Μια αναλυτική μελέτη από επιστήμονες διάφορων ειδικοτήτων του Πανεπιστημίου Imperial College της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία εξετάζει τα στατιστικά στοιχεία των κρουσμάτων του κορωνοϊού 11 ευρωπαϊκών χωρών, αποφαίνεται ότι τα περιοριστικά μέτρα και η καραντίνα που έχουν επιβληθεί επιφέρουν σημαντικό αποτέλεσμα και μεγάλη μείωση των θανάτων! Μάλιστα οι επιστήμονες θεωρούν ότι, αν συνεχιστούν οι τάσεις που εντοπίζουν στη μελέτη τους, υπάρχει, και ίσως για πρώτη φορά αναφέρεται αυτό σε επίσημη έρευνα, αχτίδα αισιοδοξίας για την πορεία της πανδημίας! Το θέμα που πραγματεύεται η μελέτη είναι κυρίως ο ρυθμός και ο βαθμός της μεταδοτικότητας του κορωνοϊού.
Άλλωστε, η μεταδοτικότητα του Covid-19 είναι στην ουσία πιο επικίνδυνη και από τον ίδιο τον ιό. Ειδικοί εξηγούν πως στην ταχύτητα μετάδοσης του κορωνοϊού οφείλεται και η επικινδύνοτητά του, όχι τόσο για να σκοτώσει, όσο για να προκαλέσει την πλήρη κατάρρευση του εθνικού συστήματος υγείας κάθε χώρας, ακόμα και των ισχυρότερων. Εξηγούν επίσης πως οικονομικά ισχυρές χώρες όπως οι ΗΠΑ ή η Μεγάλη Βρετανία λύγισαν γιατί δεν είχαν καταφέρει να θωρακίσουν τα συστήματά τους επαρκώς, με αποτέλεσμα το νοσηλευτικό σύστημα των Ηνωμένων Πολιτειών να αντιμετωπίσει ακόμα και προβλήματα στα αναλώσιμα, δηλαδή σε αναπνευστήρες μέχρι και σε φιάλες οξυγόνου.
Η μελέτη του Imperial, με τίτλο «Υπολογίζοντας τον αριθμό των κρουσμάτων και τον αντίκτυπο των μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων για τον Covid-19 σε 11 ευρωπαϊκές χώρες», υπογράφεται από 61 επιστήμονες 6 διαφορετικών ινστιτούτων και φορέων (μεταξύ των οποίων και το Τμήμα Μοντελοποίησης Επιδημιολογίας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας).
Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ.
Όπως αναφέρεται στα πορίσματά της, τα αυστηρά περιοριστικά μέτρα που έχουν λάβει οι ευρωπαϊκές χώρες επιτυγχάνουν τη μείωση του ρυθμού μετάδοσης του κορωνοϊού σε βαθμό μεγαλύτερο από τις ευρύτερες, αλλά σταδιακές και όχι άμεσες, αλλαγές στη συμπεριφορά των πολιτών.
Όπως υπογραμμίζεται επίσης στη μελέτη, οι αυστηροί περιορισμοί στις μετακινήσεις στην Κίνα και η καραντίνα που ξεκίνησε στις 23 Ιανουαρίου οδήγησαν στη μεγάλη μείωση των κρουσμάτων τον Φεβρουάριο και τελικά στα μηδενικά κρούσματα στο Ουχάν στις 19 Μαρτίου.
Τα μέτρα στις μετακινήσεις, οι κοινωνικές αποστάσεις, τα πολλά τεστ στον πληθυσμό και η ιχνηλάτηση των κρουσμάτων σε άλλες χώρες, όπως η Σιγκαπούρη και η Νότια Κορέα, έχουν επιτύχει να μειώσουν τα κρούσματα τις τελευταίες εβδομάδες.
Διευκρινίζεται όμως πως υπάρχει ο κίνδυνος ο ιός να μπορεί να μεταδοθεί ξανά όταν τα μέτρα χαλαρώσουν.
