Γιατί έπεσε μαζικά η τιμή πετρελαίου τους περασμένους μήνες παρά τις σοβαρές γεωπολιτικές κρίσεις; Επιστήμονες προσπαθούν να δώσουν πειστικές απαντήσεις και παράλληλα να διαλύσουν κάποιες εικασίες που κυκλοφορούν, ως «θεωρίες συνομωσίας».

Ορισμένοι ειδικοί του κλάδου όμως, εκτιμούν ότι η αναπτυξιακή ώθηση που προσφέρει σε ορισμένες χώρες το φθηνό πετρέλαιο, θα μπορούσε μακροπρόθεσμα να αποσταθεροποιήσει άλλες περιοχές.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Προάγγελο αυτής της εκτίμησης αποτελούν οι εξελίξεις στη Ρωσία, μία χώρα που βασίζεται σε σημαντικό βαθμό στις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Το φθηνό πετρέλαιο, η ελεύθερη πτώση του ρουβλίου και η συνακόλουθη εκτίναξη του πληθωρισμού έχει οδηγήσει πολλούς επενδυτές στο να αποσύρουν μαζικά τα κεφάλαιά τους από τη χώρα.

O Ρόμπερτ Μπέργκες, επικεφαλής οικονομολόγος για τις αναδυόμενες αγορές της Deutsche Bank Research στο Λονδίνο επιλέγει το κλασικό επιχείρημα της αγοράς και της ζήτησης για να ερμηνεύσει το φαινόμενο. Κατά την άποψή του δύο παράγοντες είναι σημαντικοί και πρέπει να ληφθούν υπόψη: οι ανησυχίες για την ασθενική πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας και μερικών αναδυόμενων χωρών καθώς και η υπερπροσφορά πετρελαίου στις αγορές, κυρίως λόγω των εξελίξεων στις ΗΠΑ με το σχιστολιθικό πετρέλαιο.

«Η χαμηλή τιμή πλήττει τη Ρωσία περισσότερο από τις κυρώσεις»

Μέσα Οκτωβρίου η Deutsche Bank Research δημοσίευσε μελέτη για τις επιπτώσεις που έχει η χαμηλή τιμή πετρελαίου στις σημαντικότερες πετρελαιοπαραγωγές χώρες. Τμήμα της έρευνας αφιερώθηκε στο ποια χώρα χρειάζεται να επιτύχει ποια τιμή πετρελαίου ώστε να χρηματοδοτήσει τον προϋπολογισμό της. Η Ρωσία για παράδειγμα καλύπτει σε ποσοστό 45% το κρατικό της χρέος από την εξαγωγή ενέργειας, όπου η τιμή φυσικού αερίου είναι συνδεμένη με αυτή του πετρελαίου. Κατά την έκθεση, η τιμή πετρελαίου πρέπει να είναι 100 δολάρια το βαρέλι για να μπορεί η Ρωσία να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό της. Η σημερινή τιμή είναι γύρω στα 85 δολάρια το βαρέλι. Με σοβαρές συνέπειες, όπως υποστηρίζει ο Στέφαν Μάιστερ, από τη Γερμανική Εταιρεία Εξωτερικής Πολιτικής. «Ο ρωσικός προϋπολογισμός υποχρηματοδοτείται. Και υπό το πρίσμα των οικονομικών κυρώσεων της Δύσης και της μηδενικής ανάπτυξης που βιώνει η ρωσική οικονομία, το πρόβλημα που αντιμετωπίζει είναι ιδιαίτερα σοβαρό».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο γερμανός εμπειρογνώμων σε θέματα Ρωσίας πηγαίνει ακόμη παραπέρα υποστηρίζοντας ότι η χαμηλή τιμή του πετρελαίου είναι πιο οδυνηρή για τη χώρα από ό,τι οι κυρώσεις της Δύσης. Και έτσι οι θεωρίες συνομωσίας και τα σενάρια για τη χαμηλή τιμή πετρελαίου δίνουν και παίρνουν. Στη Ρωσία μάλιστα ορισμένοι αρθρογράφοι θυμήθηκαν τη δεκαετία του 80, όταν υπέστη καθίζηση η τιμή πετρελαίου, κάτι που αποδόθηκε σε μηχανορραφίες των ΗΠΑ να οδηγήσουν τότε τη χώρα στη χρεοκοπία και στη διάλυσης της Σοβιετικής Ένωσης.

«Σύμπτωση συμφερόντων ΗΠΑ – Σ. Αραβίας»

Στα μέσα του περασμένου Οκτωβρίου είδε επίσης το φως και μια άλλη μια έκθεση, αυτή του Ρωσικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών, στην οποία η πτώση της τιμής πετρελαίου αποδίδεται σε συμφωνία των ΗΠΑ με τη Σαουδική Αραβία.

