Τραγική χαρακτηρίζει την κατάσταση στην πόλη Γουχάν, την εστία της νέας επιδημίας του νέου κορωνοϊού στην Κίνα, νοσοκομειακός υπάλληλος, ο οποίος μίλησε στην Deutsche Welle.
«Ασθενείς που παρουσιάζουν συμπτώματα περιμένουν συχνά ώρες μέχρι να εξεταστούν. Οι γιατροί τούς συνταγογραφούν φάρμακα και στη συνέχεια τους στέλνουν σπίτι, συμβουλεύοντάς τους να μην έρχονται σε επαφή με άλλους ανθρώπους. Οι αίθουσες αναμονής είναι γεμάτες κόσμο που βήχει. Ακόμα και υγιείς άνθρωποι που μένουν για ώρα σε τέτοιους χώρους κινδυνεύουν να μολυνθούν».
Και όλα αυτά, όπως επισημαίνει ο νοσοκομειακός υπάλληλος, που για ευνόητους λόγους θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του, ισχύουν για τους «τυχερούς» που έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε νοσοκομείο. «Συχνά τα νοσοκομεία είναι πολύ μακριά. Εάν δεν έχεις δικό σου αυτοκίνητο, απομένει μόνο το ταξί και σε κάθε οικισμό επιτρέπονται μόλις δύο οχήματα. Επιπλέον μόνο λίγοι εθελοντές μεταφέρουν αρρώστους. Το τηλεφωνικό κέντρο άμεσης δράσης έχει καταρρεύσει. Οι πιο άτυχοι πρέπει να έρθουν με τα πόδια στο νοσοκομείο. Λέγεται ότι ορισμένοι έχουν πεθάνει καθ΄ οδόν».
Το αδιαχώρητο στα νοσοκομεία
Ο ίδιος αμφισβητεί τον επίσημο αριθμό θυμάτων και επιβεβαιωμένων κρουσμάτων που δημοσιεύουν κάθε τόσο οι κινεζικές αρχές: «Πιστεύω ότι υπάρχουν περισσότερα κρούσματα και νεκροί. Ακόμα και όταν η αξονική δείξει πνευμονία, δεν ακολουθούνται οι προβλεπόμενες διαδικασίες προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πρόκειται για την ιογενή τύπου. Γιατί; Διότι οι λίστες αναμονής είναι πολύ μακρές. Όποιος όμως πεθαίνει χωρίς να έχει κάνει τις σχετικές εξετάσεις δεν καταγράφεται ως θύμα του κορωνοϊού».
Όσον αφορά την κατασκευή του νέου νοσοκομείου στο Γουχάν σε χρόνο ρεκόρ μίας μόλις εβδομάδας, ο ίδιος κάνει λόγο για σταγόνα στον ωκεανό: «Δεν φτάνουν 2.000 νέες κλίνες. Εξάλλου λείπει και εξειδικευμένο προσωπικό. Γιατροί και νοσηλευτές φτάνουν στα όριά τους, οι βάρδιες δεν βγαίνουν. Για να αντιμετωπιστεί μια πνευμονία, απαιτείται μακρά νοσοκομειακή περίθαλψη».