Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ χαρακτήρισε τη συνάντηση που είχε χθες με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν ως ένα βήμα «για ένα καλύτερο μέλλον».
Ωστόσο, η διεθνής κοινότητα έχει μία διαφορετική εκτίμηση, σύμφωνα με την οποία η συνάντηση μεταξύ των δύο προέδρων στο Ελσίνκι σηματοδοτεί μία νέα παγκόσμια τάξη, σχολιάζει το «Politico».
Καθώς ο πρόεδρος Τραμπ ολοκλήρωνε την εβδομαδιαία επίσκεψή του στην Ευρώπη, χαρακτήρισε «εχθρούς» τους παραδοσιακούς συμμάχους της Ουάσινγκτον, ενώ παρουσίασε τη Ρωσία ως αρκετά σημαντική, ώστε να είναι ανταγωνιστική απέναντι στις ΗΠΑ.
Από την άλλη μεριά, ο προκάτοχός του στον Λευκό Οίκο Μπαράκ Ομπάμα είχε χαρακτηρίσει τη Ρωσία ως μία περιφερειακή δύναμη, η οποία εξαφανίζεται σταδιακά.
Ο Τραμπ κατά τη «σουρεαλιστική» συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε την προσωπική συνάντησή του με τον Πούτιν απέφυγε την άσκηση κριτικής προς τον Ρώσο πρόεδρο, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στους επικριτές του να του καταλογίσουν ακόμη και υποταγή, αναφέρει το «Politico».
Ο ίδιος έδωσε έμφαση στον χαρακτηρισμό του «ανταγωνιστή» που απηύθυνε στον Πούτιν ως προς τη διάσταση του κομπλιμέντου.
Πριν από λίγες ημέρες υπήρξε η απαγγελία κατηγοριών κατά 12 Ρώσων πρακτόρων από τον ειδικό ανακριτή με εισαγγελικά καθήκοντα Ρόμπερτ Μιούλερ.
Ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι, παρά το γεγονός «της μεγάλης εμπιστοσύνης» που έχει στα στελέχη των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών και ασφάλειας, «ο πρόεδρος Πούτιν υποστήριξε με δυναμισμό την άρνησή του» αναφορικά με την εμπλοκή των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών στον προεκλογικό αγώνα, πριν από δύο χρόνια.
Ο Ρώσος πρόεδρος παραδέχτηκε την προτίμησή του στην προεδρική υποψηφιότητα του Τραμπ, το 2016, ενώ από τη μεριά του Τραμπ η συμπεριφορά του απέναντι στον Πούτιν ήρθε σε πλήρη αντίθεση με τη σκληρή γλώσσα που χρησιμοποίησε κατά των ηγετών της Ευρώπης.
Η σκληρή αυτή γλώσσα θεωρείται ότι υποσκάπτει τις υφιστάμενες ισορροπίες στο σημερινό διεθνές σύστημα, ενώ οι συνέπειές της χαρακτηρίζονται ως απρόβλεπτες.
Η ίδια δυναμική καταγράφηκε τον προηγούμενο μήνα στη διάσκεψη των κρατών-μελών της ομάδας G7, όταν ο Τραμπ αναχώρησε βιαστικά από τον Καναδά για τη Σιγκαπούρη, όπου και συνάντησε τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας Κιμ Γιονγκ Ουν. Ο Αμερικανός πρόεδρος χαρακτήρισε τον Κιμ ως «σκληρό» και «πολύ έξυπνο».
«Είναι πραγματικά εντυπωσιακό» σχολιάζει ο Τόμας Ράιτ, διευθυντής του Κέντρου για τις ΗΠΑ και την Ευρώπη στο ινστιτούτο (Brookings Institution). «Νομίζω ότι δείχνει πως ο ίδιος αισθάνεται πολύ πιο άνετα με δυνατούς αντιπάλους, παρά με δημοκρατικούς συμμάχους» εξήγησε.
Για τον πρόεδρο Τραμπ, τα φιλικά του ή μη αισθήματα για μία χώρα ή περιοχή καθορίζονται από το αν αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως οικονομική απειλή απέναντι στις ΗΠΑ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αναλυτών.
