Όλο και περισσότερα ανώτατα στελέχη επιχειρήσεων σε διεθνές επίπεδο δηλώνουν έτοιμα να καταβάλλουν σημαντικά χρηματικά ποσά προκειμένου να αποσπάσουν ή να διατηρήσουν συμβόλαια, καθώς το κυνήγι για έσοδα παραγκωνίζει τα περί ηθικής και τον φόβο για τα πρόστιμα των εποπτικών Αρχών, σύμφωνα με έρευνα η οποία δημοσιεύεται σήμερα, Τετάρτη.
Η Ernst & Young αναφέρει στην ετήσια έκθεσή της για την απάτη διεθνώς ότι ο αριθμός των κορυφαίων στελεχών των μεγαλύτερων επιχειρήσεων που είπαν ότι δεν θα δίσταζαν να πληρώσουν μετρητά για να εξασφαλίσουν επιχειρηματικές συμφωνίες —ειδικά όταν επεκτείνονται σε νέες αγορές— αυξήθηκε φέτος στο 15% από 9%.
«Η ανάπτυξη και η ηθική επιχειρηματική συμπεριφορά στις αγορές σήμερα μπορεί να μοιάζουν ότι είναι ανταγωνιστικές προτεραιότητες», σημείωσε ο Ντέιβιντ Σταλμπ, ειδικός της Ernst & Young για τις έρευνες για οικονομικές απάτες και διενέξεις.
«Τα ευρήματά μας καταδεικνύουν ότι καθώς οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να αναζητούν ευκαιρίες σε νέες αγορές, πολλοί στελέχη υποτιμούν τους κινδύνους. Τα διοικητικά συμβούλια χρειάζεται να πιέσεις τις διοικήσεις να διεξάγουν συχνότερες και πιο σθεναρές εκτιμήσεις για την καταπολέμηση των δωροδοκιών και της διαφθοράς», πρόσθεσε.
Η Κολομβία, η Ουκρανία και η Βραζιλία βρίσκονται στην κορυφή του καταλόγου των χωρών όπου η διαφθορά θεωρείται προς είναι πιο ενδημική.
Αλλά μετά την υποβολή ερωτήσεων σε 1.700 ανώτατα στελέχη επιχειρήσεων σε 43 χώρες, η Ernst & Young ανέφερε ότι πάνω από το ένα τρίτο όσων απάντησαν είπαν πως θεωρούν ότι η διαφθορά είναι εκτεταμένη στις δικές τους χώρες.
Από τους 400 οικονομικούς διευθυντές που ερωτήθηκαν, το 15% παραδέχθηκε ότι θα πρόσφερε δωροδοκίες σε μετρητά για να εξασφαλίσει κάποια επιχειρηματική συμφωνία, ενώ το 4% υποστήριξε ότι δεν θα δίσταζε να δηλώσει ψευδή στοιχεία για την απόδοση της επιχείρησης.
«Αυτή η ομάδα των στελεχών δεν είναι μεγάλη σε απόλυτους αριθμούς αλλά, δεδομένης της ευθύνης τους, αντιπροσωπεύουν ένα τεράστιο κίνδυνο για τις εταιρείες τους και τα διοικητικά τους συμβούλια», προστίθεται στην έκθεση.
Επιμέλεια: Μάριος Βελέντζας