Στα μοντέλα που χρησιμοποίησαν οι ερευνητές αξιοποιήθηκε ο αριθμός των θανάτων που σημειώθηκαν από τα μέσα Μαρτίου έως τις 30 του μηνός, ώστε να υπολογιστούν τα κρούσματα που καταγράφηκαν αρκετές εβδομάδες πιο πριν, λόγω του χρονικού διαστήματος που μεσολαβεί μεταξύ της μόλυνσης από τον ιό και του θανάτου (χρόνος επώασης του ιού περίπου 2 εβδομάδες).
Το διάγραμμα με τις ημερομηνίες που οι 11 υπό εξέταση χώρες επέβαλαν τα περιοριστικά μέτρα
Από πάνω προς τα κάτω: Οδηγία για ατομική απομόνωση, ενθάρρυνση τήρησης κοινωνικής απόστασης, απαγόρευση δημόσιων εκδηλώσεων, κλείσιμο των σχολείων και επιβολή lockdown.
Οι ερευνητές εξηγούν ότι ο ρυθμός των θανάτων στην Ιταλία είναι σταθερός, αφού τα μέτρα που ελήφθησαν αρκετές εβδομάδες νωρίτερα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους υπολογισμούς, ο ρυθμός μετάδοσης του ιού στην Ιταλία έπεσε δραστικά κοντά στην ημερομηνία που αποφασίστηκε το lockdown, στις 11 Μαρτίου, «ωστόσο υπάρχει μεγάλο ποσοστό αβεβαιότητας εδώ».
Το σημαντικότερο και πιο συγκεκριμένο πόρισμα της μελέτης είναι ότι, εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων που επιβλήθησαν στις 11 ευρωπαϊκές χώρες, έχουν αποσοβηθεί 59.000 θάνατοι έως τις 31 Μαρτίου (το φάσμα του υπολογισμού, με βαθμό πιστότητας 95%, κυμαίνεται από 21.000 έως 120.000 θάνατοι).
«Γενικά φαίνεται ότι οι χώρες κατάφεραν να μειώσουν τον ρυθμό μετάδοσης του ιού» επισημαίνεται, ενώ οι επιστήμονες προσθέτουν ότι «πολλοί περισσότεροι θάνατοι θα αποσοβηθούν αν τηρηθούν τα μέτρα μέχρι ο ρυθμός μετάδοσης μειωθεί σε πολύ χαμηλά επίπεδα».
Δείτε το διάγραμμα:
Πρώτη στήλη: Χώρα
Δεύτερη: Καταγεγραμμένοι θάνατοι έως τις 28 Μαρτίου
Τρίτη: Εκτιμώμενοι θάνατοι εάν δεν είχαν ληφθεί τα μέτρα
Τέταρτη: Εκτιμώμενοι θάνατοι έως τις 31 Μαρτίου με τα πράγματα ως έχουν
Πέμπτη: Εκτιμώμενοι θάνατοι έως τις 31 Μαρτίου εάν δεν είχαν ληφθεί τα μέτρα
Έκτη: Ο αριθμός των θανάτων που αποσοβήθηκαν χάρη στα περιοριστικά μέτρα
Τα πορίσματα αφήνουν μια αχτίδα αισιοδοξίας για το μέλλον
Σύμφωνα με τα πορίσματα των επιστημόνων, στις 11 χώρες τα πραγματικά κρούσματα του κορωνοϊού -τα οποία φυσικά είναι κατά πολύ περισσότερα από αυτά που ανακοινώνονται- κυμαίνονται από 7 έως 43 εκατομμύρια, δηλαδή σε ποσοστό από το 1,88% έως το 11,43% του πληθυσμού.
«Ο βαθμός επιθετικότητας του ιού είναι υψηλότερος στην Ισπανία και ακολουθεί η Ιταλία, ενώ στην τελευταία θέση μεταξύ των 11 χωρών είναι η Γερμανία και η Νορβηγία» σημειώνεται.