Υπό τη λογική αυτή, η Ευρώπη κι ο Καναδάς αποτελούν μεγαλύτερες απειλές από τη Ρωσία, παρά το γεγονός ότι το Κρεμλίνο βρίσκεται για χρόνια στο επίκεντρο της άσκησης κριτικής από Ρεπουμπλικάνους και Δημοκρατικούς για θέματα ασφάλειας.
Ο Τραμπ έχει εδώ και καιρό εκφραστεί θετικά για αυταρχικούς ηγέτες στο πρακτικό επίπεδο άσκησης της παρούσας αμερικανικής εξωτερικής και οικονομικής πολιτικής, προκαλώντας ζημιά στις σχέσεις μεταξύ των ΗΠΑ κι άλλων χωρών. Το γεγονός αυτό οδηγεί αρκετούς να ζητούν την παραίτηση των υψηλόβαθμων συμβούλων του.
Ο Αμερικανός πρόεδρος την προηγούμενη εβδομάδα επιτέθηκε κατά των Ευρωπαίων ηγετών, προτείνοντας στις χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ τον διπλασιασμό των αμυντικών δαπανών τους, ως ποσοστού επί του ΑΕΠ τους, άσκησε κριτική σε Γερμανούς αξιωματούχους για την αποδοχή του αγωγού φυσικού αερίου με τη Ρωσία, αρνήθηκε λανθασμένα την άσκηση κριτικής κατά της πρωθυπουργού της Βρετανίας Τερέζα Μέι, ενώ απάντησε σε ερώτηση του CBS αναφορικά με το ποιον θεωρεί ως τον μεγαλύτερο εχθρό του προσδιορίζοντας την Ε.Ε.
Ο Τραμπ θεωρεί την Ευρώπη ως τον μεγαλύτερο εχθρό των ΗΠΑ, έχοντας στο επίκεντρο της κριτικής του την εμπορική συμπεριφορά των ευρωπαϊκών χωρών και τις συνέπειές της για την αμερικανική οικονομία.
Στη Γερμανία, τα λεγόμενα του Τραμπ προκάλεσαν αρνητικές εντυπώσεις, με τον ΥΠΕΞ της χώρας να δηλώνει ότι η Ευρώπη δεν έχει πλέον άλλη επιλογή από το να μη βασίζεται στον Αμερικανό πρόεδρο.
Οι αρνητικές αντιδράσεις στη Βρετανία είχαν ήδη δρομολογηθεί, όταν ο Αμερικανός πρόεδρος επέκρινε την πρωθυπουργό Τερέζα Μέι στην εφημερίδα «The Sun» μιλώντας υποστηρικτικά για τον πολιτικό αντίπαλό της.
Στο ξεκίνημα της χθεσινής ημέρας, ο Τραμπ καταλόγισε την επιδείνωση των σχέσεων με τη Ρωσία στην αμερικανική «ηλιθιότητα» αλλά και στην έρευνα που διεξάγεται για την υπόθεση εμπλοκής της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του 2016, την οποία κι απορρίπτει χαρακτηρίζοντάς την ως ένα «διεφθαρμένο κυνήγι μαγισσών».
Από τη μεριά του, ο Ρώσος πρόεδρος εμφανίστηκε ψύχραιμος, ενώ μόνο σε ένα σημείο ήρθε σε αντίθεση με την ατζέντα του Τραμπ αναφορικά με τον Ιράν και τη διεθνή συμφωνία για το πυρηνικό του πρόγραμμα.
Ωστόσο, οι ειδικοί που σχολίασαν θετικά τους μακροπρόθεσμους στόχους βελτίωσης του διμερούς πλαισίου σχέσεων μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας εμφανίστηκαν επιφυλακτικοί για τη μακροπρόθεσμη επίτευξή τους σε πρακτικό επίπεδο.
Τα ρεαλιστικά εμπόδια για μία τέτοια εξέλιξη εντοπίζονται στην απαγγελία κατηγοριών κατά των 12 Ρώσων πρακτόρων, στο αρνητικό κλίμα που καλλιεργήθηκε στη διάσκεψη του ΝΑΤΟ την προηγούμενη εβδομάδα, αλλά και στην επίσης αρνητική δυναμική που προηγήθηκε στη διάσκεψη της ομάδας των χωρών G7 τον προηγούμενο μήνα.