Είναι βέβαιο ότι σε αυτές τις εκλογές, ο φόβος αποτελεί πρωταρχικό στόχο του πολιτικού μάρκετινγκ και της κυρίαρχης συστημικής προπαγάνδας.

Απέναντι σε αυτή την κατάσταση, την Τρίτη στις εκλογές της 8ης Νοεμβρίου, θα βρεθεί ένας λαός ψυχικά εξουθενωμένος, όπως δείχνει και η τελική εθνική δημοσκόπηση.

Όποιος κερδίσει στις προεδρικές εκλογές της Τρίτης θα αντιμετωπίσει ένα έθνος, που έχει γίνει πιο απαισιόδοξο και δείχνει πιο διαιρεμένο από ποτέ, τουλάχιστον σε ότι αφορά την κατάσταση της αμερικανικής πολιτικής, σύμφωνα με την τελική εθνική δημοσκόπηση των NBC News / Wall Street Journal, της προεδρικής αναμέτρησης του 2016.

Εξήντα τέσσερα τοις εκατό των πιθανών ψηφοφόρων, αναφέρουν ότι η εκλογή του επόμενου Προέδρου, έχει κάνει το έθνος πιο διαιρεμένο, έναντι 23 τοις εκατό, που θεωρούν ότι το έκανε πιο ενωμένο.

Επιπλέον, το 62 τοις εκατό των πολιτών που συμμετείχαν στην έρευνα γνώμης, υιοθετεί ένα αρνητικό μοτίβο σκέψης, υποστηρίζοντας ότι η χώρα, κινείται προς τη λάθος κατεύθυνση.

Και οι 6 στους 10 ψηφοφόρους αναφέρουν ότι η εκλογή Τραμπ ή Κλίντον, τους έχει κάνει λιγότερο περήφανους, σε σύγκριση με το απειροελάχιστο ποσοστό, της τάξεως του 12 τοις εκατό, που δήλωνε κάτι ανάλογο για τις ΗΠΑ, πριν από τις προεδρικές εκλογές του 2008.

Σε αυτές οι εκλογές, δεν φαίνεται πουθενά ελπίδα, παρά μόνο φόβος και απαισιοδοξία…

Ο φόβος και η διαίρεση που σύμφωνα με το επιτελείο του κ. Τραμπ, αποτελεί απειλή για τον αμερικανικό λαό και ο αντίστοιχος φόβος από την άλλη, που διατυμπανίζει η Χίλαρι Κλίντον, ότι θα κυριαρχήσει στις Ηνωμένες Πολιτείες, σε περίπτωση εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ.

Η πλειοψηφία των αμερικανών πολιτών πάντως, έχουν αρνητική γνώμη και για τους δύο.

Τόσο η Κλίντον όσο και ο Τραμπ παραμένουν οι πιο αντιλαϊκοί προεδρικοί υποψήφιοι στην ιστορία, στη δημοσκόπηση των NBC / WSJ.

Πενήντα εννέα τοις εκατό των πιθανών ψηφοφόρων έχουν σχηματίσει αρνητική άποψη για τον Ρεπουμπλικανό υποψήφιο, ενώ το 53 τοις εκατό, τρέφει αρνητικά συναισθήματα για την κα Κλίντον.

Έτσι, ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει αυτές τις εκλογές, είναι πασιφανές ότι ο επόμενος πρόεδρος θα αισθάνεται κάπως άβολα, απέναντι στους αγανακτισμένους πολίτες των Ηνωμένων Πολιτειών.

Όταν ζητήθηκε μάλιστα από τους ψηφοφόρους η γνώμη τους, για τις διαμάχες και τα τρωτά σημεία Κλίντον και Tραμπ, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, 76 τοις εκατό είπαν ότι σημαντικός παράγοντας στην ψήφο τους, είναι εάν όντως ο Ντόναλντ Τραμπ, έχει τα φόντα να επιδείξει την ιδιοσυγκρασία (εκφράζουν αμφιβολία γι’ αυτό) που απαιτείται σε διάφορους τομείς, για να υπηρετήσει κανείς το αξίωμα του Προέδρου των ΗΠΑ.

Εξήντα-πέντε τοις εκατό εξέφεραν την ίδια άποψη, σε ότι αφορά τα σχόλια και τη γλώσσα που χρησιμοποιεί για τις γυναίκες, τους μετανάστες και τους μουσουλμάνους, ο κ. Τραμπ.

Για την Χίλαρι Κλίντον, το 58 τοις εκατό αναφέρει ότι η υπόθεση του ιδιωτικού «server» της, είναι ένας σημαντικός παράγοντας στην λήψη της τελικής απόφασής τους και το 50 τοις εκατό είπαν το ίδιο, σε ότι αφορά την πρόσφατη έρευνα των emails από την ομοσπονδιακή υπηρεσία, μιας έρευνας σε νέα ηλεκτρονικά μηνύματα, που θα μπορούσαν και αυτά να σχετίζονται με τη χρήση του ιδιωτικού σέρβερ της Κλίντον.

