Του Κώστα Μπετινάκη
Οι αναλυτές υποστηρίζουν πως η ψήφος στο δημοψήφισμα της Κυριακής ήταν «αντικαθεστωτική» και ο Ματέο Ρέντσι αποτελούσε για τους εκπρόσωπους του ιταλικού λαϊκίστικου κινήματος έναν «καθεστωτικό εκπρόσωπο». Και αυτό επειδή είχε τη σθεναρή υποστήριξη των ισχυρότερων ηγετών της Δύσης. Ακόμη και της Μέρκελ, παρά το γεγονός ότι ο απερχόμενος Ρέντσι ήταν ένας από τους επικριτές της γερμανικής πολιτικής της λιτότητας.
Η ανησυχία που προκαλεί… ανατριχίλα στους Ευρωπαίους είναι μήπως η πολιτική αστάθεια στην Ιταλία προκαλέσει τριγμούς στην ήδη ασταθή οικονομία της χώρας και νέα προβλήματα για την ΕυρωζώνηΗ ανησυχία που προκαλεί πλέον… ανατριχίλα στους Ευρωπαίους ηγέτες είναι μήπως μετά την αποχώρηση Ρέντσι η πολιτική αστάθεια που θα επακολουθήσει στην Ιταλία προκαλέσει τριγμούς στην ήδη ασταθή ιταλική οικονομία και νέα προβλήματα για την Ευρωζώνη.
Οι σχολιαστές φαίνεται να υπερβάλουν όταν μιλούν ακόμη και για ενδεχόμενη αποχώρηση της Ιταλίας από την Ε.Ε., παρόλο που ο Μπέπε Γκρίλο των «Πέντε Αστέρων» ήδη έχει μιλήσει για «εποχή που οδηγεί στις φλόγες». Έκφραση που είχε ακουστεί κι από τον Νάιτζελ Φάρατζ, λίγο πριν από το δημοψήφισμα που οδήγησε στο Brexit.
Μην ξεχνάμε, όμως, πως η Ιταλία είναι ο τόπος γέννησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (σ.σ.: τo 1957 υπεγράφη η Συμφωνία της Ρώμης). Και όπως τόνισε ο πρώην πρωθυπουργός Μάριο Μόντι, «μην ξεχνάμε ότι το δημοψήφισμα δεν έγινε με αφορμή το ευρώ».
Ουδείς αμφιβάλλει πως η Ιταλία χρειαζόταν μεταρρυθμίσεις. Η αργή γραφειοκρατία και οι καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης δυσκολεύουν τις προοπτικές επενδύσεων και έχουν αντίκτυπο στα δύο σώματα του κοινοβουλίου.
Αναμφίβολα ο πολιτικός χειρισμός του δημοψηφίσματος και η διασύνδεσή του με τη συνέχιση της πρωθυπουργίας από τον Ρέντσι αποτέλεσε πολιτικό λάθος.
Απομένει τώρα να δούμε αν τελικά η Ιταλία οδηγηθεί σε πρόωρες εκλογές. Με επακόλουθο το ενδεχόμενο το Κίνημα των Πέντε Αστέρων και η Λέγκα του Βορρά να κερδίσουν σημαντικά πολιτικά οφέλη.
Προς το παρόν, όλα θα κριθούν την επομένη της Τετάρτης 14 Δεκεμβρίου, μετά την ψήφιση του προϋπολογισμού και από τη Γερουσία, οπότε και θα γίνει αποδεκτή η υποβολή της παραίτησης του Ματέο Ρέντσι.
Καθώς λοιπόν η Ιταλία ετοιμάζεται για κυβερνητική αλλαγή, να θυμίσουμε ακόμη πως στη χώρα έχουν αλλάξει 14 πρωθυπουργοί τα τελευταία 25 χρόνια.
Γερμανικός Τύπος: «Η Ιταλία δεν είναι Ελλάδα»
Το θέμα που κυριαρχεί στα πρωτοσέλιδα των γερμανόφωνων εφημερίδων της Τρίτης -όπως ήταν αναμενόμενο- είναι η νέα πολιτική κατάσταση που διαμορφώνεται στην Ιταλία μετά την ηχηρή απόρριψη των προτάσεων της ιταλικής κυβέρνησης για μια νέα συνταγματική αναθεώρηση θεσμικής υφής στο δημοψήφισμα της Κυριακής και την παραίτηση Ρέντσι.
Για «ιταλικό σοκ» κάνει λόγο στο πρωτοσέλιδό της η οικονομική εφημερίδα «Handelsblatt», σημειώνοντας ότι «μετά το αποτυχημένο δημοψήφισμα και την παραίτηση Ρέντσι αυξάνεται η αγωνία για τη σταθερότητα της χώρας». Το δημοσίευμα τονίζει, ωστόσο, ότι «η υψηλή ανεργία και το τεράστιο δημόσιο χρέος απαγορεύουν οποιαδήποτε αδράνεια έναντι των μεταρρυθμίσεων».
Σύμφωνα με το άρθρο, η διαβεβαίωση διά στόματος του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ότι «δεν υπάρχει κανένας λόγος να μιλήσουμε ξανά για μια νέα κρίση του ευρώ» δεν αρκεί, καθώς στην Ευρώπη αυξάνεται ο φόβος ότι τουλάχιστον στην Ιταλία η οικονομική κρίση θα γνωρίσει εκ νέου όξυνση, τις συνέπειες της οποίας θα υποστούν κυρίως οι επιχειρήσεις.
