Στην επικείμενη έναρξη της διαδικασίας για την εκλογή νέου Ιταλού προέδρου της δημοκρατίας αναφέρθηκε απόψε ο πρωθυπουργός της Ιταλίας, Ματέο Ρέντσι.
Απευθυνόμενος στους γερουσιαστές και στους βουλευτές του κεντροαριστερού κυβερνώντος Δημοκρατικού Κόμματος λίγο πριν από την καθιερωμένη χριστουγεννιάτικη πρόποση, ο Ρέντσι τόνισε: «ως κόμμα έχουμε περίπου 460 εκλέκτορες σε σύνολο 1.007. Πολλά εξαρτώνται από εμάς, έχουμε μεγάλη ευθύνη. Στις πλάτες μας πρέπει να σηκώσουμε σημαντικό βάρος».
Μέσα στις πρώτες εβδομάδες του νέου έτους ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Τζόρτζιο Ναπολιτάνο πρόκειται να παραιτηθεί, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες.
Εξάλλου ήδη από την στιγμή της επανεκλογής του για δεύτερη θητεία, τον Απρίλιο του 2013, ο Ναπολιτάνο είχε καταστήσει σαφές ότι δεν εννοούσε να εξαντλήσει την προβλεπόμενη επταετία.
«Το κόμμα μας πρέπει να κάνει τον παν ώστε για μην επαναλάβει τα λάθη του 2013», επισήμανε απόψε ο Ρέντσι, αναφερόμενος στο πολιτικό αδιέξοδο που είχε προκύψει πριν από ενάμιση χρόνο, όταν το κοινοβούλιο της Ρώμης δεν κατάφερε να καταλήξει σε έναν νέο υποψήφιο κοινής αποδοχής και ζήτησε τελικώς από τον Ναπολιτάνο, να δεχθεί -έστω και προσωρινά- να παραμείνει στο προεδρικό μέγαρο Κυρηνάλιο.
Ιταλικά μέσα ενημέρωσης εκτιμούν ότι η αναφορά αυτή του Ρέντσι στη διαδικασία εκλογής νέου προέδρου γίνεται αμέσως μετά την δήλωση του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, επικεφαλής του κεντροδεξιού κόμματος Φόρτσα Ιτάλια ο οποίος τόνισε: «τον νέο πρόεδρο πρέπει να τον επιλέξουμε μαζί. Δεν έχει σημασία αν είναι αριστερός, πρέπει όμως να λειτουργήσει ως εγγυητής για όλους μας».
Προ ημερών ο Ιταλός πρωθυπουργός συναντήθηκε για μιάμιση ώρα με τον πρώην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ρομάνο Πρόντι. Σύμφωνα με πολλούς Ιταλούς σχολιαστές ένα από τα κύρια θέματα της συζήτησής τους ήταν μια πιθανή υποψηφιότητα του Πρόντι για το ύπατο αξίωμα του ιταλικού δημοκρατικού πολιτεύματος.
Ο Μπερλουσκόνι όμως έσπευσε να ξεκαθαρίσει πως η πιθανή υποψηφιότητα του Πρόντι δεν τον βρίσκει σύμφωνο και πως αν ο Ρέντσι συνεχίσει να την προωθεί, κινδυνεύουν να «τιναχτούν στον αέρα» τόσο η διαδικασία έγκρισης του νέου εκλογικού νόμου, όσο και αυτή για την αλλαγή των αρμοδιοτήτων της ιταλικής γερουσίας.