Το Μουσείο του Πράδο, κατά τη διάρκεια εργασιών συντήρησης του αντιγράφου του διάσημου πίνακα «Η Τζοκόντα» του Λεονάρντο Ντα Βίντσι, ανακάλυψε πως η αξία του είναι ακόμη μεγαλύτερη απ’ όσο αρχικά είχε εκτιμηθεί, καθώς έχει φιλοτεχνηθεί στο ίδιο το εργαστήριο του μεγάλου Ιταλού ουμανιστή ενόσω εκείνος ζωγράφιζε τον πρωτότυπο πίνακα.
Πηγές του Μουσείου τονίζουν πως οι συντηρητές ανακάλυψαν κάτω από το μαύρο φόντο του πίνακα, που είχε προστεθεί αργότερα, το ίδιο τοπίο της Τοσκάνης που απεικονίζεται και στην περίφημη «Μόνα Λίζα» του Λούβρου.
Καθώς το αντίγραφο αυτό είναι διατηρημένο σε καλύτερη κατάσταση, ρίχνει φως στην αινιγματική προσωπογραφία της Λουΐζας Γκεραρντίνι και το χαμόγελό της. Είναι φιλοτεχνημένο με μεγαλύτερη καθαρότητα στο «σφουμάτο», την τεχνική που είχε εισάγει στην τέχνη ο Ντα Βίντσι, και μία νέα φωτεινότητα στο πρόσωπο της απεικονιζόμενης, πράγμα που αφήνει να εννοηθεί μία Μόνα Λίζα όχι τόσο ώριμη όσο παρουσιάζεται στον πρωτότυπο καμβά.
Η αυθεντικότητα της ανακάλυψης αυτού του αντιτύπου είχε πιστοποιηθεί όχι μόνον από το Πράδο, αλλά και από το Μουσείο του Λούβρου.
Το συμπέρασμα ότι το αντίτυπο αυτό της «Τζοκόντας» φιλοτεχνήθηκε κατά τον ίδιο χρόνο με το γνωστότερο, αλλά και στο ίδιο εργαστήριο του Ντα Βίντσι, εξάγεται από την αποκάλυψη, μέσω της εξέτασής του με υπέρυθρες ακτίνες, ότι και οι διάφορες διορθώσεις που προστέθηκαν στον πίνακα είναι ακριβώς ίδιες με εκείνες που έκανε ο μεγάλος Ιταλός δάσκαλος.
Το γεγονός αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα πως κάποιος μαθητής του ήταν παρών κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του ασύγκριτου έργου και εισήγαγε τις ίδιες παρεμβάσεις με εκείνες του «μαέστρο».
Το έργο χρονολογείτο στο πρώτο τέταρτο του 16ου αιώνα και θεωρείτο σύγχρονο του έργου του Ντα Βίντσι, όμως τώρα ανακύπτει ένα νέο δίλημμα, σχετικό με την πατρότητά του, η οποία με βάση τα νέα δεδομένα θα πρέπει να αποδίδεται είτε στον Αντρέα Σάλαϊ, ή τον Φραντσέσκο Μέλτσι, τους δύο πιο αγαπητούς και κοντινούς μαθητές του δασκάλου. Με διαστάσεις πολύ κοντινές σε αυτές του πρωτοτύπου (76*57 εκατοστά αυτό του Πράδο, 77*53 εκατοστά το πρωτότυπο του Λούβρου), ο πίνακας πριν τη συντήρησή του θεωρείτο πως είχε φιλοτεχνηθεί πάνω σε ξύλο δρυός, γεγονός που απέκλειε να έχει ζωγραφιστεί στην Ιταλία, ενώ τώρα διαπιστώνεται πως έγινε πάνω σε καρυδιά, ακριβώς όπως και η πρωτότυπη Μόνα Λίζα.
Από το μαδριλένικο μουσείο τονίζεται πως ο πίνακας δεν βρισκόταν –όπως θεωρείτο– στις αποθήκες του, αλλά πως εξετίθετο κανονικά στις αίθουσές του και υποβλήθηκε σε συνήθεις εργασίες συντήρησης. Χαρακτηρίζει «επιστημονική» την αποκάλυψη και υποστηρίζει πως είναι συνταρακτική για τους ιστορικούς Τέχνης. Η ανακάλυψη αυτή επισήμως θα παρουσιασθεί στις 21 Φεβρουαρίου.
Ο πίνακας θα μεταφερθεί στο Παρίσι προκειμένου να εκτεθεί στο αφιέρωμα που ετοιμάζει το Λούβρο για την «Αγία Άννα» του Ντα Βίντσι μεταξύ 29 Μαρτίου και 25 Ιουνίου, έτσι ώστε οι δύο πίνακες να συνεκτεθούν.
Επιμέλεια: Μαριάννα Μαρμαρά