Δείτε το διάγραμμα:
Το ποσοστό του πληθυσμού ανά χώρα που εκτιμάται ότι έχει μολυνθεί στην πραγματικότητα (σε παρένθεση αναφέρεται κατά προσέγγιση, από το κατώτερο έως το ανώτερο).
Πάντως, στη μελέτη υπογραμμίζεται ότι υπολογίζοντας τη χρονική διαφορά των 2-3 εβδομάδων του χρόνου της μετάδοσης του ιού από τη διαπίστωση της νόσου και των θανάτων, για τις περισσότερες χώρες της λίστας θεωρείται αρκετά νωρίς ώστε να εξαχθεί με ασφάλεια το συμπέρασμα ότι οι πρόσφατες περιοριστικές παρεμβάσεις είναι αποτελεσματικές.
Στην πρότασή τους όμως οι ερευνητές αναφέρουν: «Είναι κριτικής σημασίας οι ισχύοντες περιορισμοί να συνεχιστούν και να συνεχιστεί και η αναλυτική καταγραφή των κρουσμάτων και των θανάτων τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες, ώστε να υπάρξει η σιγουριά ότι ο βαθμός μετάδοσης του κορωνοϊού μειώνεται».
«Αν και δεν μπορούμε να καθορίσουμε ποιες παρεμβάσεις είναι οι πιο αποτελεσματικές, με την εφαρμογή συνδυασμού τους, φαίνονται ήδη ενθαρρυντικά αποτελέσματα στις τάσεις των θανατηφόρων κρουσμάτων» αποφαίνονται οι επιστήμονες.
Και καταλήγουν: «Μπορεί να επινοηθούν νέες, καινοτόμες και πιο αποτελεσματικές παρεμβάσεις ή βελτίωση των υπαρχουσών παρεμβάσεων, που μαζί με την αλλαγή στη συμπεριφορά των πολιτών θα συνεισφέρουν περαιτέρω στη μείωση της μετάδοσης του ιού. Όμως δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι τα μέτρα έχουν θέσει την επιδημία υπό έλεγχο στην Ευρώπη. Ωστόσο, αν συνεχιστούν οι συγκεκριμένες τάσεις, υπάρχει λόγος να είμαστε αισιόδοξοι».
Η μελέτη εκπονήθηκε από τους:
Seth Flaxman* , Swapnil Mishra* , Axel Gandy* , H Juliette T Unwin, Helen Coupland, Thomas A Mellan, Harrison Zhu, Tresnia Berah, Jeffrey W Eaton, Pablo N P Guzman, Nora Schmit, Lucia Cilloni, Kylie E C Ainslie, Marc Baguelin, Isobel Blake, Adhiratha Boonyasiri, Olivia Boyd, Lorenzo Cattarino, Constanze Ciavarella, Laura Cooper, Zulma Cucunubá, Gina Cuomo-Dannenburg, Amy Dighe, Bimandra Djaafara, Ilaria Dorigatti, Sabine van Elsland, Rich FitzJohn, Han Fu, Katy Gaythorpe, Lily Geidelberg, Nicholas Grassly, Will Green, Timothy Hallett, Arran Hamlet, Wes Hinsley, Ben Jeffrey, David Jorgensen, Edward Knock, Daniel Laydon, Gemma Nedjati-Gilani, Pierre Nouvellet, Kris Parag, Igor Siveroni, Hayley Thompson, Robert Verity, Erik Volz, Caroline Walters, Haowei Wang, Yuanrong Wang, Oliver Watson, Peter Winskill, Xiaoyue Xi, Charles Whittaker, Patrick GT Walker, Azra Ghani, Christl A. Donnelly, Steven Riley, Lucy C Okell, Michaela A C Vollmer, Neil M. Ferguson1 and Samir Bhatt*1
Department of Infectious Disease Epidemiology, Imperial College London Department of Mathematics, Imperial College London WHO Collaborating Centre for Infectious Disease Modelling MRC Centre for Global Infectious Disease Analysis Abdul Latif Jameel Institute for Disease and Emergency Analytics, Imperial College London Department of Statistics, University of Oxford.
Επιμέλεια: Σωτήρης Σκουλούδης