Σεβασμός στην κυριαρχία, έκκληση για διάλογο, απόρριψη της χρήσης πυρηνικών όπλων: η Κίνα παρουσίασε σήμερα, Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου, ένα κείμενο 12 σημείων για την επίλυση της κρίσης στην Ουκρανία, έναν χρόνο μετά τη ρωσική εισβολή.
Το κείμενο με τίτλο: «Η θέση της Κίνας για την πολιτική επίλυση της ουκρανικής κρίσης», που παρουσίασε το Πεκίνο ως ουδέτερη χώρα στη σύγκρουση, ζητεί από τις δύο πλευρές να ξεκινήσουν ειρηνευτικές συνομιλίες.
Όμως την ουδετερότητα της Κίνας αμφισβητούν οι ΗΠΑ και άλλες συμμαχικές χώρες της Ουκρανίας. Τις τελευταίες ημέρες η Ουάσινγκτον ανακοίνωσε ότι το Πεκίνο εξετάζει το ενδεχόμενο να προσφέρει όπλα στη Ρωσία, κάτι που η Κίνα διέψευσε κατηγορηματικά.
Η πίεση της Δύσης στο Πεκίνο κορυφώνεται, καθώς η κινεζική κυβέρνηση δημόσια ούτε υποστηρίζει, ούτε καταδικάζει τη ρωσική επίθεση, ωστόσο έχει εκφράσει επανειλημμένα την υποστήριξή της στη Μόσχα ως προς το ζήτημα των κυρώσεων.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ένα εξαιρετικά λεπτό ζήτημα για το Πεκίνο, δεδομένων των σθεναρών διπλωματικών και οικονομικών δεσμών που απέκτησε τα τελευταία χρόνια με τη Μόσχα, με ελατήριο το κοινό συμφέρον να υπάρξει αντίβαρο στις ΗΠΑ.
Σεβασμός στην κυριαρχία
Πρώτο σημείο: «Η κυριαρχία, η ανεξαρτησία και η εδαφική ακεραιότητα όλων των χωρών πρέπει να προστατευθούν αποτελεσματικά».
Η Κίνα αρνείται πάντα να δηλώσει ξεκάθαρα ότι η Ρωσία έχει άδικο στη σύγκρουση με την Ουκρανία, η οποία ξέσπασε μετά την εισβολή των ρωσικών δυνάμεων στο ουκρανικό έδαφος.
Στο CNN, ο σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου, Τζέικ Σάλιβαν, αντέδρασε εκτιμώντας ότι το κείμενο «θα μπορούσε να έχει ολοκληρωθεί στο πρώτο σημείο», διότι «ο πόλεμος θα μπορούσε να τερματιστεί αύριο, αν η Ρωσία σταματούσε την επίθεση στην Ουκρανία και απομάκρυνε τις δυνάμεις της».
Έκκληση σε διάλογο
Το Πεκίνο καλεί τη Ρωσία και την Ουκρανία να διεξαγάγουν ειρηνευτικές συνομιλίες, υπογραμμίζοντας ότι «ο διάλογος και οι διαπραγματεύσεις είναι η μόνη βιώσιμη λύση».
«Η διεθνής κοινότητα θα έπρεπε να μείνει δεσμευμένη στη σωστή προσέγγιση η οποία συνίσταται στην προώθηση των ειρηνευτικών συνομιλιών, στην παροχή βοήθειας στις πλευρές (που εμπλέκονται) σε αυτή τη σύγκρουση, ώστε να ανοίξει η πόρτα προς μια πολιτική διευθέτηση το συντομότερο δυνατό και να δημιουργηθούν οι απαραίτητες προϋποθέσεις και πλατφόρμες ώστε να επαναληφθούν οι διαπραγματεύσεις», εκτιμά η Κίνα.
Όχι στα πυρηνικά όπλα
Το κείμενο αντιτίθεται σε οποιαδήποτε χρήση πυρηνικών όπλων: «Πρέπει να εμποδίσουμε την εξάπλωση των πυρηνικών όπλων και μια πυρηνική κρίση».
Η Κίνα «είναι αντίθετη στην έρευνα, την ανάπτυξη και τη χρήση χημικών και βιολογικών όπλων από όλες τις χώρες και υπό οποιεσδήποτε συνθήκες», υπενθυμίζεται.
Οι δύο πλευρές «θα πρέπει να συμμορφωθούν αυστηρά με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, να αποφεύγουν να επιτίθενται σε αμάχους ή κτήρια των πολιτικών υποδομών», προσθέτει το κείμενο.
Όχι στη «νοοτροπία του Ψυχρού Πολέμου»
Πρέπει «να εγκαταλειφθεί η νοοτροπία του Ψυχρού Πολέμου», τονίζει το Πεκίνο, ένα επιχείρημα που συχνά επαναλαμβάνει.
Σε μια κεκαλυμμένη κριτική προς το ΝΑΤΟ, το κείμενο αναφέρει ότι «η ασφάλεια μιας περιοχής δεν θα πρέπει να κερδίζεται με την ενίσχυση ή τη διεύρυνση στρατιωτικών μπλοκ» και ότι «τα νόμιμα συμφέροντα και οι ανησυχίες όλων των χωρών σε ό,τι αφορά την ασφάλεια θα πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη».
Το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών έχει κατηγορήσει επανειλημμένα τους τελευταίους μήνες την Ουάσινγκτον και τους συμμάχους της για την παράδοση όπλων και εξοπλισμού στην Ουκρανία.
Σήμερα, η Κίνα επέκρινε επίσης τις μονομερείς κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Μόσχα: «Δεν μπορούν να λύσουν τα προβλήματα, μόνο να δημιουργήσουν νέα».
Περιορισμός των οικονομικών επιπτώσεων
Το Πεκίνο ζητεί επίσης να προστατευθεί η παγκόσμια οικονομία από τις επιπτώσεις της κρίσης στην Ουκρανία, κυρίως μέσω της πρωτοβουλίας για τα σιτηρά της Μαύρης Θάλασσας, μια συμφωνία που επιτρέπει την εξαγωγή ουκρανικών σιτηρών.
Άλλη μια προτεραιότητα της Κίνας είναι «η διατήρηση της σταθερότητα στις βιομηχανικές και εφοδιαστικές αλυσίδες». Για τον λόγο αυτό οι εμπλεκόμενες πλευρές θα πρέπει «να αντιταχθούν στη χρήση της παγκόσμιας οικονομίας ως εργαλείο ή όπλο για πολιτικούς σκοπούς».