Η Ρωσία ανέστειλε σήμερα την εφαρμογή της συμφωνίας με τις ΗΠΑ για την ανακύκλωση δεκάδων τόνων πλουτωνίου που προέρχεται από πυρηνικές κεφαλές, στέλνοντας με αυτόν τον τρόπο ένα “μήνυμα” στην Ουάσινγκτον, εν μέσω της κλιμακούμενης έντασης στις σχέσεις των δύο χωρών. Σήμερα επίσης οι ΗΠΑ ανέστειλαν τις συνομιλίες με τη Ρωσία σχετικά με τη συριακή κρίση.
Ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν υπέγραψε το διάταγμα με το οποίο τερματίζεται η συμφωνία την οποία είχε υπογράψει ο ίδιος το 2000 με τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον.
Στο κείμενο προβλεπόταν ότι καθεμιά από τις δύο χώρες θα προχωρούσε στην ανακύκλωση 34 τόνων πλουτωνίου από τα τεράστια στρατιωτικά αποθέματά τους –κληρονομιά του Ψυχρού Πολέμου– στο πλαίσιο της δέσμευσής τους να αγωνιστούν κατά της διάδοσης των πυρηνικών όπλων.
Ο Ρώσος πρόεδρος δικαιολόγησε την απόφασή αυτή λόγω, όπως αναφέρεται στο διάταγμα, “της ριζικής αλλαγής των συνθηκών και την εμφάνιση μιας απειλής για την ασφάλεια εξαιτίας των μη φιλικών ενεργειών των ΗΠΑ απέναντι στη Ρωσία”.
“Η απόφαση που λάβαμε είναι ένα μήνυμα που απευθύνεται στην Ουάσινγκτον”, προειδοποίησε ο υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, σε ανακοίνωση που εξέδωσε. Πρόκειται, όπως ανέφερε, για την “αναγκαία” απάντηση στις κυρώσεις που έχει επιβάλει η Δύση με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία και την ενίσχυση της παρουσίας του ΝΑΤΟ κοντά στα ρωσικά σύνορα.
“Το πράγμα δεν θα δουλέψει αν προσπαθούν να μιλήσουν με τη Ρωσία με κυρώσεις και τελεσίγραφα, θέλοντας ταυτόχρονα να διατηρήσουν μια επιλεκτική συνεργασία όποτε τους συμφέρει”, πρόσθεσε.
Το προεδρικό διάταγμα είναι “ουσιαστικά μια συμβολική χειρονομία που έχει ως στόχο να αποδείξει ότι οι δύο πλευρές δεν συνεργάζονται πλέον σε αυτόν τον τομέα”, σχολίασε ο ανεξάρτητος ειδικός σε στρατιωτικά ζητήματα Αλεξάντρ Γκολτς, μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο. Υπενθύμισε όμως ότι δεν είναι η πρώτη συμφωνία που αναστέλλεται.
Το 2014, όταν ξέσπασε η ουκρανική κρίση, ο Βλαντίμιρ Πούτιν είχε κατηγορήσει την Ουάσινγκτον ότι δεν τηρεί τις συμφωνίες για το πλουτώνιο, υποστηρίζοντας ότι οι Αμερικανοί χρησιμοποιούν το πλεόνασμα που διαθέτουν για να διατηρήσουν τις αμυντικές ικανότητές τους.
Το 2010 Μόσχα και Ουάσινγκτον υπέγραψαν ένα συμπληρωματικό πρωτόκολλο που επρόκειτο να τεθεί σε εφαρμογή το 2018.
Η ακύρωση της συμφωνίας θα τεθεί προς ψήφιση στο ρωσικό κοινοβούλιο εντός των επόμενων ημερών, ενδεχομένως την Τετάρτη. Το διάταγμα αφήνει πάντως ανοιχτό το ενδεχόμενο να εφαρμοστεί εκ νέου η συμφωνία εφόσον η Ουάσινγκτον αποσύρει τις δυνάμεις της από τις χώρες που εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ μετά το 2000, να άρει “όλες τις κυρώσεις” σε βάρος της Ρωσίας και καταβάλει αποζημιώσεις για τις οικονομικές απώλειες που υπέστη η Μόσχα.