Ο αρχηγός του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) Φρίντριχ Μερτς κάλεσε τον καγκελάριο Όλαφ Σολτς να εξηγήσει την επόμενη εβδομάδα την πολιτική του για την Ουκρανία από το βήμα της Bundestag, απειλώντας ταυτόχρονα να καταθέσει προς ψήφιση δική του πρόταση για την παράδοση βαρέων όπλων στην Ουκρανία. Ταυτόχρονα, προειδοποίησε για τους κινδύνους από μια βιαστική ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

«Οι διαφορές απόψεων, οι οποίες είναι διακριτές και μεταξύ των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού, πρέπει να συζητηθούν στη Βουλή. Θέλουμε διαύγεια από τον καγκελάριο για την πολιτική σε ό,τι αφορά την Ουκρανία», δήλωσε νωρίτερα απόψε ο κ. Μερτς σε κομματική προεκλογική εκδήλωση στη Βόρεια Ρηνανία – Βεστφαλία, ενόψει των κρατιδιακών εκλογών της 15ης Μαΐου. Εάν ο κ. Σολτς δεν είναι διατεθειμένος να το κάνει, η Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) θα υποβάλει δική της πρόταση για τις παραδόσεις όπλων, πρόσθεσε ο αρχηγός του CDU και εξέφρασε την πεποίθηση ότι «υπάρχει ήδη η πλειοψηφία για αυτό», καθώς πολλοί βουλευτές των Πρασίνων και των Φιλελευθέρων (FDP) συμφωνούν. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρή κυβερνητική κρίση, μετά και την πρόσφατη αποτυχία έγκρισης του υποχρεωτικού εμβολιασμού. «Δεν θέλουμε εδώ να εκθέσουμε την κυβέρνηση. Θέλουμε να βοηθήσουμε τη χώρα μας. Θέλουμε να καταστήσουμε δυνατές τις σωστές αποφάσεις στη Βουλή», δήλωσε ο Φρίντριχ Μερτς, τονίζοντας ταυτόχρονα ότι ο καγκελάριος «αντιμετωπίζει προφανώς δυσκολίες με το ακόμη πολύ ισχυρό δίκτυο SPD – Ρωσίας» και «δεν ηγείται».

Ο κ. Μερτς εμφανίστηκε ωστόσο επιφυλακτικός σε ό,τι αφορά την προοπτική ένταξης της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό n-tv, τόνισε ότι «δεν πρέπει να επιτρέψουμε στον πόλεμο να επισκιάσει τα πάντα». Η διαδικασία ένταξης είναι περίπλοκη για κάποιο λόγο, πρόσθεσε, για να καταλήξει: «Οι αρχές του κράτους δικαίου που θα εφαρμόζονταν κατά την εξέταση πιθανής ένταξης στην ΕΕ, πρέπει να ισχύουν και για την Ουκρανία. Η ΕΕ δεν θέλει να δει την Ουκρανία που είχαμε πριν, με τους ολιγάρχες και τη μεγάλη διαφθορά. Υπάρχουν σίγουρα ακόμη πολλά να γίνουν».