Η αλήθεια είναι ότι το Ριάντ δεν έδειξε διατεθειμένος να πάρει μέτρα σταθεροποίησης της τιμής μειώνοντας τις ποσότητες εξόρυξης, το αντίθετο μάλιστα, τον περασμένο Σεπτέμβριο ανέβασε τις ποσότητες. Παράλληλα απέρριψε ανάλογο αίτημα της Βενεζουέλας στη συνάντηση των χωρών του OPEC, του Νοεμβρίου.
Η Κίρστεν Βεστφάλεν από το Ίδρυμα Επιστήμη και Πολιτική δίνει μια εξήγηση: «Το κόστος εξόρυξης είναι χαμηλό στη Σαουδική Αραβία και θα πρέπει να πούμε ότι η οικονομία της μπορεί να αντέξει περισσότερο από πολλές άλλες. Ναι μεν χρειάζεται ως βάση τα 90 με 95 δολάρια το βαρέλι, αλλά ο προϋπολογισμός της είναι ισοσκελισμένος, δεν έχει χρέη, έχει κάνει μεγάλες προμήθειες που τις δίνουν μεγάλα περιθώρια χρόνου. Σε άλλες χώρες η κατάσταση είναι πιο κρίσιμη».

Όπως στο Ιράν, τον αιώνιο αντίπαλο της Σαουδικής Αραβίας στον αγώνα για επιρροή στην ευρύτερη Μ. Ανατολή. Η Τεχεράνη χρειάζεται άμεσα, λόγω των κυρώσεων από τη Δύση, έσοδα από το πετρέλαιο. Για να καλύψει τις ανάγκες της πρέπει η τιμή πετρελαίου να φτάσει τα 125 δολάρια το βαρέλι
Και ναι μεν οι εμπειρογνώμονες απορρίπτουν ως «εικασίες» το σενάριο συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ και Σ. Αραβίας για αύξηση της ποσότητας εξόρυξης ώστε να τεθούν υπό οικονομική πίεση η Ρωσία και το Ιράν, ωστόσο παραδέχονται ότι υπάρχει σύμπτωση συμφερόντων.

Παρ΄όλο που οι πετρελαιοπαραγωγοί στις ΗΠΑ ενδιαφέρονται να κρατηθεί ψηλά η τιμή του πετρελαίου, διότι μόνο τότε συμφέρει η εξόρυξη σχιστολιθικού πετρελαίου.

H Shell εξαγοράζει την British Gas

Με την εξαγορά της British Gas Group που στοίχισε 64 δισ. ευρώ, η πολυεθνική Shell «σκαρφαλώνει» στη δεύτερη θέση των μεγαλύτερων εταιριών πετρελαιοειδών παγκοσμίως μετά την Exxon Mobil. Η αξία της φθάνει σήμερα τα 230 δισεκατομμύρια ευρώ και είναι περίπου η διπλάσια από εκείνη της BP, που έρχεται τρίτη στην κατάταξη των μεγαλύτερων πολυεθνικών του χώρου.

H μέθοδος του φράκινγκ σε συνδυασμό με την κατάρρευση της τιμής του πετρελαίου οδήγησαν στην μείωση της τιμής αργού πετρελαίου κατά 50% σε σύγκριση με το περασμένο καλοκαίρι. Τα δεδομένα αυτά πιέζουν τις πετρελαϊκές εταιρίες να πραγματοποιήσουν τις μεγαλύτερες συγχωνεύσεις εδώ και μια δεκαετία.
Ο ειδικός σε ζητήματα πρώτων υλών της γερμανικής τράπεζας Commerzbank Οϊτζίν Γουάινμπεργκ εξηγεί : «Οι εξαγορές αυτές είναι ενδεικτικές ότι η κρίση έχει φθάσει μέχρι το μεδούλι των μεγάλων πολυεθνικών πετρελαίου και φυσικού αερίου. Πολλές θέλουν να αξιοποιήσουν τις χαμηλές τιμές πετρελαίου σήμερα, ενώ παράλληλα προσβλέπουν μελλοντικά σε άνοδο της τιμής. Οι εταιρίες επενδύουν σε εξαγορές και συγχωνεύσεις τα κεφάλαια που έχουν συγκεντρώσει τα περασμένα χρόνια με στόχο να βγουν ενισχυμένες από την κρίση».

Πολύ πιο ανταγωνιστική πλέον η Shell

Η εξαγορά της BG από την Shell είναι η πρώτη μεγάλη συγχώνευση εταιριών ορυκτών καυσίμων εδώ και πολλά χρόνια. Σύμφωνα με τον Οϊτζίν Γουάινμεργκ οφείλεται στις αναταράξεις στην αγορά ενέργειας: «Η σημερινή κατάσταση θυμίζει εκείνη στη δεκαετία του ΄90. Τότε η BP εξαγόρασε την Amoco και η Total την Elf Aquitaine. Και τότε η παραγωγή πετρελαίου ξεπερνούσε τη ζήτηση και οι τιμές του «μαύρου χρυσού» ήταν υπερβολικά χαμηλές. Το κλίμα στις εταιρίες πετρελαιοειδών και φυσικού αερίου χαρακτηρίζονταν από αβεβαιότητα. Σήμερα ζούμε κάτι παρόμοιο. Επιπλέον η διαφαινόμενη επίλυση της αντιπαράθεσης γύρω από το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν αφήνει περιθώρια για ακόμα χαμηλότερες τιμές πετρελαίου. Παράλληλα η σημερινή κατάσταση δίνει νέες ευκαιρίες σε εταιρίες με ρευστότητα. Επομένως δεν θα αποτελούσε έκπληξη αν στο άμεσο μέλλον δούμε και άλλες μεγάλες συγχωνεύσεις στον ενεργειακό τομέα».

Πληροφορίες από την Deutsche Welle
Σύνταξη: Κ. Μπετινάκης

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης