Ο γερμανικός Τύπος εξετάζει και αξιολογεί το επιτελείο του εκλεγέντος προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν. Κεντρικό ρόλο διαδραματίζει η νέα εκπρόσωπος τύπου του Λευκού Οίκου Τζένιφερ Ψάκη.
Η εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ), χωρίς καμία αναφορά στην εν μέρει ελληνική καταγωγή της Ψάκη, σημειώνει, μεταξύ άλλων: «Από την ημέρα των εκλογών η Ψάκη εμφανιζόταν σαν να έχει ήδη αναλάβει καθήκοντα εκπροσώπου, αποδεικνύοντας ότι γνωρίζει πολύ καλά την τέχνη του να λες ελάχιστα, αλλά με πολλά λόγια. Είναι επαγγελματίας του είδους. Στη διάρκεια της διακυβέρνησης Ομπάμα είχε στελεχώσει διαφορετικές και διευθυντικές θέσεις στον Λευκό Οίκο. Μεταξύ άλλων είχε υπηρετήσει ως διευθύντρια επικοινωνίας, καθώς και αναπληρώτρια εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης το 2008. Την περίοδο εκείνη συνεργαζόταν στενά με τον Τζο Μπάιντεν».
Με τίτλο «Η νέα φωνή του Λευκού Οίκου» η Süddeutsche Zeitung αναφέρεται και στις ελληνικές ρίζες της Ψάκη, ισχυρίζεται μάλιστα ότι η σωστή προφορά του ονόματος είναι «Σάκη». Μεταξύ άλλων διαβάζουμε: «Η Τζένιφερ Ψάκη μεγάλωσε στο Κονέκτικατ, σε μία οικογένεια χωρίς ιδιαίτερη σχέση με την πολιτική. Το ελληνικό της όνομα (που προφέρεται «Σάκη») το πήρε από τον πατέρα της και τα κόκκινα μαλλιά από τη μητέρα της που έχει ιρλανδικές ρίζες.
Η πρώτη της δουλειά στην πολιτική την είχε οδηγήσει στην Αϊόβα, για να εργαστεί στο επιτελείο του κυβερνήτη Τομ Βίλσακ. Ήταν η πρώτη επαφή με το κομματικό κατεστημένο των Δημοκρατικών, στο οποίο παραμένει έκτοτε. Ήδη σε ηλικία 26 ετών ήταν αναπληρώτρια εκπρόσωπος του Τζον Κέρι, όταν εκείνος το 2004 διεκδίκησε χωρίς επιτυχία την προεδρία. Ακολούθησαν συνεργασίες με Δημοκρατικούς βουλευτές στην Ουάσιγκτον. Στην πρωτεύουσα, όπου ζει με τον σύζυγό της και τα δύο παιδιά τους, η Ψάκη πέρασε και τα χρόνια του Τραμπ, κερδίζοντας χρήματα με τρόπο συνήθη για ανθρώπους του δικού της βεληνεκούς, όταν δεν βρισκονται στην εξουσία: Ως συνεργάτης του Ινστιτούτου Καρνέγκι, ως εντεταλμένη του οίκου συμβούλων Westetex, ως σχολιάστρια στο τηλεοπτικό δίκτυο CNN».
Ένα διαφορετικό οικονομικό επιτελείο
Σε άλλη ανάλυση η Süddeutsche Zeitung εστιάζει στο οικονομικό επιτελείο του Τζο Μπάιντεν, το οποίο, όπως υποστηρίζει, θα είναι «πιο προοδευτικό, με εμφανέστερη διαφορετικότητα και με περισσότερες γυναίκες από κάθε άλλη φορά. Αλλαγή πολιτικής δρομολογείται και επί του περιεχομένου: Κεντρικό άξονα της οικονομικής πολιτικής αναμένεται να αποτελέσει η στήριξη των χαμηλόμισθων και ιδιαίτερα των Αφροαμερικανών, δηλαδή των ομάδων εκείνων που έχουν πληγεί περισσότερο από την πανδημία του κορωνοϊού χάνοντας τη δουλειά τους, το σπίτι τους και τις πενιχρές αποταμιεύσεις τους.
Αλλά ο δεδηλωμένος Κεντρώος Μπάιντεν δεν θα ήταν ο Μπάιντεν, αν δεν είχε προβλέψει ένα αντίβαρο στους εμφανώς αριστερούς υποψηφίους. Δύο από τις έξι κορυφαίες θέσεις (του οικονομικού επιτελείου) πηγαίνουν σε άνδρες με εμπειρία στην καρδιά του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, μεταξύ άλλων στην εταιρία διαχείρισης επενδύσεων Blackrock. Θεωρείται βέβαιο ότι αυτό θα προκαλέσει αντιπαραθέσεις με τα πιο νεαρά και προοδευτικά μέλη του Δημοκρατικού Κόμματος».
«Στη συγκεκριμένη περίπτωση», συνεχίζει η Süddeutshe Zeitung, «πρόκειται για τον Γουάλι Αντεγιέμο και τον Μπράιαν Ντιζ. Ο Αντεγιέμο, 39 ετών, ο οποίος αναμβάνει θέση αναπληρωτή της υπουργού Οικονομικών Τζάνετ Γιέλεν, είχε ήδη αποκτήσει κυβερνητική εμπειρία υπό τον Μπαράκ Ομπάμα, μεταξύ άλλων ως υποδιευθυντής στο επιτελείο του υπουργού Οικονομικών Τζέικομπ Λιου. Γεννημένος στη Νιγηρία, το 2017 μεταπήδησε στη Blackrock, αναλαμβάνοντας θέση οικονομικού συμβούλου στο πλευρό του προέδρου Λάρι Φλινκ, πριν γίνει ιδρυτής και πρόεδρος του ιδρύματος Ομπάμα το 2019. Ο Ντιζ ηγείται μέχρι σήμερα στη Blackrock μίας διεύθυνσης που αναζητεί επενδυτικές δυνατότητες οικονομικά ελκυστικές, αλλά παράλληλα και κοινωνικά και περιβαλλοντικά βιώσιμες».
Η νέα σχέση με την Ευρώπη
Τι φέρνει η εποχή Μπάιντεν για την Ευρώπη; Αυτό το ερώτημα επιχειρεί να απαντήσει στο σχόλιό της η εφημερίδα Kölner Stadt-Anzeiger της Κολωνίας: «Μία πιο στενή, πιο έξυπνη και πιο δίκαιη σχέση θα ωφελούσε εξίσου Ευρωπαίους και Αμερικανούς, αναχαιτίζοντας ταυτόχρονα την παγκόσμια μάστιγα του αυταρχισμού. Το ζήτημα επείγει. Η Κίνα καυχιέται για τους υψηλότερους ρυθμούς βιομηχανικής ανάπτυξης τα τελευταία τρία χρόνια και για τον τερματισμό της πανδημίας. Το καθεστώς στέλνει μη επανδρωμένο διαστημόπλοιο στο φεγγάρι. Η πιο σύγχρονη δικτατορία του κόσμου εμφανίζεται με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση από ποτέ. Τι έχουν να αντιτάξουν ΕΕ και ΗΠΑ;»