Το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών ήρε τις κυρώσεις που είχε επιβάλει σε ρωσικά ιδρύματα και εταιρίες με την κατηγορία ότι εμπλέκονταν στις προσπάθειες ανάπτυξης του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος ή ιρανικών πυραύλων.

Η απόφαση λαμβάνεται μερικές ημέρες μετά την ανακοίνωση της κυβέρνησης Ομπάμα ότι έλαβε την υποστήριξη της Ρωσίας για την επιβολή νέων κυρώσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ σε βάρος της Τεχεράνης.

Οι ΗΠΑ αποφάσισαν την άρση των κυρώσεων που είχαν επιβληθεί το 1999 σε βάρος του Πανεπιστημίου Χημικής Τεχνολογίας Ντμίτρι Μεντελέγεφ και του Ινστιτούτου Αεροπορίας της Μόσχας, καθώς και των κυρώσεων από το 2008 κατά της ρωσικής κρατικής εταιρίας εξαγωγών όπλων Rosoboronexport.

Στις αρχές του μήνα αξιωματούχος του Κρεμλίνου είχε δηλώσει ότι η Ρωσία ανέμενε από τις ΗΠΑ να άρουν τις κυρώσεις σε βάρος τεσσάρων ρωσικών εταιριών, αν η Μόσχα υποστήριζε τις νέες κυρώσεις σε βάρος του Ιράν.

Η Ρωσία είχε επικρίνει τις κυρώσεις σε βάρος οργανισμών της που κατηγορούνταν από την Ουάσινγκτον ότι πωλούσαν τεχνολογία η οποία θα μπορούσε να βοηθήσει το Ιράν, τη Συρία και τη Βόρεια Κορέα να αναπτύξουν πυραυλικά συστήματα ή όπλα μαζικής καταστροφής.

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ήρε επίσης τις κυρώσεις που είχε επιβάλει το 1999 κατά της ρωσικής εταιρίας Tula Instrument Design Bureau για πωλήσεις όπλων στο Ιράν και τη Συρία.

Για τους οργανισμούς αυτούς, η αμερικανική απόφαση επισημαίνει ότι “είναι προς το συμφέρον της εξωτερικής πολιτικής και της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ η άρση των κυρώσεων αυτών” που είχαν επιβληθεί βάσει μιας εκτελεστικής εντολής που είχε εκδώσει στις 14 Νοεμβρίου 1994 ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον.

Η εντολή είχε στόχο κυρίως να εμποδίσει «μια ξένη χώρα να αποκτήσει την ικανότητα να αναπτύσσει, να παράγει, να αποθηκεύει, να προμηθεύει ή να χρησιμοποιεί όπλα μαζικής καταστροφής».