Η δημοσκόπηση διενεργήθηκε την περίοδο 3 με 5 Νοεμβρίου, σε 1282 άτομα που είναι “πιθανό” να ψηφίσουν (συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 600 που ερωτήθησαν από κινητό τηλέφωνο) και έχει περιθώριο σφάλματος συν-πλην 2,7 ποσοστιαίες μονάδες.

Το πιο σημαντικό ερώτημα όμως, είναι ένα: Ο αμερικανικός λαός θα καταφέρει αύριο να νικήσει το φόβο του; Διότι τότε όλα θα είναι δυνατά.

Γιατί όπως είχε πει και ο Ρούσβελτ «το μόνο που έχουμε να φοβηθούμε είναι τον ίδιο μας το φόβο».

Τι πρεσβεύουν οι δύο υποψήφιοι;

Στο μείζον θέμα της υγείας και της οικονομίας, ο Τραμπ υπερτονίζει την αναγκαιότητα μείωσης του κόστους του ObamaCare και υποστηρίζει, ότι θα ρίξει τη φορολογία στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε αντίθεση με την Χίλαρι Κλίντον που είναι αποφασισμένη να αυξήσει περαιτέρω τους φόρους, σε μία χώρα με την υψηλότερη φορολογία του κόσμου. Ταυτοχρόνως η κα Κλίντον δηλώνει ότι το ObamaCare είναι επιτυχημένο.

Στο μεταξύ αγεφύρωτες παραμένουν οι διαφορές τους, στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Ο Τραμπ πιστεύει ότι οι ΗΠΑ δεν θα χρειάζεται να είναι ο εγγυητής της διεθνούς σταθερότητας και χώρες όπως η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία θα πρέπει να αναπτύξουν τα δικά τους πυρηνικά όπλα, για να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους.

Η Κλίντον, από την άλλη πλευρά, θα χρησιμοποιήσει όλους τους μοχλούς της αμερικανικής ισχύος, για την εξασφάλιση από πλευράς ΗΠΑ την παγκόσμιας ηγεμονίας και κατά πάσα πιθανότητα, θα ακολουθήσει μια πιο επιθετική εξωτερική πολιτική από εκείνη του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα.

Ο Τραμπ θα ακολουθήσει μια συμμαχία σε συνεργασία με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν ενώ έχει πει ότι θα μπορούσε να δεχθεί την προσάρτηση στη Ρωσία της Κριμαίας και φαίνεται να είναι πιο ανοιχτός στη συνεργασία με τη Ρωσία στη Συρία.

Είναι πιθανό να τραβήξει το σχοινί με την Κίνα στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας και να προσπαθήσει να τιμωρήσει το Πεκίνο, για αυτό που αντιλαμβάνεται, ως αθέμιτες εμπορικές πρακτικές της.

Αντίθετα, η Χίλαρι είναι πιθανό να αυξήσει τις εντάσεις με τη Ρωσία και να εντείνει την πίεση στην Ευρώπη να ανανεώσει τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, οι οποίες λήγουν το Δεκέμβριο. Με την Κίνα είναι βέβαιο ότι θα επιδιώξει συνεργασία σε τομείς κοινού ενδιαφέροντος και ταυτόχρονα, να ενισχύσει τις σχέσεις με τους συμμάχους των ΗΠΑ στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού.

Και οι δύο υποψήφιοι έχουν φλερτάρει με το Ισραήλ στην σύγκρουσή του με την Παλαιστινιακή, με τον Τραμπ όμως, να έχει δηλώσει ότι θα αναγνωρίσει την Ιερουσαλήμ ως ενωμένη πρωτεύουσα του Ισραήλ, προς μεγάλη λύπη της παλαιστινιακής ηγεσίας, που αντιλαμβάνεται ότι γι’ αυτόν πια, έχει εγκαταλειφθεί η λύση των δύο κρατών. Την ίδια στιγμή που η Κλίντον πληρώνει τα μεγάλα λόγια, για τη λύση των δύο κρατών, που υποστήριξε, με την ενίσχυση των 38 δις δολαρίων, πακέτο στρατιωτικής βοήθειας που προσεφέρθη από τις ΗΠΑ προς το Ισραήλ.

Στο μεταξύ ο Τραμπ χαιρέτισε πρόσφατα την «επιτυχημένη εμπειρία του Ισραήλ με ένα φράχτη ασφαλείας», εγχείρημα το οποίο πιστεύει, ότι χρησιμεύει ως πρότυπο και για το τείχος που λέει ότι θα φτιάξει στα σύνορα με το Μεξικό.

Σε όλες τις διακηρύξεις της εξωτερικής πολιτικής η Αφρική, ουσιαστικά δεν εμφανίζεται καθόλου.

Το σίγουρο είναι ότι οι πολιτικές αυτών των δύο υποψηφίων, θα σημάνουν για την ίδια την Αμερική, τον τύπο της χώρας, που προορίζεται να γίνει.

Ποιος πραγματικά όμως, αντιπροσωπεύει τις αρχές και τις αξίες του αμερικανικού έθνους;

Μία μέρα έμεινε για να το μάθουμε…

Επιμέλεια: Φάνης Επιτροπάκης