Η πρόεδρος της Βραζιλίας Ντίλμα Ρουσέφ κατήγγειλε την Τρίτη τη διαδικασία αποπομπής της που άρχισε στη Βουλή, κάνοντας λόγο για ένα «πραξικόπημα εναντίον της δημοκρατίας» που ενορχηστρώθηκε από την αντιπολίτευση. Επανέλαβε επίσης ότι δεν πρόκειται «ποτέ» να υποβάλει την παραίτησή της από το αξίωμα.

«Δεν διέπραξα κανένα έγκλημα, δεν θα εγκαταλείψω ποτέ, δεν θα παραιτηθώ ποτέ», τόνισε η κεντροαριστερή πολιτικός, η οποία κατηγορείται από την αντιπολίτευση πως παραποίησε τα στοιχεία για τα δημοσιονομικά της χώρας ώστε να διευκολυνθεί η επανεκλογή της το 2014.

«Δεν πρόκειται να μασήσω τα λόγια μου» είπε η κα. Ρουσέφ και πρόσθεσε πως «αυτό που καταβάλλεται προσπάθεια να γίνει είναι ένα πραξικόπημα εναντίον της δημοκρατίας».

Η διαδικασία αποπομπής της «δεν έχει νόμιμη βάση», επέμεινε η ίδια. «Το να καταδικάζεται κάποιος για ένα έγκλημα που δεν έχει διαπράξει είναι η χειρότερη δυνατή αδικία. Έχω ήδη υπάρξει θύμα αυτού του εγκλήματος κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας», υπενθύμισε.

«Είναι καθαρό ότι δεν θα προτιμούσα ποτέ να ζήσω αυτή τη στιγμή, αλλά έχω αρκετή ενέργεια, επαρκές κίνητρο και σεβασμό προς τη δημοκρατία για να αντιπαρατεθώ σε αυτή τη συνωμοσία εναντίον της δημοκρατίας στη χώρα μας», συνέχισε η πρόεδρος της Βραζιλίας. Αυτός είναι ο λόγος «που έχω τη βεβαιότητα: δεν πρόκειται να γίνει αυτό το πραξικόπημα», πρόσθεσε.

Μια ειδική επιτροπή της Βουλής εξετάζει από την Παρασκευή το αίτημα να αρχίσει η διαδικασία αποπομπής της προέδρου, όπως ζητάει η αντιπολίτευση.

Στο μεταξύ, νωρίτερα η Ρόσα Βέμπερ, μέλος του ομοσπονδιακού ανώτατου δικαστηρίου, επικύρωσε μια απόφαση που απαγορεύει στον πρώην πρόεδρο Λουίς Ινάσιου Λούλα ντα Σίλβα να αναλάβει θέση προσωπάρχη στην κυβέρνηση της Ρουσέφ.

Η υπουργοποίηση του Λούλα θα του παρείχε έναν βαθμό προστασίας από έρευνες για διαφθορά σε βάρος του που βρίσκονται σε εξέλιξη.

Την περασμένη εβδομάδα ο δικαστής Γιλμάρ Μέντες εξέδωσε μια απόφαση που απαγόρευε στον Λούλα να αναλάβει θέση στην κυβέρνηση της Ρουσέφ, της διαδόχου του, πράγμα που σημαίνει πως οι έρευνες σε βάρος του πρώην προέδρου μπορούν να συνεχιστούν με απόφαση κατώτερων δικαστηρίων. Απαιτείται απόφαση της ολομέλειας του ομοσπονδιακού ανώτατου δικαστηρίου για την ακύρωση της απόφασης του Μέντες.