι οι μετανάστες το υποβαθμίζουν.

Νωρίτερα ο πρωθυπουργός Κάμερον είχε πει μιλώντας σε νεανικό κοινό σε εκδήλωση που διοργάνωσε η ιστοσελίδα Buzzfeed και το Facebook ότι ανησυχεί για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος «διότι με αυτό θα χρειαστεί να ζήσουν στο μέλλον οι νέοι της Βρετανίας».

Ποιοι θέλουν το Brexit

Τα πράγματα δεν είναι ξεκάθαρα, σε κομματικό επίπεδο. Μπορεί τόσο ο Βρετανός πρωθυπουργός Κάμερον όσο και ο επικεφαλής της αντιπολίτευσης των Εργατικών Κόρμπιν να είναι ένθερμοι υποστηρικτές της παραμονής στην ΕΕ, τα πράγματα όμως δεν είναι ξεκάθαρα στα μέλη των δύο μεγάλων κομμάτων.

O Κόρμπιν έχει υποστηρίξει κι εκείνος ότι επιθυμία του είναι να γίνουν μεταρρυθμίσεις στους κόλπους της ΕΕ εναντίον της λιτότητας.

Αλλά και η Σκωτσέζα εθνικίστρια ηγέτιδα Νίκολα Στέρτζον είναι αναφανδόν υπέρ της παραμονής στην ΕΕ. Και έχει δηλώσει πως, αν οι Βρετανοί αποφασίσουν να φύγουν, θα κάνουν νέο δημοψήφισμα για ανεξάρτητη Σκωτία από το Ηνωμένο Βασίλειο.

Στους κόλπους του Συντηρητικού κόμματος τα πράγματα δεν είναι ξεκάθαρα. Έτσι, 6 από τα 24 μέλη της κυβέρνησης είναι εναντίον της παραμονής στην ΕΕ. Και σχεδόν οι μισοί από τους 329 Συντηρητικούς βουλευτές έχουν εκφρασθεί εναντίον της παραμονής στην ΕΕ.

Ακόμη και ο προηγούμενος δήμαρχος του Λονδίνου Μπόρις Τζόνσον είχε εκφρασθεί εναντίον της παραμονής στην ΕΕ. Ιδιαίτερα επικριτικός ήταν στις δηλώσεις Ομπάμα υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ.

Επειδή έτσι φάνηκε για μια ακόμη φορά πως η Βρετανία αποτελεί την αιχμή του αμερικανικού δόρατος στην ΕΕ. Ή, για να το δούμε αλλιώς, χωρίς τη Βρετανία, οι ΗΠΑ θα είναι δύσκολο να χαλιναγωγούν την Ευρώπη, όχι μόνο σε οικονομικό επίπεδο, αλλά κυρίως σε θέματα εξωτερικής πολιτικής.

Άλλωστε, όπως έγραψε κι η «Telegraph», η επίσκεψη Ομπάμα (τον περασμένο μήνα) στο Λονδίνο, «είχε στόχο να πείσει τους κατοίκους του νησιού να ψηφίσουν εναντίον του Brexit, μια και η ΕΕ ήταν ανέκαθεν μια αμερικανική προοπτική».

Και το άρθρο τόνιζε πως «αν κοιτάξουμε προς τα πίσω στην ιστορία, η Ουάσιγκτον ήταν εκείνη που οδήγησε στην ενοποίηση της Ευρώπης και τη χρηματοδότησε με τις διαδοχικές διακυβερνήσεις των Αϊζενχάουερ, Κένεντι, Τζόνσον και Νίξον».