Το FBI υπό τη νομική απειλή των Ρεπουμπλικάνων στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ανακοίνωσε τον διπλασιασμό σε 54 των πρακτόρων που ασχολούνται με τη συγκέντρωση αρχειακού υλικού για την έρευνα της υπηρεσίας σε βάρος της Χίλαρι Κλίντον, σύμφωνα με το «Politico».

Οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν ζητήσει από το FBI την παράδοση εγγράφων κι αρχείων που σχετίζονται με την έρευνα που έκανε η αναφερόμενη υπηρεσία, για την υπόθεση της παράνομης διαχείρισης των ηλεκτρονικών μηνυμάτων της Κλίντον, την περίοδο που υπηρετούσε στο υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ. Το αμερικανικό ΥΠΕΞ εφαρμόζει συγκεκριμένο πρωτόκολλο ασφάλειας στην διαχείριση της επικοινωνίας και των ηλεκτρονικών μηνυμάτων των υψηλόβαθμων στελεχών του.

Ωστόσο, η Κλίντον είχε επιλέξει η διαχείριση των ηλεκτρονικών μηνυμάτων της να μην γίνεται από τα συστήματα ασφαλούς διαχείρισης του υπουργείου, αλλά από ιδιωτικό διαχειριστή που ήταν εγκατεστημένος στην οικία της, στη Νέα Υόρκη.

«Μέχρι σήμερα, είχαμε διαθέσει 27 στελέχη του FBI, προκειμένου να επεξεργάζονται το υλικό. Ο πραγματικός αριθμός των εγγράφων για να ικανοποιηθεί το αίτημα που έχει υποβληθεί ανέρχεται σε αρκετές χιλιάδες. Παρόλα αυτά, συμφωνώ ότι ο ρυθμός με τον οποίο γίνεται η συγκέντρωσή τους, είναι υπερβολικά αργός» δήλωσε χαρακτηριστικά ο διευθυντής του FBI, Κρίστοφερ Ρέι.

Η δήλωση αυτή του Ρέι γίνεται λίγες ημέρες μετά την κλήση που απέστειλε ο Μπομπ Γκουντλέιτ, Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος της Επιτροπής Δικαιοσύνης στην Βουλή των Αντιπροσώπων, στο υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ κι αναφορικά με την παράδοση αρχειακού υλικού, για την έρευνα που έγινε με την Κλίντον. Οι Ρεπουμπλικάνοι στις κινήσεις που κάνουν για την ίδια υπόθεση, επικαλούνται την χρονική καθυστέρηση παράδοσης του υλικού.

Ο Γκουντλέιτ από την πλευρά του, δήλωσε ότι η κλήση που έχει αποσταλεί, καλύπτει και την παράδοση εγγράφων, τα οποία είναι σχετικά και με την πρόσφατη απόλυση του πρώην αναπληρωτή διευθυντή του FBI, Άντριου Μακέιμπ.

Η ανακοίνωση του Ρέι περιγράφει την αυξημένη απαίτηση που υπάρχει για την διάθεση στοιχείων, καθώς οι Ρεπουμπλικάνοι στην Βουλή των Αντιπροσώπων υιοθετούν σταδιακά μια όλο και πιο επιθετική στάση απέναντι στην ηγεσία του FBI, αλλά και τις επιλογές της. Οι ίδιοι έχουν κατηγορήσει τόσο την ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, όσο και το FBI, για παρατυπίες και κακοδιαχείριση της έρευνας που έγινε για την Κλίντον, μέσω και του διορισμού στελεχών που ήταν εχθρικοί προς τον Τραμπ στην έρευνα που διεξάγεται για την Ρωσία. Η έρευνα αυτή, ενεργοποιήθηκε από το FBI τον Ιούλιο του 2016.

Από την άλλη μεριά, οι Δημοκρατικοί απορρίπτουν ως “αβάσιμη” την κριτική που ασκείται από τους Ρεπουμπλικάνους, υποστηρίζοντας ότι έχει πολιτικά κίνητρα.

Σε μία ξεχωριστή επιστολή που δημοσιοποιήθηκε χθες, ένα υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Δικαιοσύνης, κατηγόρησε τον Γκουντλέιτ για παραβίαση των παραδοσιακών κανόνων που ίσχυαν στο πλαίσιο των σχέσεων μεταξύ του υπουργείου και του Κογκρέσου. Το υπουργείο έχει ενοχληθεί καθώς δεν προηγήθηκαν διαπραγματεύσεις, πριν σταλεί η επίσημη κλήση για την παράδοση υλικού από τους Ρεπουμπλικάνους του Κογκρέσου.

Ο αρμόδιος βοηθός του υπουργού Δικαιοσύνης, Στίβεν Μπόιντ χαρακτήρισε την πρακτική αυτή ως “μια σημαντική απόκλιση” από τους παραδοσιακούς κανόνες σχέσεων μεταξύ του υπουργείου και του Κογκρέσου.

Ο Μπόιντ άφησε να εννοηθεί ότι στο αίτημα του Γκουντλέιτ έχει συμπεριληφθεί η παράδοση εγγράφων με «διαβαθμισμένες πληροφορίες τόσο για τις υπηρεσίες ασφάλειας, όσο και για ζητήματα που άπτονται της εθνικής ασφάλειας» των ΗΠΑ. Παράλληλα, έχει ζητηθεί η παράδοση εγγράφων που καλύπτονται από την προστασία της νομοθεσίας στις σχέσεις μεταξύ νομικών και των πελατών τους, σύμφωνα με τον Μπόιντ.

Ο ίδιος, άφησε επίσης, να εννοηθεί ότι το FBI παρέδωσε στην Επιτροπή Δικαιοσύνης της Βουλής των Αντιπροσώπων τον Αύγουστο του 2016, μια σειρά εγγράφων 32 σελίδων, αναφορικά με την έρευνα του FBI για την Κλίντον. Σύμφωνα με τον Μπόιντ, το υπουργείο Δικαιοσύνης εξακολουθεί να παραδίδει έγγραφα κάθε 10 ή 14 ημέρες, ανάλογα με τα αιτήματα που υποβάλλει η επιτροπή. Η παραγωγή των εγγράφων αυτών, περιλαμβάνει έρευνα για πληροφορίες που σχετίζονται με τις αποφάσεις ειδικού σώματος ενόρκων (grand jury) αλλά και την αποτελεσματική διαχείριση υλικού, που σχετίζεται με απόρρητες πληροφορίες.

«Διερευνούμε τα έγγραφα που έχουν ζητηθεί, προκειμένου ν’ αποφασίσουμε εάν σχετίζονται με την έρευνα» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Μπόιντ.

Πηγή: Politico, ΑΠΕ-ΜΠΕ