Η περίφημη πολιτική σταθερότητα του Βερολίνου που κυριάρχησε εδώ και χρόνια στο πολιτικό σκηνικό, με επίκεντρο την Άνγκελα Μέρκελ, φαίνεται πως αποτελεί παρελθόν. Το βράδυ της Κυριακής ανακοινώθηκε και επίσημα αυτό που άλλωστε αναμενόταν, δηλαδή η κατάρρευση των συνομιλιών μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών, Φιλελευθέρων και Πρασίνων για τον σχηματισμό κυβέρνησης.
Θα στηθούν, άραγε, επαναληπτικές κάλπες στη Γερμανία; Θα συρθεί η Μέρκελ σε μία νέα αναμέτρηση μετά τη φθορά, προσωπική και πολιτική, που υπέστη στις πρόσφατες εκλογές;Σήμερα, Δευτέρα, η Άνγκελα Μέρκελ μεταβαίνει στο προεδρικό μέγαρο για να ενημερώσει τον πρόεδρο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ για τις εξελίξεις. Υπάρχει βεβαίως ένα μικρό ενδεχόμενο να αλλάξουν τακτική οι Σοσιαλδημοκράτες και να αποδεχθούν να συγκυβερνήσουν με την Άνγκελα Μέρκελ. Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν υπάρχει καμία τέτοια ένδειξη. Μάλλον το αντίθετο συμβαίνει.
Θα στηθούν, άραγε, επαναληπτικές κάλπες στη Γερμανία; Θα συρθεί η Μέρκελ σε μία νέα αναμέτρηση μετά τη φθορά, προσωπική και πολιτική, που υπέστη στις πρόσφατες εκλογές; Θα διεκδικήσει η σημερινή καγκελάριος μία νέα νίκη υπό τις συνθήκες που επικρατούν; Και με δεδομένο ότι επί της ουσίας το πολιτικό σκηνικό δεν έχει υποστεί καμία ουσιαστική αλλαγή από τα τέλη Σεπτεμβρίου του 2017;
H ανάλυση της DW χθες το βράδυ από το Βερολίνο είναι ενδεικτική:
Για την περίπτωση που δεν ευοδωθούν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των τεσσάρων δυνητικών εταίρων, σχεδόν το ήμισυ των Γερμανών πολιτών προσβλέπει στον σχηματισμό κυβέρνησης από τα δύο μεγάλα κόμματα, της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU) υπό την Ά. Μέρκελ και των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) του Μ. Σουλτς. Αυτό προκύπτει από δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Emnid που δημοσιεύει σήμερα (σ.σ.: χθες) η κυριακάτικη «Bild am Sonntag».
Παρότι οι Σοσιαλδημοκράτες έχουν αποκλείσει επανειλημμένως το ενδεχόμενο να συγκυβερνήσουν εκ νέου με την Ά. Μέρκελ σε περίπτωση που αποτύχει το πείραμα της «Τζαμάικα», μια οριακή πλειοψηφία, και συγκεκριμένα το 49%, επιθυμεί ακριβώς αυτό. Κατά της συνέχισης του λεγόμενου «μεγάλου συνασπισμού» τάσσεται την ίδια ώρα το 47%.
Το ίδιο διχασμένοι εμφανίζονται οι πολίτες και στο ερώτημα εάν και με δεδομένες τις διαφορές μεταξύ των τεσσάρων δυνητικών εταίρων θα πρέπει να επαναληφθούν οι εκλογές. Ενώ το 47% προκρίνει το σενάριο άμεσης προσφυγής στις κάλπες, το 50% εκφράζεται κατά της προκήρυξης νέων εκλογών.
Πάντως, μεγάλος κερδισμένος ενδεχόμενων νέων εκλογών θα ήταν αναμφίβολα το εθνολαϊκιστικό Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD). Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, το ξενοφοβικό κόμμα συνεχίζει να λαμβάνει 13% στην πρόθεση ψήφου. Από μία μονάδα φέρονται να κερδίζουν την ίδια ώρα CDU/CSU και Πράσινοι, με 31% και 11% αντίστοιχα. Μία μονάδα, αντίθετα, χάνει το SPD, που υποχωρεί στο 21%, ενώ απώλειες σημειώνουν και οι Φιλελεύθεροι αλλά και η Αριστερά, με 10% και 9% αντίστοιχα.
Νέο ΝΕΙΝ Σουλτς στον μεγάλο συνασπισμό
Εν τω μεταξύ, ο πρόεδρος των Σοσιαλδημοκρατών Μάρτιν Σουλτς επαναλαμβάνει την άρνηση του κόμματός του να συγκυβερνήσει εκ νέου με τη Χριστιανική Ένωση της Ά. Μέρκελ σε περίπτωση που ναυαγήσουν οι συνομιλίες της «Τζαμάικα».
Σε δηλώσεις του στην «Bild am Sonntag» ο Σοσιαλδημοκράτης εκτιμά, πάντως, ότι τα τέσσερα κόμματα θα συμφωνήσουν στον σχηματισμό κυβέρνησης και σε έναν «ελάχιστο κοινό παρονομαστή». Σε διαφορετική περίπτωση, όπως τονίζει, δεν θα υπάρξει ένας μεγάλος συνασπισμός, αλλά νέες εκλογές και την ευθύνη για αυτό θα τη φέρει η Άνγκελα Μέρκελ.
Μέρκελ: Ημέρα περισυλλογής
Για μια μέρα τουλάχιστον «βαθιάς περισυλλογής για το πώς θα προχωρήσει η Γερμανία» έκανε λόγο η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, μετά τη διάλυση των διερευνητικών συνομιλιών για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού «Τζαμάικα».
Η Μέρκελ δήλωσε ότι το πρωί της Δευτέρας θα επικοινωνήσει με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ, προκειμένου να τον ενημερώσει και να συνεννοηθεί μαζί του για τη συνέχεια.
Η Άνγκελα Μέρκελ τόνισε ότι «δεν μπορεί να πει κάποιος ότι δεν προσπαθήσαμε τα πάντα, προκειμένου να βρεθεί λύση, αλλά αντιμετωπίσαμε διαφορετικές κουλτούρες και στιλ διαπραγμάτευσης», ενώ σημείωσε ότι ακόμη και στο μεταναστευτικό ζήτημα μπορούσε να έχει εξευρεθεί λύση. Πρόσθεσε ότι με όλο τον σεβασμό έναντι των Φιλελευθέρων (FDP) λυπάται που δεν κατέστη δυνατή μία συμφωνία, ενώ διαβεβαίωσε ότι η ίδια ως υπηρεσιακή καγκελάριος θα κάνει τα πάντα, προκειμένου η Γερμανία να ξεπεράσει αυτήν τη δύσκολη φάση.