Ιταλία όπως Ελλάδα;
Με την άποψη του Β. Σόιμπλε φαίνεται να συντάσσεται ένα άλλο, μακροσκελές σχόλιο που δημοσιεύεται στη «Handelsblatt», βασική θέση του οποίου είναι ότι η παραίτηση Ρέντσι δεν πρέπει να αποτελεί λόγο για πανικό στην Ευρωζώνη.
Η αρθρογράφος της γερμανικής εφημερίδας αναφέρει μεταξύ άλλων: «Ελλάδα Ι και ΙΙ, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία, Κύπρος και ξανά Ελλάδα ΙΙΙ. Επτά πακέτα βοήθειας για πέντε χώρες-μέλη της νομισματικής ένωσης από το 2010 έχουν ήδη εγκριθεί και θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερα. Το ταμείο διάσωσης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας έχει διαθέσει μόλις το ένα τέταρτο των πόρων του. Απομένουν άλλα 373 δις ευρώ προς περαιτέρω διάθεση (…) Η νομισματική ένωση θα μπορούσε εσαεί να διασώζει την Ελλάδα προκειμένου να αποτρέψει μια μεγαλύτερη ζημιά στο κοινό νόμισμα. Σχεδόν το σύνολο του ελληνικού χρέους βρίσκεται άλλωστε σήμερα στα χέρια του ΕΜΣ. Αλλά στην περίπτωση της Ιταλίας, κάτι τέτοιο δεν θα ήταν δυνατό. Εάν απειληθεί με χρεοκοπία η Ιταλία, δεν θα διασωθεί.
»Η Ευρωζώνη δεν θα μπορούσε να βοηθήσει την Ιταλία, αλλά θα αναγκαζόταν να την αφήσει να πτωχεύσει, κι αυτό όχι δίχως συνέπειες για το κοινό νόμισμα. (…) Eν τέλει η Ιταλία δεν είναι Ελλάδα, κι αυτό από πολλές απόψεις: τόσο η ιταλική κυβέρνηση όσο και οι τράπεζές της είναι υπερχρεωμένες στο εσωτερικό της χώρας. Η τόσο μοιραία εξάρτηση της Ελλάδας από τους διεθνείς πιστωτές δεν υπάρχει στην περίπτωση της Ιταλίας. Επίσης, σε αντίθεση με την Ελλάδα, η ιταλική οικονομική ελίτ δεν έχει γυρίσει την πλάτη στη χώρα. Οι πιστωτές του ιταλικού κράτους είναι ταυτόχρονα και πολίτες της -τουλάχιστον μέχρι στιγμής».
«Η νίκη έχει πολλούς πατέρες. Η ήττα είναι ορφανή». Ξεκινώντας από αυτήν την κλασική πολιτική ρήση, η «Süddeutsche Zeitung» εκτιμά ότι στην περίπτωση του ιταλικού δημοψηφίσματος η ήττα έχει πρόσωπο και όνομα, και αυτό δεν είναι άλλο από τον πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι, «που έσπευσε αμέσως να αναλάβει την πατρότητα του καταστροφικού δημοψηφίσματος και μέσω της παραίτησής του να μην αποποιηθεί τις συνέπειες».
Στο ίδιο σχόλιο, μάλιστα, η εφημερίδα του Μονάχου δεν διστάζει να κάνει και μια θετική αποτίμηση της σύντομης διακυβέρνησης Ρέντσι: «Υπάρχουν και θετικά. Οι 100 ημέρες Ρέντσι έδειξαν ότι η Ιταλία μπορεί να μεταρρυθμιστεί, όταν το θέλουν οι πολίτες της».
Από τη μεριά της, η «Frankfurter Rundschau» υποστηρίζει σε σχόλιό της για το ιταλικό δημοψήφισμα ότι «μεταρρυθμίσεις από μεταρρυθμίσεις διαφέρουν» κι ότι οι όποιες αλλαγές δεν θα πρέπει να γίνονται σε βάρος των πολιτών.
«Στην Ιταλία όπως και στην Ευρώπη, ιδίως σε καιρούς λαϊκισμού, θα πρέπει όλοι με μια φωνή να ζητήσουν περισσότερη δημοκρατία!» καταλήγει το άρθρο.
Οι Ρώσοι υπέρ του Ρέντσι
Η ρωσική κυβέρνηση εξήρε τη συνεργασία με την κυβέρνηση Ρέντσι ως «εποικοδομητική με δραστήριο διάλογο σε υψηλότατο επίπεδο».
«Ο ρόλος του Ιταλού πρωθυπουργού στις ρωσο-ιταλικές σχέσεις, ακόμη και στους δύσκολους καιρούς των περασμένων δύσκολων χρόνων, είναι δύσκολο να υποτιμηθεί» δήλωσε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ.
Ο ίδιος χαρακτήρισε το δημοψήφισμα «εσωτερική υπόθεση της Ιταλίας», τονίζοντας ότι «η Μόσχα δεν σχολιάζει το αποτέλεσμά του».