Για ακόμη μία φορά η Ευρωζώνη στρέφει την προσοχή της στο γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης, όπου σήμερα εξετάζεται η προσφυγή κατά της μαζικής αγοράς ομολόγων χωρών που βρίσκονται σε κρίση από την ΕΚΤ.
Ήταν η μεγαλύτερη συνταγματική προσφυγή στην ιστορία της μεταπολεμικής Γερμανίας. Ο λόγος για την προσφυγή κατά του Μόνιμου Μηχανισμού Στήριξης (ESM) από βουλευτές και καθηγητές πανεπιστημίου, που στήριξαν με την υπογραφή τους πέρυσι 37.000 πολίτες. Αν και το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο έδωσε «πράσινο φως» στον ESM, δεν είχε κρύψει τις αμφιβολίες του για τη στρατηγική της ΕΚΤ.
Σήμερα ξεκινά στην Καρλσρούη το δεύτερο μέρος της εξέτασης της προσφυγής. Στο επίκεντρο βρίσκεται ο ρόλος της ΕΚΤ στη διάσωση του ευρώ. Με άλλα λόγια, προσκρούει ή όχι στο γερμανικό Σύνταγμα η αγορά ομολόγων χωρών σε κρίση από την ΕΚΤ στο πλαίσιο του προγράμματος OMT (Outright Monetary Transactions). Στην απόφασή του το Ανώτατο Δικαστήριο της Γερμανίας θα λάβει υπ’ όψιν του και το ευρωπαϊκό δίκαιο.
Δεν υπάρχει εντολή για τη σταθεροποίηση της Ευρωζώνης
Στο ερώτημα αν η ΕΚΤ υπερέβη την αποστολή της, που είναι η διασφάλιση της σταθερότητας του ευρώ, αγοράζοντας ομολόγα χωρών σε κρίση, η Γερμανική Κεντρική Τράπεζα (Bundesbank) και η EKT έχουν απαντήσει προσκομίζοντας γνωμοδοτήσεις εμπειρογνωμόνων.
Κατά την άποψη της Bundesbank, η απόφαση της ΕΚΤ να αγοράσει ομολόγα και μάλιστα χωρίς να θέσει κάποιο ποσό ως όριο ξεπερνά κατά πολύ την αποστολή της, που είναι η διασφάλιση της νομισματικής σταθερότητας. Με τη θέση αυτή συμφωνεί ο οικονομολόγος Γιόαχιμ Σταρμπάτι, ένας από τους προσφεύγοντες στο δικαστήριο της Καρλσρούης: «Δεν είναι αυτή η εντολή της ΕΚΤ. Σύμφωνα με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ επισημαίνεται ότι αποστολή της Κεντρικής Τράπεζας είναι η σταθεροποίηση του ενιαίου νομίσματος και όχι η σταθεροποίηση της Ευρωζώνης».
To διακύβευμα ήταν το μέλλον του ευρώ
Ήδη από την εξέταση της συνταγματικότητας του Μόνιμου Μηχανισμού Στήριξης το Συνταγματικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η αγορά ομολόγων στις διεθνείς αγορές οδηγεί εν τέλει στην οικονομική στήριξη κρατών και κατά συνέπεια προσκρούει στο ευρωπαϊκό δίκαιο.
Σε αντίθεση όμως με τον πρόεδρο της Bundesbank Γενς Βάιντμαν, ο οποίος κάνει λόγο για το «ναρκωτικό» – όταν αναφέρεται στη χρηματοδότηση κρατών – ο οικονομολόγος Χένινγκ Φέπελ από το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Οικονομίας του Αμβούργου (HWWI) δεν διαπιστώνει συγκαλυμμένη χρηματοδότηση κρατών μέσα από τη μαζική αγορά ομολόγων: «Διακυβευόταν το μέλλον του ευρώ και απειλούνταν η σταθερότητα των χρηματαγορών. Με αυτά τα δεδομένα η παρέμβαση της ΕΚΤ ήταν ορθή».
Λύση η έξοδος;
Τι θα γίνει, όμως, σε περίπτωση που οι δικαστές αποφανθούν ότι κακώς η ΕΚΤ αγοράζει ομολόγα χωρών που βιώνουν κρίση; «Τότε θα έχουμε εντελώς νέα δεδομένα και δεν μπορούμε να αποκλείσουμε αναταράξεις, οι οποίες ίσως να εξαναγκάσουν ορισμένες χώρες σε έξοδο από το ευρώ» εκτιμά ο οικονομολόγος Γιόαχιμ Σταρμπάτι.
Κατά την άποψή του, η έξοδος ορισμένων χωρών δεν θα σήμαινε ωστόσο το τέλος της Ευρώπης, αλλά απλώς μια ευκαιρία για τις χώρες αυτές να επιστρέψουν με το εθνικό τους νόμισμα στον δρόμο της ανάπτυξης και απασχόλησης.
Ούτε συζήτηση για «κούρεμα»
Το Βερολίνο επιδιώκει με κάθε τρόπο να αποτρέψει, τρεις μήνες πριν από τις εκλογές, τη διεξαγωγή συζήτησης περί νέων ελαφρύνσεων προς την Ελλάδα. Tο ΔΝΤ δρομολογεί, ίσως, την αποχώρησή του.
Ένα δεύτερο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, το οποίο θα επιβάρυνε τους Γερμανούς φορολογουμένους, θεωρείται εφιάλτης στο Βερολίνο, που απορρίπτει και επίσημα πλέον κάθε συζήτηση για το θέμα στην παρούσα φάση.
Το ΔΝΤ, πάντως, δεν αναμένεται να σιωπήσει, καθώς το Εκτελεστικό του Συμβούλιο δέχεται έντονες πιέσεις, κυρίως από τις αναδυόμενες οικονομίες, που αντιμετωπίζουν με δυσαρέσκεια την προσήλωση του Ταμείου στην «ευρωκρίση».
Παράλληλα, διαπιστώνει ότι τα νούμερα δεν βγαίνουν και, προφανώς, θέλει να ξεκαθαρίσει τη θέση του, προκειμένου να διαφυλάξει την αξιοπιστία του, αλλά και να δρομολογήσει πιθανότατα την αποχώρησή του από ένα παιγνίδι που δεν ελέγχει. Ένα νέο πόκερ φαίνεται να είναι σε εξέλιξη με αντικείμενο την ανάγκη απομείωσης του ελληνικού χρέους, ούτως ώστε αυτό να καταστεί βιώσιμο.
Πηγή: Deutsche Welle
Επιμέλεια: Κ. Μπετινάκης